Έχω ενστάσεις και στα δύο σκέλη, παρότι συμφωνώ πως και τα δύο ανήκουν σε τομείς δραστηριότητας με οικονομικό αντίκρισμα οι οποίοι δεν έχουν επαρκώς αξιοποιηθεί. Θα περιοριστώ στο πρώτο σκέλος.
Ως προς την επιστημονική δραστηριότητα, έχει δίκιο μεν, αλλά α) διαλέγει λίγο στην τύχη τα συγκεκριμένα θέματα, και β) η πρόταση δεν είναι επαρκώς φιλόδοξη.
Τα παίρνω ένα-ένα. Η ελληνική επιστήμη έχει ένα διαρκώς αυξανόμενο συγκριτικό πλεονέκτημα στην αρχαιογνωσία, ιδίως (προφανώς) στη μελέτη του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Λίγο η εγγύτητα προς τα υλικά τεκμήρια, λίγο η δραματική (
σκοπίμως χρησιμοποιώ τον όρο
) πτώση του επιπέδου γνώσης της αρχαίας ελληνικής στο εξωτερικό (μην ακούτε αυτά που γράφουν στις εφημερίδες, για τον δείνα που μαθαίνει αρχαία, το Χ επαρχιακό γυμνάσιο που επανέφερε τα αρχαία στο curriculum και πάει λέγοντας, η αλήθεια είναι πως, εκεί που φαίνεται το συνολικό επίπεδο, στην κανονική επιστημονική παραγωγή, υπάρχει μεγάλη πτώση του επιπέδου, ιδίως στον αγγλοσαξονικό κόσμο, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις· υπάρχουν φτασμένοι αρχαιοϊστορικοί που είναι φανερό πως δουλεύουν σχεδόν μόνο με τις μεταφράσεις), λίγο οι αλλαγές στα προγράμματα σπουδών στα αμερικανικά κυρίως πανεπιστήμια (σχεδόν δεν υπάρχουν πλέον τμήματα κλασικής αρχαιολογίας· η αρχαιολογία εντάσσεται είτε σε προγράμματα γενικής αρχαιολογίας -από Μάγια μέχρι ύστερη αρχαιότητα- είτε σε regional studies), το επίπεδο αρχαιογνωσίας στην ελληνική επιστήμη είναι υψηλό, ιδίως στη φιλολογία και την αρχαιολογία. Όχι όμως στη θεατρολογία, όπου δεν έχουμε σοβαρή παράδοση, και δεν βλέπω τον λόγο να εστιάσουμε εκεί.
Όταν μιλάω για ελλιπή φιλοδοξία, εννοώ πως δεν είναι ο μόνος τομέας ανθρωπιστικών σπουδών όπου έχουμε συγκριτικό πλεονέκτημα. Πλεονέκτημα διατηρούμε, πιθανότατα όχι για πολύ ακόμη, στη μελέτη του βυζαντινού κόσμου, με την Ελλάδα να αποτελεί ήδη εστιακό σημείο της επιστημονικής κοινότητας, ιδίως για τους Βαλκάνιους ιστορικούς. Στις νεοελληνικές σπουδές τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, ίσως γιατί η επιστημονική παραγωγή τείνει να είναι αρκετά εσωστρεφής.
Εννοώ επίσης πως η φιλοδοξία είναι ελλιπής όταν εστιάζει στην κλασική αρχαιολογία, γιατί έτσι θα έχει αναπόφευκτα μικρότερο αντίκρισμα. Πολύ πιο ουσιαστική προσπάθεια (και με μεγαλύτερη συνάφεια με τον δεύτερο στόχο της μελέτης, τον πολιτιστικό τουρισμό) θα ήταν η δημιουργία ενός κέντρου ελληνικών σπουδών γενικώς, με πολύ υψηλό μεταπτυχιακό επίπεδο. Έχουν γίνει τέτοιες προσπάθειες στο παρελθόν, που σκόνταψαν σε γραφειοκρατικά γρανάζια, ενίοτε στο παρά πέντε.
Τέλος, εννοώ πως η στόχευση δεν θα έπρεπε να είναι μόνο η αρχαιολογία ή η ιστορία ή οι ανθρωπιστικές σπουδές, αλλά ίσως η βασική έρευνα γενικότερα. Υπάρχει μια πολύ μεγάλη παρεξήγηση για την έρευνα στην Ελλάδα. Επί δεκαετίες, οι ιθύνοντες αναμασούν την καραμέλα της σύνδεσης της έρευνας με την παραγωγή, με μηδενικά αποτελέσματα, αγνοώντας την θεμελιώδη παράμετρο ότι η ελληνική οικονομία αδιαφορεί παντελώς (και ρητά και ομολογημένα) για την έρευνα, για δομικούς και ιστορικούς λόγους. Ίσως επειδή ακριβώς η εφαρμοσμένη έρευνα μονίμως καρκινοβατεί, ίσως επειδή οι Έλληνες επιστήμονες είναι αναγκασμένοι να προσπαθούν να επιβιώνουν σε ένα τρομερά ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον με πενιχρή χρηματοδότηση, η βασική έρευνα βρίσκεται σε αρκετά καλό επίπεδο πανευρωπαϊκά. Αντί λοιπόν να συνεχίσουμε με την καραμέλα της σύνδεσης με την παραγωγή, που έχει ως προαπαιτούμενο θεμελιώδεις δομικές αλλαγές στην ελληνική οικονομία, θα ήταν προτιμότερο να ενισχύσουμε την σχετικά καλή εικόνα μας στη βασική έρευνα. Αφού οι Έλληνες επιστήμονες δεν μπορούν να ενισχύσουν την ελληνική οικονομία, ας την ενισχύσουν δια της πλαγίας οδού, με συνεργασίες με το εξωτερικό, όπου υπάρχουν οι συνθήκες για να συνδεθεί η παραγόμενη γνώση με την πραγματική οικονομία. Η προσπάθεια αυτή έχει και μια παράμετρο εκπαιδευτική. Τις προάλλες έγινε ένας κύκλος μεταπτυχιακών μαθημάτων στη νανομηχανική, αν θυμάμαι καλά, με ευρύτατη συμμετοχή φοιτητών απ' όλον τον κόσμο. Αντί λοιπόν να περιοριστούμε σε ένα μεταπτυχιακό κέντρο διεθνών σπουδών μόνο στις ανθρωπιστικές επιστήμες, ας βρούμε και άλλους τομείς όπου η ελληνική επιστήμη έχει παράδοση και καλό όνομα, και ας ενισχύσουμε κι εκείνους.