Paradiper_Du
Member
λαπαβίστας, ο (ουσ.) : Φλογερός απόστολος της άποψης ότι η Ελλάδα της μνημονιακής εποχής πρέπει να επιστρέψει στο εθνικό της νόμισμα, τη δραχμή. Απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι κανείς λ. είναι να ζει εκτός Ελλάδας, να έχει εισοδήματα σε σκληρό νόμισμα και να τον περιμένει σίγουρη θέση σε πανεπιστήμιο του εξωτερικού. Παραδ. χρήσης: Ο καπιταλιστής που σκέφτεται και μαρξιστικά, ιδιαίτερα άμα έχει και κανέναν σύμβουλο οικονομολόγο απ’ τη συνωμοταξία [sic] των “Λαπαβίστας” (πώς λέμε Ζαπατίστας) ... (zougla.gr, Ιούλιος 2011) | μια συμφωνία που θα απέχει από το όραμα των λαπαβίστας (lexilogia.gr, Ιούνιος 2015). Ετυμ. Από το όνομα του οικονομολόγου και βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Κώστα Λαπαβίτσα, σχηματισμός σε ευθεία και ηθελημένη αναλογία με επαναστατικά κινήματα με παρόμοια κατάληξη (γραμματική): Ζαπατίστας, Σαντινίστας κλπ.