Λεξιπλασίες (Nonce words)

nickel

Administrator
Staff member
σοκαλιά η, αληθοφανής θεωρία που αποσκοπεί να εξαπατήσει αδαείς με τις νεφελώδεις διατυπώσεις της. [Από το όνομα του καθηγητή Alan Sokal, στο πρότυπο της τρολιάς.]
 
πυρετομηχανή: νήπιο που κατορθώνει να πηγαίνει στο σχολείο του μόνο μία εβδομάδα το δεκαπενθήμερο, με αποκλειστικό σκοπό να συλλέξει όποια νέα ίωση κυκλοφορεί. Τον υπόλοιπο καιρό νοσηλεύεται κατ' οίκον, με χαμηλό πυρετό και αμείωτη ενεργητικότητα.
 

nickel

Administrator
Staff member
Αγγλικές λεξιπλασίες που μου στείλανε. Κυκλοφορούν στο διαδίκτυο με (μάλλον άσχετη) εικονογράφηση, υπό τον τίτλο 24+ Brilliant New Words We Should Add to Dictionaries (και παραλλαγές). Μπα, δεν είναι όλες brilliant.


  1. AMBITCHOUS (adj) striving to be more of a bitch than the average bitch.
  2. ASKHOLE (n) someone who asks many stupid, pointless, or obnoxious questions.
  3. BEDGASM (n) a feeling of euphoria experienced when climbing into bed at the end of a very long day.
  4. BEERBOARDING (n) extracting secret information from a colleague by getting them drunk.
  5. CARCOLEPSY (n) a condition where a passenger falls asleep as soon as the car starts moving.
  6. CELLFISH (n) an individual who continues talking on their phone so as to be rude or inconsiderate of other people.
  7. CHAIRDROBE (n) piling clothes on a chair in place of a closet or dresser; see also floordrobe.
  8. CHIPTEASE (n) when you buy a bag of potato chips thinking that it will be full but it turns out it’s just air.
  9. COLOMBUSING (n) when white people claim to have discovered something that has been around for years, decades or centuries.
  10. DESTINESIA (n) when you get to where you were intending to go, but forget why you were going there in the first place.
  11. DOPPELBANGER (n) a person who has sexual intercourse with someone that looks identical to them but is not related.
  12. DUDEVORCE (n) when two bros officially end their friendship.
  13. EGLAF (n) a word that has no meaning; can be used in place of any other word.
  14. EPIPHANOT (n) an idea that seems like an amazing insight to the conceiver but is in fact pointless, mundane, stupid, or incorrect.
  15. ERRORIST (n) someone who repeatedly makes mistakes, or is always wrong.
  16. HIBERDATING (n) when a person ignores their friends in favour of a boyfriend/girlfriend.
  17. INTERNEST (n) the cocoon of blankets and pillows you gather around yourself whilst spending long periods of time on the internet.
  18. JUGGERSNOT (n) a huge impending sneeze you can’t prevent.
  19. MASTURDATING (n) going out alone to a movie or a restaurant.
  20. NERDJACKING (n) filling a conversation with unnecessary detail about one’s passion to an otherwise uninitiated, uninterested layperson.
  21. NOMONYM (n) a food that tastes like another food.
  22. NONVERSATION (n) a completely worthless conversation; small talk.
  23. TEXTPECTATION (n) the anticipation felt when waiting for a response to a text.
  24. UNKEYBOARDINATED (adj) when you’re unable to type without repeatedly making mistakes.
  25. UNLIGHTENING (v) learning something that makes you dumber.
  26. YOUNIVERSE (n) used to indicate that a person has knowledge only of him or herself, their universe consists only of them.



Να προσθέσω κι εγώ μια:

social mediot a person who spends way too much time in the social media.
 
Έσβησα γραφόμενά μου προσπαθώντας να βάλω μια τελεία, αλλά το ποστ είναι πολύ μικρό και έτσι αναγκάστηκα να γράψω αυτό το κείμενο για να μη μου πει ότι είναι πολύ μικρό το ποστ... :p
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
εύμπουστη, η Η έχουσα πληθωρικό στήθος (γκουγκλοευρήματα μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού)

[...] αναρωτιέμαι σε ποια εκτροπή επικοινωνιακής λογικής στηρίζεται το θεώρημα ότι θα γίνω καλύτερος άνθρωπος επειδή με προτρέπει ένας τηλεαστέρας, μια υπερτιμημένη εύμπουστη νεαρά που προσποιείται τη δημοσιογράφο, ένας ηθοποιός με αντίστροφη σχέση τουπέ και ταλέντου, [...]

(Πέπη Ραγκούση, Τα Νέα)
 

nickel

Administrator
Staff member
Δεν θυμάμαι να έχω δει το ευ- να συνδυάζεται με ξενόφερτη λέξη, για να μην πω για το πανάσχημο (και ανύπαρκτο) ήχο βμπ.

Μπορούμε να συνεχίσουμε να λέμε πλουσιόστηθη και μεγαλόστηθη.
 

Zazula

Administrator
Staff member
μαραφετίχ = σύνεργο ερωτικού ονειρεαλισμού
μαραφετιχιστής = ο διά μαραφετίχ διεγειρόμενος
 
πανίδεος
ο έχων πλήρη άγνοια σε θέματα πανίδας

Πανιδαεμάνος
γνωστό και μη εξαιρετέο μέλος του φόρουμ που παίζει τα θέματα (μικρο/μακρο/μεγα)πανίδας στα πανιδάχτυλά του
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
πανίδεος
2. αίσθημα δέους ημών των πολλών (hoi polloi) μπροστά στις γνώσεις ενός πανίδεου (σημ. 1)
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Δέος μπροστά στην άγνοια; :confused:

Φτου!
Είχα φτιάξει αρχικά και τρίτο ορισμό (για να παραπέμψω εκεί): πανίδεος: 3. αυτός που έχει ιδέα/γνώμη για τα πάντα (από παντίδεος με απόρριψη του τ), αλλά μετά σκέφτηκα ότι μόνο η απόφραξη (επιτρέπεται να) σημαίνει το άλφα και το αντίθετό του και το έσβησα. Τα ίχνη του εγκλήματος έμειναν όμως, για να τα εντοπίσει ο προσεκτικός παρατηρητής...
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
στοκοπροσήλωση: Η εμμονική στάση διαφόρων στόκων να κατασκευάζουν ανόητα ιδεοληπτικά σενάρια για να επιχειρηματολογήσουν στον δημόσιο διάλογο, π.χ. (ο κύριος είναι υποψήφιος POTUS):

 

nickel

Administrator
Staff member
Φοβάμαι ότι στοκοποιείς μεγάλη μερίδα του πληθυσμού.
 

nickel

Administrator
Staff member
αποφράιντι η, η Παρασκευή 29 Μαΐου που φοβάσαι μην αποδειχτεί και πάλι αποφράδα.
 

christinaneo

New member
πουτσαδόρος poutsadoros.jpg

Φανταστικό πλάσμα που έχει τη μορφή δίμετρου, γυμνασμένου ντελιβερά πίτσας, ο οποίος μόλις του ανοίγεις την πόρτα σου ανοίγει τα μπούτια και σου εξηγεί τι εστί χοντρή ζύμη. Το πλάσμα αυτό υπάρχει μόνο σε φτηνές τσόντες και ερωτικές ιστορίες. Ο πουτσαδόρος συγγενεύει με ένα άλλο φανταστικό πλάσμα, τον fucκούριερ, ο οποίος εμφανίζεται στην πόρτα σου για να σου παραδώσει ένα πολύ μεγάλο πακέτο.

Απο το βιβλίο του Λύο Καλοβυρνά "Πλαθολόγιο Λέξεων - η απουστειρωμένη έκδοση". Εικονογράφηση δική μου.


Επίσης σχετικό με το νήμα: έχω παρατηρήσει ότι οι λέξεις που είναι ήδη σύνθετες προσφέρονται ιδιαίτερα για λεξιπλασία. Π.χ. η λέξη "ζαμπονοτυρόπιτα" χωράει ένα σκασμό λέξεις ανάμεσα. Ζαμπονο-ψαρο-κολοκυθοσαυρο-κριθαρό-πιτα. (ναι, έχει κολοκυθόσαυρο μέσα, είναι της ύστερης Κρητιδικής. Ή Κρητη-δικής, για να ταιριάζει με την κριθαροκουλούρα.)
 

nickel

Administrator
Staff member
Συνώνυμο για τον παραπάνω: μποντιλιβεράς. (Το μπο- είναι από το beau.)
 

daeman

Administrator
Staff member
... Π.χ. η λέξη "ζαμπονοτυρόπιτα" χωράει ένα σκασμό λέξεις ανάμεσα. Ζαμπονο-ψαρο-κολοκυθοσαυρο-κριθαρό-πιτα. ...

Ιδού μία, σε συντομευμένη εκδοχή:

... Περί ορέξεως, κολοκυθοσπανακοτυροκαρυδοφραουλοδαμασκηνολουκανικοπικροραδικοξινολεμονοχυλόπιτα.

Εκτός από τις πίτες, προσφέρονται επίσης και τα γεμιστά (turducken) και το φρικασέ:

Θέλει πολλή προσπάθεια ακόμα για να φτάσουμε τις αριστοφανικές
λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιολιπαρομελιτοπαστοπεταλιδο .... [παραλείπονται πολλά γράμματα] ... στραγαλοπετμεζοφτερουγόδιπλες.
...

Χωρίς τυρί:

λοπαδο­τεμαχο­σελαχο­γαλεο­κρανιο­λειψανο­δριμ­υπο­τριμματο­σιλφιο­καραβο­μελιτο­κατακεχυ­μενο­κιχλ­επι­κοσσυφο­φαττο­περιστερ­αλεκτρυον­οπτο­κεφαλλιο­κιγκλο­πελειο­λαγῳο­σιραιο­βαφη­τραγανο­πτερύγων

ή με τυρί:

λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιοτυρομελιτοκατακεχυμενοκιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστεραλεκτρυονοπτεκεφαλλιοκιγκλοπελειολαγῳοσιραιοβαφητραγανοπτερυγών


Και με παράδοση κατ' οίκον.
 
φωνασκογελάω: γελάω και φωνάζω από χαρά, π.χ. ενώ παίζω ζωηρά (ο μικρός περνάει μια φάση όπου του αρέσει να φτιάχνει δικές του λέξεις, και μερικές είναι πολύ πετυχημένες) :-)
 

nickel

Administrator
Staff member
Τελεσίγραφο Τσίπρα για τις περικοπές στις συντάξεις

«Αν η Ευρώπη επιμείνει σε περικοπές στις συντάξεις, θα πρέπει να αναλάβει το κόστος μιας εξέλιξης που δεν θα είναι ευχάριστη για κανέναν», δήλωσε ο πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας αμέσως μετά τη συνάντηση με τον αυστριακό καγκελάριο Βέρνερ Φάιμαν, αφήνοντας εκ νέου ανοιχτό το ενδεχόμενο ρήξης.

http://www.kathimerini.gr/819701/ga...grafo-tsipra-gia-tis-perikopes-stis-synta3eis

Αυτό λέγεται θεωρία των θεομπαιγνίων.
 
Top