Ψὲς τὸ βράδυ ἀπ᾿ τὴν παραλία, μπῆκα μέσα σ᾿ ἕνα ἀστικό,
νὰ μὲ πάει στὸν Προφήτη Ἠλία, τὰ παλιά τὰ στέκια μου νὰ δῶ.
Πῆγα Ποταμούδια καὶ Βὶξ στέρνες, νότα δὲν ἀκούστηκε καμιά·
πάψαν τὰ τραγούδια κι οἱ λατέρνες, λὲς καὶ ἤμουνα στὴν ἐρημιά.
Ἔκανα τὴ βόλτα μου στοῦ Τσάτσκα, ποῦ ῾ν᾿ τὰ χρόνια...