metafrasi banner

false friends, faux amis, ψευδόφιλες μονάδες, ψευδόφιλες λέξεις, ψευτοφίλες

nickel

Administrator
Staff member
Θυμάμαι επίσης, πολύ αμυδρά, να γίνεται λόγος για την επιλογή του Χριστοδούλου να αποδώσει το spleen ως «σπλήνιασμα». Τώρα που το ξαναβλέπω, αυτά τα δύο δεν είναι ψευδόφιλα;

Ο λόγος, για τη μετάφραση του Μόμπι Ντικ. Όπου η λέξη spleen απαντά στην πρώτη παράγραφο μόνο:
I thought I would sail about a little and see the watery part of the world. It is a way I have of driving off the spleen and regulating the circulation.

Είναι ένας τρόπος που έχω να διώχνω την κακοκεφιά [εδώ: «το σπλήνιασμα» στο πρωτότυπο] και να ρυθμίζω το κυκλοφοριακό.

Ο σπλην δήλωνε στα αρχαία (και) τη δυσάρεστη ψυχική κατάσταση. Στα αγγλικά ο spleen, εκτός από σπλήνα, και από κακοκεφιά / κατήφεια / μελαγχολία που έχουμε και στον Μόμπι Ντικ, σημαίνει και άχτι, μνησικακία, οργή. Το σπλήνιασμα είναι πάθηση της σπλήνας (καταπώς λέει το ΠαπΛεξ, εγώ δεν το έχω δει αλλού) και δύσκολα μπορείς να καταλάβεις ότι δεν είναι πάθηση του Ισμαήλ, έτσι που είναι δίπλα στο κυκλοφοριακό.
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Για το spleen και τη μελαγχολία, έχουμε και νήμα γαλλοαγγλοελληνικό με Μποντλέρ και Ντιντερό: vapeurs anglaises.
 
Το σπλήνιασμα είναι πάθηση της σπλήνας (καταπώς λέει το ΠαπΛεξ, εγώ δεν το έχω δει αλλού) και δύσκολα μπορείς να καταλάβεις ότι δεν είναι πάθηση του Ισμαήλ, έτσι που είναι δίπλα στο κυκλοφοριακό.
Το σπλήνιασμα δεν το έχω συναντήσει πουθενά εκτός της μετάφρασης του Μόμπυ Ντικ. Από τα λίγα ευρήματα στο Google, τα περισσότερα αφορούν το απόσπασμα του Μόμπυ Ντικ. Το ΛΚΝ δεν το έχει, ενώ στο ΛΝΕΓ υπάρχει σχετικό λήμμα, αλλά παραπέμπει στο σπληνιάζω, για το οποίο λέει 1. (λαϊκ.) υποφέρω από διόγκωση του σπλήνα ή από άλλη νόσο σχετική με αυτό το όργανο 2. (μτφ.) ζω με την εντύπωση ότι η παραμικρή σωματική ενόχληση οφείλεται σε πολύ σοβαρή ασθένεια ΣΥΝ. υποχονδριάζω. Διπλά ψευδόφιλο λοιπόν· ή μήπως τετραπλά; :) (αν σκεφτούμε ότι και στα αγγλικά έχουμε δύο διακριτές έννοιες, την κακοκεφιά/μελαγχολία και την οργή/μνησικακία)
Και ναι μεν η γειτνίασή του με το circulation πράγματι μπορεί να σε κάνει να νομίσεις ότι αναφέρεται σε πάθηση της σπλήνας, όμως ο Χριστοδούλου δεν μετέφραζε ούτε λέξη αν δεν άνοιγε καμιά δεκαριά λεξικά (βλ. το σχετικό νήμα)...

Για το spleen και τη μελαγχολία, έχουμε και νήμα γαλλοαγγλοελληνικό με Μποντλέρ και Ντιντερό: vapeurs anglaises.
Ωραίο το τριεθνές νήμα!
 

nickel

Administrator
Staff member
όμως ο Χριστοδούλου δεν μετέφραζε ούτε λέξη αν δεν άνοιγε καμιά δεκαριά λεξικά

Ναι, αλλά οι ψευτοφίλες είναι οι καλύτερες πεπονόφλουδες. Τι θα καταλάβεις όταν παρακάτω, στην ίδια πρώτη παράγραφο, διαβάσεις για τις «υποχονδρίες» του;
…and especially whenever my hypos get such an upper hand of me, that it requires a strong moral principle to prevent me from deliberately stepping into the street, and methodically knocking people's hats off…
…και ειδικά όταν οι υποχονδρίες μου με κυβερνούν τόσο, που χρειάζεται ένας δυνατός ηθικός φραγμός να με εμποδίσει να βγω επίτηδες στο δρόμο και μεθοδικά να ρίξω χάμω τα καπέλα του κόσμου…


Όπως θα δούμε στο ODE, hypochondria = abnormal chronic anxiety about one’s health.
Ελληνικά: υποχονδρία η : (ψυχιατρ.) είδος νεύρωσης κατά την οποία ο ασθενής μεγαλοποιεί εντελώς ασήμαντες σωματικές ενοχλήσεις και από την υπερβολική αυτοπαρατήρηση φτάνει στο συμπέρασμα ότι πάσχει από κάποια σοβαρή αρρώστια. || (επέκτ.) συμπεριφορά υπερβολικά σχολαστική· η συνεχής, αποκλειστική ενασχόληση με πράγματα που είναι σχετικά ασήμαντα: Έχει πάθει υποχονδρία με την καθαριότητα. (ΛΚΝ)

Ωστόσο, στα χρόνια του Μέλβιλ, η υποχονδρία ήταν συνώνυμο της μελαγχολίας. Δηλαδή: Whenever my hypos get such an upper hand of me = Όταν με πιάνουν οι μαύρες μου σε σημείο που...

Στο OED: hypos: Morbid depression of spirits. (Με παράδειγμα και το παραπάνω απόσπασμα)

Σε βοήθημα για το Moby Dick:
Hypos: periods of depression, anxiety, or ennui. Hypo is short for "hypochondria," but in Melville's time, the word didn't mean what it means today.

Και σε ιατρικό κείμενο:
Currently hypochondria is defined as ‘a preoccupation with bodily functions and fears of acquiring or having a serious disease based on misinterpretation of physical systems’ (The Merck Manual, 17th edition), but throughout history, the term ‘hypochondria’ has not always referred to this pathophobia. The disorder has been referred to as ‘melancholy’, ‘the vapours’, ‘the spleen’, ‘the English Malady’, and by a variety of other names.
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Όταν ξέρεις μια ξένη γλώσσα έτσι κι έτσι, δεν μπορείς να κάνεις ποιοτική μετάφραση στη συγκεκριμένη γλώσσα όσα λεξικά κι αν ανοίξεις.
 

nickel

Administrator
Staff member
Ναι, αλλά και πολύ καλά να την ξέρεις, θα την πατήσεις από την πολλή αυτοπεποίθηση αν δεν θυμηθείς να ανοίξεις τα σωστά λεξικά και βοηθήματα.
 

nickel

Administrator
Staff member
Βεβαίως, αλλά στο νήμα για τις ψευτοφίλες πρέπει να το γράφουμε και στην ούγια!
 

nickel

Administrator
Staff member
chronic = απαίσιο, πάγκακο, μαύρο χάλι

Στα καθημερινά αγγλικά. Π.χ. The film was chronic. The food was absolutely chronic!

Και, βέβαια, στη συνηθισμένη του σημασία είναι χρόνιος, όχι χρονικό (chronicle κ.ά.).
 
masticate = μασώ. Προέρχεται βέβαια από τη μαστίχα, αλλά δεν σημαίνει π.χ. "μαστιχωτός" ή τίποτα τέτοιο :-)
 

nickel

Administrator
Staff member
masticate = μασώ. Προέρχεται βέβαια από τη μαστίχα ...

Κι αυτό είναι ενδεχομένως ψεύτικο κι απατηλό.
Δες το «probably» εδώ:
http://www.etymonline.com/index.php?term=mastication&allowed_in_frame=0

Και στο OED:
[A plausible suggestion is that late L. masticāre may be f. L. mastichē mastic, the assumed original sense being ‘to chew mastic’, ‘to treat as one treats mastic’. But it is possible that the verb may be f. Gr. µαστακ-, µάσταξ jaw, or an unrecorded Latin cognate of this.]

Για τίποτα δεν μπορείς να είσαι σίγουρος πια σ' αυτόν τον κόσμο!
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλημέρα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η λέξη myrmidons έχει γίνει ψευδόφιλη και δεν θα έπρεπε να μεταφράζεται Μυρμιδόνες; Κρίνετε από το σημερινό σημείωμα του Κουίνιον.
.
It is not good to be called a myrmidon. It is not a term of respect. Officious and aggressive police officers sometimes have it thrown at them by more literate commentators, as do holders of public office who are carrying out unpopular policies:
.
Their concern is that an unprecedented spending spree by our 535 noble members of Congress, supported by the myrmidons at the Fed, will force interest rates higher and bond values to fall.
[The Herald News (Joliet, Illinois), 13 May 2011.]​
.
It is less effective than it might be as a term of abuse because it requires the addressee to have at least a smattering of classical knowledge. According to the classical Greek storyteller Homer, in the Iliad, the Myrmidons were a warlike people of Thessaly; they were renowned for their mindless loyalty to Achilles, their king, who led them in the Trojan War. Greek legends about where they came from played on a fanciful link of their name with Greek myrmekes, ants. One suggested that Zeus created them from a nest of ants.
.
The word has existed in English since medieval times but over time has become progressively less reputable. For Shakespeare, myrmidons were faithful followers, the members of a bodyguard or retinue. A century later they had become hired ruffians or mercenaries. By the nineteenth century they had sunk somewhat lower to be opportunistic supporters of some person or organisation. Today a myrmidon is often an unscrupulous subordinate:
.
But not even the police will forever be able to ignore the question of whether or not Rupert Murdoch, always a keen reader of his own newspapers, knew from the first day they did it that his myrmidons were lifting illicit stuff for their piddling stories.
[Daily Telegraph, 16 Jul. 2011.]​
 

Zazula

Administrator
Staff member
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η λέξη myrmidons έχει γίνει ψευδόφιλη και δεν θα έπρεπε να μεταφράζεται Μυρμιδόνες;
Την είχαμε πάντως μνημονεύσει εδώ: http://lexilogia.gr/forum/showthrea...ophants-henchmen&p=72881&viewfull=1#post72881. :)
 
Θα έλεγα πως δεν θα πρέπει να μεταφράζεται Μυρμιδόνες διότι σε μας δεν χρησιμοποιείται καθόλου με τη μεταφορική σημασία -ή κάνω λάθος;

(Νομίζω ότι και τον μέντορα δεν τον πολυλέγαμε πριν από καμιά 30ριά χρόνια, πριν τον ξαναμάθουμε από τους Αμερικάνους μανατζερολόγους)
 

nickel

Administrator
Staff member
Μεταπολεμικά, το Καφέ Χαβέλκα έγινε ο τόπος των ραντεβού της βιενέζικης διανόησης...
Όταν διάβασα αυτό, θυμήθηκα ότι θα πρέπει να θεωρήσουμε εν μέρει ψευδόφιλο το αγγλικό rendez-vousrendezvous), λόγω της διπλής σημασίας του — περισσότερο από το γαλλικό (που κι αυτό έχει διπλή σημασία), επειδή νομίζω ότι το αγγλικό χρησιμοποιείται πια συχνότερα με τη σημασία «τόπος συνάντησης» και «στέκι» παρά «ραντεβού», αν και τα λεξικά εξακολουθούν να προτάσσουν τη σημασία «συνάντηση, ραντεβού», π.χ. το ODE:

rendezvous
Pronunciation: /ˈrɒndɪvuː, -deɪvuː/
noun (plural /-vuːz/)
  • a meeting at an agreed time and place: Edward turned up late for their rendezvous
  • a meeting place: you’d be welcome to use this place as a rendezvous
  • a bar, restaurant, or similar establishment that is used as a popular meeting place: a lively West End restaurant rendezvous

Το κακό είναι ότι το αγγλογαλλικό Collins-Robert δίνει για το αγγλικό rendez-vous ένα παράδειγμα, μόνο με την πρώτη σημασία:
rendez-vous /'rondivu:/
n (rendez-vous pl) /'rondivu:z/ rendez-vous m
let's make a rendez-vous for next week prenons rendez-vous pour la semaine prochaine
 

nickel

Administrator
Staff member
gasometer = αεριοφυλάκιο
Το γαλλικό gazomètre ήταν κάποτε μετρητής αερίου. Αλλά στα αγγλικά δεν ήταν ποτέ μετρητής το gasometergazometer), αν δεν έχει παραλείψεις το OED. Καλύτερα να τα λένε gas holders, να μην μπερδευόμαστε.

Gasometers, those huge, round storage tanks that rise and fall with a concertina action, look somewhat out of place in today's more sanitised urban landscape.
http://news.bbc.co.uk/2/hi/uk_news/264609.stm

A gas holder (commonly known as a gasometer, sometimes also gas bell, though that term applies to the gas holding envelope alone) is a large container where natural gas or town gas is stored near atmospheric pressure at ambient temperatures.
http://en.wikipedia.org/wiki/Gas_holder
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Αναρωτιέμαι αν πρέπει να προσθέσουμε εδώ το miser = φιλάργυρος, τσιγκούνης. Θα λέγαμε και «μίζερος»; Νομίζω πως μόνο σε κάποια ειδική περίπτωση (ίσως για κάποιον («συναισθηματικά τσιγκούνη»), αλλά δεν είμαι και 100% βέβαιος...

Να προσθέσω επίσης (από επισήμανση που έκανε ο Νικέλ σε άλλο νήμα) και το aphorist = γνωμικογράφος (και όχι αφοριστής :D).
 
Top