Μάλλον όχι
μανιτζέβελος, -η -ο εύχρηστος, βολικός, διαχειρίσιμος, λειτουργικός. [Από το αγγλικό manageable Από ιταλικό maneggevole «διαχειρίσιμος»]
https://www.lexilogia.gr/threads/%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CF%84%CE%B6%CE%AD%CE%B2%CE%B5%CE%BB%CE%BF%CF%82-manageable.9412/