Βρίσκω σε Δημητράκο, Κριαρά, Υπερλεξικό το αμετάβατο ρήμα: «λογοκλοπώ» (-έω>-ώ). Δεν το βρίσκω σε ΛΚΝ, ΛΝΕΓ, Μείζον. Πώς θα το χρησιμοποιούσατε (εννοώ με παραδείγματα χρήσης);
Έχω να μεταφράσω την παρακάτω πρόταση:
Byzantine writers excerpted, paraphrased, summarized, plagiarized, and updated...