Σε σχέση με το θέμα μας :): έχοντας ήδη μεταφράσει αρκετά βιβλία λογοτεχνίας, πιστεύω ότι ο μεταφραστής δεν είναι συγγραφέας, και δεν πρέπει να είναι συγγραφέας. Δεν έχει σημασία εάν ο συγγραφέας μεταφράζει τις εικόνες που έχει στο κεφάλι του: ο μεταφραστής μεταφράζει, μεταξύ άλλων, το κείμενο, τη γλώσσα, που έχει μπροστά του.
Αν, π.χ., γράφει ο συγγραφέας «είχε πολύ χρόνο μπροστά του» και ο μεταφραστής αποδώσει «είχε άπλετο χρόνο μπροστά του», προδίδει, κατά τη γνώμη μου, το πρωτότυπο. Δεν έχουμε δικαίωμα, όταν μεταφράζουμε, να λέμε τη γνώμη μας. Δεν είμαι τόσο απόλυτη επειδή θέλω να κάνω εντύπωση, όχι. Σκέφτομαι απλώς ότι ο κάθε συγγραφέας έχει επιλέξει πού θα μπει η κάθε λέξη και πώς θα συνδυαστεί με τις επόμενες, ίσως έχει μάλιστα αφιερώσει μέρες ολόκληρες στο αν θα πει «πολύς» ή «άπλετος» χρόνος.
Σε μια τέτοια περίπτωση, πολύ αμφιβάλλω αν ο συγγραφέας θα ήθελε να πάρει ο μεταφραστής πρωτοβουλίες, να αφήσει ελεύθερο τον κρυμμένο λογοτέχνη που έχει μέσα του και να παρέμβει, ουσιαστικά, στο έργο του.
Αυτός είναι ο λόγος που, κατά τη γνώμη μου πάντα, οι μεταφράσεις που έχουν γίνει από συγγραφείς και λογοτέχνες, όπως π.χ. ο Καζαντζάκης, είναι μάλλον διασκευές παρά μεταφράσεις, γιατί φέρουν τη σφραγίδα του δεύτερου δημιουργού. Έχουν την αξία τους, ναι, ωστόσο δεν παύουν, συχνά, να απομακρύνονται από το πρωτότυπο έργο.
Γι' αυτό είναι δύσκολη η μετάφραση: γιατί είμαστε αναγκασμένοι να ερμηνεύουμε το πρωτότυπο και να το αναδημιουργούμε σε μια άλλη γλώσσα, διαφορετική, με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο, χωρίς ωστόσο να το προδίδουμε παρεμβαίνοντας σε αυτό. Δε θα έλεγα λοιπόν ότι η μετάφραση είναι υποδεέστερη, ακόμα κι αν πολλοί αυτό πιστεύουν. Θα έλεγα εξίσου ή και περισσότερο δύσκολη με τη συγγραφή, γιατί δεν πρέπει να αφήνει τα σημάδια της.