Το lock στο airlock δεν προέρχεται από την έννοια της κλειδωνιάς, αλλά από αυτήν εδώ:
2 a : an enclosure (as in a canal) with gates at each end used in raising or lowering boats as they pass from level to level
https://www.merriam-webster.com/dictionary/lock
Η κρίσιμη έννοια δηλαδή είναι η...