Πολλά τα ευρήματα για "μεσούσης της σεζόν", κι ακούγεται πολύ συχνά και σε αθλητικές εκπομπές. Με την ευκαιρία, από το ΧΛΝΓ:
μεσούντος μτχ., μεσούσης |γεν. της μτχ. ενεστ. του ρ. μεσώ| (λόγ.): (+ γεν.) στο μέσο ενός χρονικού διατήματος, μιας κατάστασης, μιας διαδικασίας, ενός γεγονότος...