blackadder
New member
Καλησπέρες, καλοί μου Λεξιλόγοι!
Τελείωσα με το λεξιλόγιο (ή, τουλάχιστον, έτσι νομίζω) και έχω ξεκινήσει το διάβασμα.
Όποιος έχει λίγο χρόνο, ας ρίξει μια ματιά στις απορίες μου:
1. Oh, that marrowless age
Would stuff the hollow bones with damn'd desires,
And stead of heat kindle infernal fires
Within the spendthrift veins of a dry Duke,
A parch'd and juiceless luxur!
Αν διαβάζω σωστά τον Abbott, εδώ το would stuff σημαίνει “γεμίζει/κάνει τα κόκαλα να γεμίζουν...”. Κάνω λάθος; Το καταλαβαίνει κανείς αλλιώς; Εννοώ, σαν έγκλιση/ρηματική διάθεση.
2. Στη δίκη του για το βιασμό μιας αρχόντισσας, ο Junior λέει:
Well then, 'tis done, and it would please me well
Were it to do again: sure [she's] a goddess
For I'd no power to see her and to live.
It falls out true in this, for I must die:
Her beauty was ordain'd to be my scaffold.
Πώς καταλαβαίνετε το στίχο στα bold;
(Καμία βιασύνη, δώστε προτεραιότητα σε όποιον τη χρειάζεται! )
-edit: πρόλαβα να διορθώσω το σταφ και στο δικό μου, thanks, nickel!-
Τελείωσα με το λεξιλόγιο (ή, τουλάχιστον, έτσι νομίζω) και έχω ξεκινήσει το διάβασμα.
Όποιος έχει λίγο χρόνο, ας ρίξει μια ματιά στις απορίες μου:
1. Oh, that marrowless age
Would stuff the hollow bones with damn'd desires,
And stead of heat kindle infernal fires
Within the spendthrift veins of a dry Duke,
A parch'd and juiceless luxur!
Αν διαβάζω σωστά τον Abbott, εδώ το would stuff σημαίνει “γεμίζει/κάνει τα κόκαλα να γεμίζουν...”. Κάνω λάθος; Το καταλαβαίνει κανείς αλλιώς; Εννοώ, σαν έγκλιση/ρηματική διάθεση.
2. Στη δίκη του για το βιασμό μιας αρχόντισσας, ο Junior λέει:
Well then, 'tis done, and it would please me well
Were it to do again: sure [she's] a goddess
For I'd no power to see her and to live.
It falls out true in this, for I must die:
Her beauty was ordain'd to be my scaffold.
Πώς καταλαβαίνετε το στίχο στα bold;
(Καμία βιασύνη, δώστε προτεραιότητα σε όποιον τη χρειάζεται! )
-edit: πρόλαβα να διορθώσω το σταφ και στο δικό μου, thanks, nickel!-
Last edited: