Χρωστώ του Δαεμάνου μας από καρδιάς σπολάτι
να ειπώ, και να του ευχηθώ πριν πέσω στο κρεβάτι.
Και να ’μαι στιχοπλέκοντας, η μέρα πριν περάσει,
και μπαγιατέψουν οι ευκές, του λέω να γεράσει
ορθός στο σώμα, αλύγιστος στη σκέψη και στο πνέμα
αλλά μικιός στους συνειρμούς, κι ας βράζει του το αίμα...