Πολλά θέματα για συζήτηση...
Κοινωνιολογικά, ο εθνολαϊκισμός, ανέδειξε τη διάκριση μεταξύ προνομιούχων και μη προνομιούχων. Συσπείρωσε έτσι φαντασιακά το 90% των Ελλήνων σε μια ανύπαρκτη αλλά πολύ βολική κοινωνική κατηγορία. Όλοι αισθάνονταν πως ήταν από την πλευρά των αδικημένων.
Ψυχολογικά, στηρίχτηκε στην εύκολη συγκίνηση και τον εύπεπτο συναισθηματισμό. Η τηλεόραση συνέβαλε τα μέγιστα σε αυτό. Λέξεις κλειδιά: πάθος, οργή και αγανάκτηση. Το κοινό στοιχείο των πλαστικών σημαιών που ανέμιζαν τα εκατομμύρια των οπαδών μερικά χρόνια νωρίτερα με τις αμέτρητες μούντζες που πέφτουν τώρα με κατεύθυνση τη βουλή; ο ανορθολογισμός.
Θεμελιώδες στον εθνολαϊκισμό υπήρξε το πρόταγμα του εξισωτισμού, στοιχείο απαραίτητο της κοινωνίας της επαγγελίας των απανταχού λαϊκιστών. Όλοι, λοιπόν, έπρεπε να είναι ίσοι• όχι όμως απέναντι στο νόμο αλλά απέναντι στις επιδιώξεις τους. Όλοι, για παράδειγμα, θα έπρεπε να χτίζουν όπου θέλουν, να παρκάρουν όπου βρουν, να μπουν στο πανεπιστήμιο και βέβαια όλοι να το τελειώσουν.
Επειδή όμως, ο εθνολαϊκισμός είχε ως πρότυπό του την κοινωνία της αφθονίας και όχι αυτήν της αυτάρκειας (έτσι όπως εμφανιζόταν για παράδειγμα στις κομμουνιστικές χώρες) ο εξισωτισμός απόκτησε χυδαία χαρακτηριστικά. Ο νεοπλουτισμός έγινε όχι απλώς τρόπος αλλά στόχος ζωής. Κατά συνέπεια, αυτό που έγινε αντιληπτό ως κοινωνικό κράτος ήταν ένας συνδυασμός κορπορατιστικού κρατισμού και ξεχειλωμένου κεϋνσιανισμού. Με απλά λόγια, κοινωνικό κράτος για τον εθνολαϊκισμό σήμαινε, «Τσοβόλα δώστα όλα», ή «όλα τα λεφτά, όλα τα κιλά».
Μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε γιατί η περίοδος διακυβέρνησης του Μητσοτάκη ή αυτή του Σημίτη υπήρξαν εντελώς παράταιρες και αταίριαστες με το κλίμα της μεταπολίτευσης, και λιθοβολήθηκαν εκ των υστέρων από σημαντικά τμήματα της κοινωνίας. Αν και οι δύο διακυβερνήσεις είχαν διαφορετικά χαρακτηριστικά, στυλ και άλλες προτεραιότητες, είχαν αναμφίβολα ένα κοινό στοιχείο: τον σαφή προσανατολισμό των ηγετών τους σε αντίθετη πορεία σε σχέση με τον κυρίαρχο εθνολαϊκισμό.
Σήμερα ο εθνολαϊκισμός της Mεταπολίτευσης βρίσκεται σε παράκρουση. Χρειαζόμαστε άμεσα ένα μέτωπο λογικής, όχι για να στηρίξουμε την κυβέρνηση αλλά για να οικοδομήσουμε ένα υγιές δημοκρατικό αύριο. Παρατηρώ τις αποκρουστικές εκδηλώσεις βίας, τις άθλιες καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, την ακόμη πιο άθλια ρητορική των δυνάμεων του εθνολαϊκισμού, που εκτός από τις κραυγές του τύπου «δεν βγαίνουν τα νούμερα», δεν ακούω κάτι συγκεκριμένο (με εξαίρεση βέβαια τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού που έχουν ως όραμα τη Βόρειο Κορέα). Κατανοώ πως ο εθνολαϊκισμός όχι μόνο δεν έχει να προτείνει τίποτε για να βγούμε από την κατάσταση που αυτός μας έβαλε αλλά είναι σαν να μας λέει: αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων. Ας μην του κάνουμε το χατίρι ως κοινωνία να τον ακολουθήσουμε στο γκρεμό.
Ψυχολογικά, στηρίχτηκε στην εύκολη συγκίνηση και τον εύπεπτο συναισθηματισμό. Η τηλεόραση συνέβαλε τα μέγιστα σε αυτό. Λέξεις κλειδιά: πάθος, οργή και αγανάκτηση. Το κοινό στοιχείο των πλαστικών σημαιών που ανέμιζαν τα εκατομμύρια των οπαδών μερικά χρόνια νωρίτερα με τις αμέτρητες μούντζες που πέφτουν τώρα με κατεύθυνση τη βουλή; ο ανορθολογισμός.
Θεμελιώδες στον εθνολαϊκισμό υπήρξε το πρόταγμα του εξισωτισμού, στοιχείο απαραίτητο της κοινωνίας της επαγγελίας των απανταχού λαϊκιστών. Όλοι, λοιπόν, έπρεπε να είναι ίσοι• όχι όμως απέναντι στο νόμο αλλά απέναντι στις επιδιώξεις τους. Όλοι, για παράδειγμα, θα έπρεπε να χτίζουν όπου θέλουν, να παρκάρουν όπου βρουν, να μπουν στο πανεπιστήμιο και βέβαια όλοι να το τελειώσουν.
Επειδή όμως, ο εθνολαϊκισμός είχε ως πρότυπό του την κοινωνία της αφθονίας και όχι αυτήν της αυτάρκειας (έτσι όπως εμφανιζόταν για παράδειγμα στις κομμουνιστικές χώρες) ο εξισωτισμός απόκτησε χυδαία χαρακτηριστικά. Ο νεοπλουτισμός έγινε όχι απλώς τρόπος αλλά στόχος ζωής. Κατά συνέπεια, αυτό που έγινε αντιληπτό ως κοινωνικό κράτος ήταν ένας συνδυασμός κορπορατιστικού κρατισμού και ξεχειλωμένου κεϋνσιανισμού. Με απλά λόγια, κοινωνικό κράτος για τον εθνολαϊκισμό σήμαινε, «Τσοβόλα δώστα όλα», ή «όλα τα λεφτά, όλα τα κιλά».
Μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε γιατί η περίοδος διακυβέρνησης του Μητσοτάκη ή αυτή του Σημίτη υπήρξαν εντελώς παράταιρες και αταίριαστες με το κλίμα της μεταπολίτευσης, και λιθοβολήθηκαν εκ των υστέρων από σημαντικά τμήματα της κοινωνίας. Αν και οι δύο διακυβερνήσεις είχαν διαφορετικά χαρακτηριστικά, στυλ και άλλες προτεραιότητες, είχαν αναμφίβολα ένα κοινό στοιχείο: τον σαφή προσανατολισμό των ηγετών τους σε αντίθετη πορεία σε σχέση με τον κυρίαρχο εθνολαϊκισμό.
Σήμερα ο εθνολαϊκισμός της Mεταπολίτευσης βρίσκεται σε παράκρουση. Χρειαζόμαστε άμεσα ένα μέτωπο λογικής, όχι για να στηρίξουμε την κυβέρνηση αλλά για να οικοδομήσουμε ένα υγιές δημοκρατικό αύριο. Παρατηρώ τις αποκρουστικές εκδηλώσεις βίας, τις άθλιες καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, την ακόμη πιο άθλια ρητορική των δυνάμεων του εθνολαϊκισμού, που εκτός από τις κραυγές του τύπου «δεν βγαίνουν τα νούμερα», δεν ακούω κάτι συγκεκριμένο (με εξαίρεση βέβαια τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού που έχουν ως όραμα τη Βόρειο Κορέα). Κατανοώ πως ο εθνολαϊκισμός όχι μόνο δεν έχει να προτείνει τίποτε για να βγούμε από την κατάσταση που αυτός μας έβαλε αλλά είναι σαν να μας λέει: αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων. Ας μην του κάνουμε το χατίρι ως κοινωνία να τον ακολουθήσουμε στο γκρεμό.