Για το "φαρμακοποικιλοπωλείο" η άρνησή μου έχει προφανείς λόγους: Τεράστιος
δείκτης μπλα-μπλα και άγνωστη λέξη που χρειάζεται υποσημείωση.
Αλλά συμφωνώ με τον Νικέλ και την Αργυρώ ότι το συγκεκριμένο μαγαζί είναι άγνωστου τύπου στην Ελλάδα, αλλά πασίγνωστο σε όσους διαβάζουν αμερικάνικη λογοτεχνία, αμερικάνικο Τύπο ή βλέπουν ταινίες. Έχουμε κι άλλα πράγματα που μάθαμε να τα λέμε με ένα ξενόφερτο όνομα, ακριβώς επειδή δεν υπήρχε κάτι το ανάλογο στην Ελλάδα.
Κι εμένα η αρχική μου απόδοση ήταν "μαγαζί". Αλλά όταν άρχισε να επαναλαμβάνεται δεύτερη και τρίτη φορά, "πάω στο μαγαζί, τηλεφώνησέ μου στο μαγαζί", έδινε την εντύπωση ότι μιλάμε για
το μαγαζί της κυρίας. Εκείνη τη στιγμή έβαλα την ερώτηση για να δω πώς διάκειται η ομήγυρη. Στη συνέχεια είδα και την εικόνα του μαγαζιού, που δεν είναι ούτε μαγαζάκι ούτε γωνιακό μαγαζάκι. Είναι ντράγκστορ με τα όλα του, στο κέντρο του Χιούστον της δεκαετίας του '50.
Δεν καταλαβαίνω πάντως την άρνηση να προσθέσουμε ξένες λέξεις στο λογοτεχνικό μας λεξιλόγιο, και μάλιστα για αντικείμενο που είναι δεδομένο ότι δεν υπάρχει στην ελληνική πραγματικότητα, τη στιγμή που τις προσθέτουμε αβέρτα στο τεχνικό μας λεξιλόγιο. Σ' ένα λεξιλόγιο όπου, για παράδειγμα, έχει επικρατήσει κατά κράτος το "ασανσέρ", και ο ανελκυστήρας μένει στα επίσημα χαρτιά, και πολλά άλλα που δεν χρειάζεται να τα πω τώρα.