πιγκάλ — αναζητείται η ετυμολογία τής λέξης

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Ε, μπορεί κάποιος μαρκετίστας της εποχής να ήθελε να το συνδέσει με το Πιγκάλ ή να έγινε η σύνδεση «αυτόματα» (τι πεγκάλ, τι πιγκάλ) κ.λπ.

(Επίσης, θέλει προσοχή το άρθρο που τσιτάρω. Ενώ έχει τίτλο «Μετά τη χρεοκοπία του 1893», το πιο πάνω απόσπασμα που έδωσα αναφέρεται σε εταιρείες που δημιουργήθηκαν μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή).
 
(Επίσης, θέλει προσοχή το άρθρο που τσιτάρω. Ενώ έχει τίτλο «Μετά τη χρεοκοπία του 1893», το πιο πάνω απόσπασμα που έδωσα αναφέρεται σε εταιρείες που δημιουργήθηκαν μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή).

Το πρόσεξα (πλαστικά το 1893; )...
 

daeman

Administrator
Staff member
 

acid

New member
Σήμερα είχα μια συζήτηση για την ετυμολογία του πιγκάλ. Μπαίνω κι εγώ στο Ίντερνετ και γενικά βλέπω λίγα πράγματα. Απ’ ό,τι φαίνεται, δεν υπάρχει αλλού η λέξη πιγκάλ. Οπότε, αφού όλοι βάζουν ένα λιθαράκι με τις υποθέσεις τους, ότι μάλλον θα λεγόταν έτσι η εταιρεία ή από τον pigalle, λέω να κάνω κι εγώ την δική μου υποόθεση.

Στην Ήπειρο και στην Άρτα συγκεκριμένα χρησιμοποιούμε την λέξη πίγκος όταν θέλουμε να μιλήσουμε για βρομιά. Λέμε π.χ. «καθάρισέ το γιατί έπιασε πίγκο». Μια ετυμολογία της λέξης πίγκος υπάρχει εδώ. Δεν λέω ότι είναι αυτό, μια υπόθεση κάνω, αλλά έχει μια βάση αυτό που καθαρίζει τον πίγκο της τουαλέτας να λέγεται πιγκάλ.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Έψαξα από τα δυτικά, αλλά τίποτα. Ούτε εταιρείες βρήκα, ούτε κάτι σχετικό. Είπα λοιπόν να ψάξω στο τουρκικό λεξικό και βρήκα τη λέξη bigal (μπιγκάλ) που σημαίνει κοντάρι.
Τώρα βέβαια δεν έχω κοντά μου υλικό για να το επιβεβαιώσω, οπότε προς το παρόν το ρίχνω στο τραπέζι και επιφυλάσσομαι.

Σήμερα είχα μια συζήτηση για την ετυμολογία του πιγκάλ. Μπαίνω κι εγώ στο Ίντερνετ και γενικά βλέπω λίγα πράγματα. Απ’ ό,τι φαίνεται, δεν υπάρχει αλλού η λέξη πιγκάλ. Οπότε, αφού όλοι βάζουν ένα λιθαράκι με τις υποθέσεις τους, ότι μάλλον θα λεγόταν έτσι η εταιρεία ή από τον pigalle, λέω να κάνω κι εγώ την δική μου υποόθεση.

Στην Ήπειρο και στην Άρτα συγκεκριμένα χρησιμοποιούμε την λέξη πίγκος όταν θέλουμε να μιλήσουμε για βρομιά. Λέμε π.χ. «καθάρισέ το γιατί έπιασε πίγκο». Μια ετυμολογία της λέξης πίγκος υπάρχει εδώ. Δεν λέω ότι είναι αυτό, μια υπόθεση κάνω, αλλά έχει μια βάση αυτό που καθαρίζει τον πίγκο της τουαλέτας να λέγεται πιγκάλ.

Εδώ μπορεί να υπάρχει κάτι. Ο συνδυασμός μιας ηπειρώτικης λέξης που σημαίνει βρομιά (να το τσεκάρουμε πού και πότε χρησιμοποιείται, όμως) και μιας τούρκικης που σημαίνει κοντάρι μπορεί μια χαρά να έδωσαν το κοντάρι για τη βρομιά.

Και καλωσόρισες, acid.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Με μια γρήγορη ματιά, πάντως, βλέπω ότι τοπικά η λέξη πίγκος έχει τρεις σημασίες: τρικάταρτο ιστιοφόρο, χωματουργικό εργαλείο (ποιο, άραγε), και τη λέρα από μαλλί προβάτου. Σίγουρα θέλει αρκετό ψάξιμο ακόμα.
 

cougr

¥
Με μια γρήγορη ματιά, πάντως, βλέπω ότι τοπικά η λέξη πίγκος έχει τρεις σημασίες: τρικάταρτο ιστιοφόρο, χωματουργικό εργαλείο (ποιο, άραγε), και τη λέρα από μαλλί προβάτου. Σίγουρα θέλει αρκετό ψάξιμο ακόμα.

μπίγκος ή πίγκος (ο)
μεγάλο σφυρί, οδοντωτό στο ένα μέρος και μυτερό στο άλλο, με το οποίο σάζουν, πελεκούν τα λιθάρια, που βάνουν αγγωνάρια στα σπίτια. Επίσης με τον πίγκο «χάραζαν» οι παλιοί τα λιθάρια των λιτρουβειών και των μύλων.


Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης (lexikolefkadas.gr)
 
Και γιατί να χρησιμοποιούν βούρτσες τουαλέτας ειδικά οι οίκοι ανοχής; Δεν είναι εξάρτημα που χρειάζεται στη δουλειά τους όπως το μπιντέ.

Λογικό.
Λόγω επαγγελματικού χώρου, ίσως έμπλεξαν τις βούρτσες.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Υπάρχει μια λέξη στα γαλλικά η οποία και προφέρεται "πιγκάλ" και σχετίζεται με την εδραία περιοχή· πρόκειται για τη λ. pygal, η οποία σημαίνει «πυγαίος» (πρβλ. dorsal–ραχιαίος). Η λ. pygal προέρχεται (μέσω του λατ. pyga) από την ελλην. λ. πυγή — όπως άλλωστε και η ελλην. λ. πυγαίος στην οποία αντιστοιχεί. Η σύναψη «plaque pygale» είναι ίσως η δημοφιλέστερη σύγχρονη χρήση της λέξης στη γαλλική (αλλά και στην αγγλική) γλώσσα, και αναφέρεται στο μέρος του οστράκιου (δηλ. του καύκαλου) των χελωνών στο ακρότατο μέρος τους, ακριβώς πάνω από την ουρά: https://fr.wikipedia.org/wiki/Carapace_de_tortue Ωστόσο πρόκειται για μια λέξη σπάνια (όπως άλλωστε πλέον σήμερα κι η ελλην. πυγαίος), και θα πρέπει κτγμ η τυχόν ετυμολογική σχέση με (ή επίδραση σε) το σημερινό πιγκάλ να αποδειχθεί αδιαμφισβήτητα κι όχι απλώς να υποτεθεί.
 
Top