Χρειάστηκαν μερικά λεπτά σύγχυσης για να καταλάβω ότι το υπόμνημα τα έχει λίγο μπλεγμένα: είδα το ξίφος δίπλα στο «τριφύλλι» του σπαθιού και δεν μπορούσα να καταλάβω ποια ήταν η αντιστροφή. (Απεναντίας, το σπαθί το λένε στα αγγλικά
club, «ρόπαλο», που ταιριάζει με τα μπαστούνια.)
Βέβαια τα σύμβολα δεν μοιάζουν καθόλου με ραβδιά, ξίφη ή κύπελλα. Αυτό μου φάνταζε πολύ παράξενο όταν ήμουν μικρός, μέχρι που έπιασα στα χέρια μου μια τράπουλα ταρό και κατάλαβα από πού ήρθαν τα ονόματα — αν και όχι τον λόγο που άλλαξαν τόσο τα σύμβολα.
Ευρωπαϊκές παραλλαγές
Τα παιγνιόχαρτα εισήχθησαν στην Ευρώπη από τον ισλαμικό κόσμο στα τέλη του 14ου αιώνα (με απώτερη προέλευση πιθανότατα από την Κίνα), και οι τέσσερις «φυλές» ήταν τα νομίσματα, τα μπαστούνια του πόλο, τα κύπελλα και τα σπαθιά.
Το πόλο ήταν άθλημα ακόμα άγνωστο στην Ευρώπη, οπότε τα μπαστούνια προσαρμόστηκαν σε κάτι πιο αναγνωρίσιμο, αλλά τα υπόλοιπα σύμβολα διατηρήθηκαν περίπου αυτούσια στις ιταλικές και ισπανικές τράπουλες (με ευθέα ξίφη αντί για κυρτά στις τελευταίες). Οι Γερμανοί, από την άλλη,
πειραματίστηκαν με πιο βουκολικές παραστάσεις κατά τον 15ο αιώνα, από τις οποίες επικράτησαν τα φύλλα, οι καρδιές, τα κουδούνια και τα βελανίδια. (Υπήρξε ποικιλία και στον αριθμό των χαρτιών· οι γερμανικές τράπουλες κατέληξαν στα 32 φύλλα, και
διαβάζω σε άλλο νήμα ότι με τόσα παιζόταν το πόκερ στην Ελλάδα μέχρι το '60.) Σε αντίθεση δε με τις ισλαμικές τράπουλες, όπου η απεικόνιση της ανθρώπινης μορφής απαγορευόταν, τα ευρωπαϊκά παιγνιόχαρτα είχαν εικονογράφηση που έφτανε ακόμα και την κοινωνική κριτική, όπως αυτή η
τράπουλα του Πέτερ Φλέτνερ από το 1540 περίπου.
Τα γερμανικά σύμβολα άλλαξαν με τη σειρά τους στη Γαλλία: το φύλλο έγινε δόρυ (
pique), η καρδιά έμεινε ως είχε (
cœur), το κουδούνι αντικαταστάθηκε από τον ρόμβο (
carreau) και ο μίσχος με βελανίδια έγινε τριφύλλι (
trèfle). Τα σχέδια αυτά τυποποιήθηκαν με στένσιλ, για φθηνότερη παραγωγή αλλά και ευκολότερη ανάγνωση στα παιχνίδια, όπως σε αυτή τη
γαλλική τράπουλα από τα μέσα του 18ου αιώνα.
Το 1480 τα γαλλικά παιγνιόχαρτα ήδη εξάγονταν στην Αγγλία, απ' όπου διαδόθηκαν ακόμα περισσότερο. Οι Άγγλοι όμως φαίνεται πως ήταν εξοικειωμένοι με τις ισπανικές τράπουλες, και παρότι μετέφρασαν τις γαλλικές ονομασίες για τα κόκκινα φύλλα (
hearts και
diamonds), για τα μαύρα κράτησαν τα παλιά ονόματα:
clubs και
spades, όπου το τελευταίο αποδίδει το ιταλικό
spade ή το ισπανικό
espadas (
με προέλευση από την ελληνική σπάθη).
Spade είναι βέβαια το (ρηχό) φτυάρι στην αγγλική, και το σύμβολο έχει μια μικρή ομοιότητα που συσκοτίζει κάπως την προέλευσή του… αν και τα δύο
spade εμφανίζονται τελικά ως ομόρριζα.
Ελληνικά τραπουλόχαρτα
Στον ελλαδικό χώρο η τράπουλα μοιάζει να ήρθε με τους Ενετούς, όπως φαίνεται και από την προέλευση της λέξης (ήταν ενετικό παιχνίδι το
Trappola, «παγίδα»), και στα Επτάνησα χρησιμοποιούνταν βενετσιάνικες τράπουλες των 40 φύλλων για χρόνια μετά την ένωση με την Ελλάδα:
οι πρώτες τράπουλες του Γεράσιμου Ασπιώτη το 1873 ήταν αυτού του τύπου. (Παράδειγμα:
Άσος σπαθί.) Στην Ελλάδα κυκλοφορούσαν παράλληλα με τις γαλλικές τράπουλες, από τις οποίες είχαν εμφανιστεί ελληνικές εκδόσεις
ήδη από την Επανάσταση. Αυτή εδώ τυπώθηκε στην Ουγγαρία το 1829· ήταν παλιά παράδοση να ταυτίζονται οι φιγούρες με συγκεκριμένες μορφές, ιστορικές ή μη.
Το εργοστάσιο «Ελπίς» του Ασπιώτη συνέχισε να παράγει παιγνιόχαρτα ενετικού και γαλλικού τύπου μέχρι το 1888,
όταν το γύρισε στα γαλλικού τύπου αποκλειστικά. Πλέον δούλευε ως προμηθευτής του Δημοσίου, καθώς τα παιγνιόχαρτα υπάγονταν στο κρατικό μονοπώλιο του Τρικούπη, μαζί με τα σπίρτα (
πυρεία) και το φωτιστικό πετρέλαιο (συν το προϋπάρχον μονοπώλιο του αλατιού).
Η παραγωγή παιγνιόχαρτων συνεχίστηκε στην Κέρκυρα μέχρι την καταστροφή του εργοστασίου από ιταλικό βομβαρδισμό το 1940, και έκτοτε στην Αθήνα μέχρι την κατάργηση του Ελληνικού Μονοπωλίου το 1986. (Κάπου εκεί χρεοκόπησε και η Ασπιώτη-ΕΛΚΑ, άλλοτε ηγέτιδα του τομέα της στα Βαλκάνια. Στη θέση του εργοστασίου της στη λεωφόρο Βουλιαγμένης
βρίσκεται τώρα το Athens Metro Mall.) Αυτή η
τράπουλα των 32 φύλλων του ΕΜ, με φιγούρες εγχώριας αισθητικής και ονομάτων (Βασιλεύς, Κόρη και Θεράπων), δεν πρέπει να είναι πάνω από πενήντα ετών, κρίνοντας από τον θυρεό της Γʹ Ελληνικής Δημοκρατίας.
Να και μια παλιότερη των 54 φύλλων:
(Γούστο είχαν και
όσες πωλούνταν στο εξωτερικό, με σημείωση «απαγορεύεται η χρήση στην Ελλάδα».)
Το συμπέρασμα;
Εεε… δεν ξέρω.
Ούτε ο Σαραντάκος ξέρει. Τα γαλλικού τύπου τραπουλόχαρτα κυριάρχησαν σταδιακά στην Ελλάδα, χάρη στις μόδες που άλλαζαν και τα νέα παιχνίδια που γίνονταν δημοφιλή — συν το ακαταμάχητο πλεονέκτημα ότι έγραφαν αριθμούς πάνω,
σε αντίθεση με τα
ενετικού τύπου. Συνυπήρξαν όμως για πολύ καιρό· όπως στην Αγγλία, έτσι κι εδώ, άρχισε να αλλάζει το σχέδιο αλλά επιβίωσαν οι παλιές ονομασίες που τόσο με παραξένευαν ως παιδί…
…εν μέρει. Το
καρό επικράτησε κι εδώ (αντί για το
νόμισμα/δηνάριο), και η
πίκα υπήρξε συνώνυμη με το
μπαστούνι.
Το ιταλικό
picca προκύπτει βέβαια από το γαλλικό
pique.
Ο Άρης Στουγιαννίδης γράφει εδώ πως «η picca = λόγχη είναι ένα όπλο που αποτελείται από ένα μεταλλικό άκρο με διάφορες μορφές και σχήματα τοποθετημένο σε ένα ξύλινο κοντάρι (μπαστούνι), το μήκος ποικίλει από 4 ως 5 μέτρα. […] Αν και το μεταλλικό άκρο είναι η πίκα κατά συνεκδοχών ονομάστηκε το όλο όπλο πίκα. Το όπλο όλο, με την ίδια συνεκδοχή, ονομάστηκε και μπαστούνι. Αν το ιππικό συναντούσε ένα φράγμα καμωμένο από οπλίτες με τέτοια όπλα αν δηλαδή έβρισκε μπαστούνια, βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση. Πβλ. την ανάλογη φράση "τα βρήκε μπαστούνια"».
Αν συσχετίστηκε έτσι η πίκα με το μπαστούνι στο πεδίο της μάχης, τότε εξηγείται γιατί συσχετίστηκαν και στις τράπουλες, με αποτέλεσμα να γίνει σπαθί το γαλλικό «τριφύλλι». Ισχύει όμως; Ομολογώ ότι δεν βρίσκω αναφορές.