Στις λεζάντες της εικόνας το πάσο κατατάχτηκε στα άκλιτα, αλλά το βλέπω άκλιτο και σε άλλα σημεία του κειμένου (κοκκινίζω όσα κατά τη γνώμη μου έπρεπε να κλιθούν):
Από την Καθημερινή:
[...]
Αυτό είναι το ποσό με το οποίο επιβαρύνθηκε ο κρατικός προϋπολογισμός από την απλόχερη διανομή πάσο από τα ΑΕΙ σε μη δικαιούχους, καθώς πέρυσι ο ένας στους δύο κατόχους πάσο για τις εκπτώσεις στα μέσα μεταφοράς δεν το δικαιούνταν. Εως και πέρυσι η διαδικασία χορήγησης πάσο διεκπεραιωνόταν αποκλειστικά υπό την εποπτεία των ΑΕΙ. Φέτος, όμως, το υπουργείο Παιδείας άλλαξε το σύστημα και η έγκριση των σχετικών αιτήσεων και η έκδοση των πάσο έγινε ηλεκτρονικά. Αποτέλεσμα ήταν να αποκαλυφθεί το σκάνδαλο διασπάθισης δεκάδων εκατ. ευρώ τα προηγούμενα χρόνια και σήμερα να εκτίθενται τα ίδια τα ιδρύματα, που επί χρόνια έκαναν τα... στραβά μάτια στις φοιτητικές παρατάξεις, οι οποίες αφού κανείς δεν τις έλεγχε και για λόγους αλίευσης μελών και ψήφων μοίραζαν αφειδώς πάσα! [...]
Τι κρίμα να επιβεβαιώνεται καθημερινά η θεωρία ότι σ' αυτόν τον τόπο δεν υπάρχουν αθώοι. Ακόμα και οι πολύ νέοι, το μέλλον του τόπου, συμβάλλουν στη λεηλασία χρησιμοποιώντας ένα πάσο που δεν δικαιούνται, μόνο που δεν τους το δίνει κανένας τζάμπα, το πληρώνουν τα κορόιδα οι μισθωτοί, ενώ τους χλευάζουν (τους μισθωτούς) από μακριά οι ελεύθεροι επαγγελματίες με τα ετήσια εισοδήματα κάτω από 12.000 ευρώ.
Παρατήρηση γλωσσικής φύσης: Στις λεζάντες του γραφικού το πάσο εμφανίζεται άκλιτο, πληθυντικός "τα πάσο", ενώ μέσα στο κείμενο κλίνεται κανονικά.
*Η υπογράμμιση δική μου, επειδή έχω ιδιαίτερη εκτίμηση στον κύριο πρύτανη του ΑΠΘ.
Για το θέμα, και βέβαια δεν πρέπει να παίρνουν πάσα όσοι δεν τα δικαιούνται.
Μόνο ένα σχόλιο για την ενοχοποίηση των πάσων, των πάντων και πασών, και για τις ευθύνες και τις τάξεις μεγέθους. Δεν συμφωνώ ότι δεν υπάρχει κανένας αθώος σ' αυτό τον τόπο - και δεν βάζω τον εαυτό μου στους αθώους. Δεν υπάρχει γονίδιο της ενοχής· και αν υπήρχε, δεν θα το είχαμε μόνο εμείς. Οι άνθρωποι παντού, ήδη από μικρά παιδιά, είναι όπως τους μάθεις, όπως βρίσκουν κάνουν και ό,τι μπορούν. Βέβαια, εμείς το παρακάνουμε, του βγάζουμε τα μάτια, και τα κάνουμε όλα εξόφθαλμα, κραυγαλέα.
Ναι, υπάρχουν πολλοί ένοχοι: και αυτοί, και οι άλλοι, και οι τάδε, και οι δείνα, και οι μπήξε, και οι δείξε, ωστόσο δεν έχουν όλοι το ίδιο μερίδιο ευθύνης. Αν αρχίσουμε όμως να κρεμάμε τους ενόχους, πού θα καταλήξουμε; Να το πάρουμε απόφαση ότι θα φαγωθούμε μεταξύ μας ή μήπως είναι καλύτερα να τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα, να του βάλουμε μπουρλότο να γίνει στάχτη και μπούρμπερη, που θα είναι και πιο οικονομικό; Και, αν υποθέταμε ότι θα έπρεπε να στήσουμε λαϊκά δικαστήρια και αγχόνες, από πού θα 'πρεπε να ξεκινήσουμε, απ' αυτούς που - κακώς, κάκιστα - εκμεταλλεύτηκαν μια δεδομένη κατάσταση για να γλιτώσουν κάνα φράγκο ή από κείνους που, ενώ είχαν τη θέση και την ευθύνη, την αρμοδιότητα και τη δυνατότητα να το σταματήσουν, το επέτρεπαν επειδή επωφελούνταν τα μέγιστα τόσες δεκαετίες και, τώρα που ήρθαν τα ζόρια, δείχνουν με το δάχτυλο τους άλλους (πάντα και μόνο), διαιρούν και βασιλεύουν, μας ρίχνουν στάχτη στα μάτια κατηγορώντας μέχρι και την τελευταία τρύπα της φλογέρας, αποσιωπώντας τις δικές τους ευθύνες και ατασθαλίες;
Επί του πρακτέου όμως, έτσι θα βγούμε από την κρίση, με αλληλοκατηγορίες, τρώγοντας τα σωθικά μας;
Ή είναι καλύτερα να δούμε επιτέλους τα στραβά -
όλα τα στραβά όμως, ψηλά και χαμηλά - και να προσπαθήσουμε να τα διορθώσουμε;