Τι σημαίνει «χολαίνω»;
Τι σημαίνει «χολαίνω» (ναι, με όμικρον); Κι ακόμη καλύτερα: Τι νόημα μπορεί να έχει η πρόταση «Ο καιρός χολαίνει την ενημέρωση» (όπως γράφτηκε στους υπότιτλους του αποψινού Criminal Minds);
.
Αν το μυαλό σας πήγε στη σημασία “κουτσαίνω” ή, στις συνηθέστερες (μεταφορικές) χρήσεις “υπολείπομαι”, “υπολειτουργώ”, “καρκινοβατώ”, “καθυστερώ”, “πάσχω” κττ, εκείνο το
χωλαίνω γράφεται με ωμέγα.
Τι άλλο θα μπορούσε να είναι; Μήπως κάτι που σχετίζεται με τη χολή — όπως πχ κόβω τη χολή κάποιου ή τον ποτίζω χολή; Θα μπορούσε — αν όντως υπήρχε τέτοιο ρήμα· όμως δεν υπάρχει.
Εδώ το μόνο που θα μπορούσε να πει κανείς είναι ότι «ο καιρός δυσχεραίνει την ενημέρωση», ότι την δυσκολεύει, ότι την εμποδίζει — ή, πιθανότερα αυτό που είχε κι ο υποτιτλιστής στο μυαλό του, ότι την κωλύει. Κι ίσως εδώ να είναι και το κλειδί του γρίφου μας: Ο υποτιτλιστής σκέφτηκε το
κωλύει αλλά το μπέρδεψε με το
χωλαίνει (ή ίσως και να τα θεωρεί το ίδιο), κι από πάνω ανορθογράφησε και το /ο/ του.
Κι έτσι βέβαια προκύπτει ένα ακόμη θεματάκι: Μπορεί σε μια τέτοια, δλδ μεταφορική, χρήση το ρ.
χωλαίνω να είναι μεταβατικό; Προσωπικά το βρίσκω να είναι στις μεταφορικές του σημασίες πάντα αμετάβατο (μέχρι σήμερα), αλλά το ΧΛΝΓ το δίνει και μεταβατικό χωρίς να διευκρινίζει το πώς και το γιατί (αντιθέτως, το ΛΝΕΓ αναφέρει ότι η μεταβατική χρήση αφορά αποκλειστικά την κυριολεκτική σημασία “κάνω κάποιον κουτσό”· το ΝΕΛ το δίνει μόνο αμετάβατο). Εσείς τι λέτε απ’ αυτού;
Με την ευκαιρία, να σημειώσουμε ότι το
χωλός δεν συνδέεται ετυμολογικά ούτε με το
κουλός [<αρχ.
κυλλός] ούτε με το
κωλύω.
ΥΓ Και για να έχετε και το πρωτότυπο (απ' το s07e07): «The weather must be affecting the upload.»