... δεν ήθελα να βγει το βιβλίο και μετά να κυκλοφορώ στο δρόμο και να με δείχνουν και να λένε: αυτός άφησε τα διαλυτικά στο ξέμπαρκο υ!
Ας πούμε για την πρώτη περίπτωση: αν πρέπει να χωρίσουμε μια λέξη με -ου-, π.χ. τουρίστας, προφανώς δεν μπορούμε να γράψουμε το-υρίστας. Αν όμως γράψουμε προ-υπόθεση (με το υπόθεση σε άλλη γραμμή), δείχνουμε ότι το -ου- δεν είναι δίφθογγος και άρα περιττεύουν τα διαλυτικά. Δεν τα θυμάμαι σωστά;Υπάρχουν δύο περιπτώσεις. Η πρώτη είναι μια κανονική λέξη που χωρίζεται επειδή δεν χωράει στη γραμμή. Εκεί δεν τίθεται θέμα, τα διαλυτικά παραμένουν ως έχουν, είτε η λέξη βρίσκεται ενωμένη στην ίδια γραμμή είτε χωριστεί. Η δεύτερη είναι δύο λέξεις που θέλουμε να δείξουμε τη στενή σύνδεσή τους αλλά χωρίς να τις κάνουμε μία λέξη, οπότε βάζουμε ούτως ή άλλως ένα ενωτικό. Εκεί βέβαια δεν θα βάζαμε διαλυτικά. Και πάλι δεν αλλάζει τίποτε, είτε η λέξη χωριστεί λόγω τέλους γραμμής είτε όχι. Για παράδειγμα, "αμερικανοϊσπανικός" ή "αμερικανο-ισπανικός" πόλεμος, "προϊουράσιο" ή "προ-ιουράσιο" πέτρωμα.
Επίσης, όπως θα χώριζες προϊ-όν, θα χώριζες και προϋ-πόθεση.
Άσχετο: Είμαι βέβαιος ότι κάθε λάτρης της ετυμολογικής ορθογραφίας, της ιστορίας των λέξεων κτλ κτλ θα βγάζει σπυράκια όταν διαβάζει στη γραμματική ότι τώρα χωρίζουμε έ-ντομο, έ-μπορος, ε-γκαλώ και όχι έν-τομο, έμ-πορος ή εγ-καλώ.
Φαίνεται να αναφέρεσαι σε κάποιον κανόνα που εγώ δεν γνωρίζω - αλλά, και να τον γνώριζα, θα τον αγνοούσα. Μου θυμίζει την καταστροφική έμπνευση του ατονικού των μονοσύλλαβων (εντάξει, αν μπορεί να γίνει μπέρδεμα, βάλτε κι έναν τόνο). Το πρακτικό αποτέλεσμα ήταν προδικασμένο: γενικό ατονικό των μονοσύλλαβων, άπειρες συγχύσεις και κάποιοι λίγοι τόνοι κατά το δοκούν.Ας πούμε για την πρώτη περίπτωση: αν πρέπει να χωρίσουμε μια λέξη με -ου-, π.χ. τουρίστας, προφανώς δεν μπορούμε να γράψουμε το-υρίστας. Αν όμως γράψουμε προ-υπόθεση (με το υπόθεση σε άλλη γραμμή), δείχνουμε ότι το -ου- δεν είναι δίφθογγος και άρα περιττεύουν τα διαλυτικά. Δεν τα θυμάμαι σωστά;
Τα έ-μπο-ρος και δεν συμμαζεύεται είναι ένα καλό παράδειγμα αντικατάστασης της ουσίας από τον εμπειρικό κανόνα. Αρχικά, ο γραπτός συλλαβισμός αντικατόπτριζε τον προφορικό συλλαβισμό. Συλλαβίζουμε περ-νώ επειδή λέμε per-no και όχι pe-rno. Δεν λέμε όμως e-bo-ros, λέμε em-bo-ros. Και το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τα μπ, ντ, γκ, φθόγγους δηλαδή από τους οποίους αρχίζουν μόνο λέξεις που μας έχουν έρθει στα ελληνικά από αλλού, αφορά ακόμη και συμπλέγματα από τα οποία άρχιζαν ανέκαθεν λέξεις: αρχίζουν λέξεις από σθ- (σθένος), αλλά ο συλλαβισμός Ε-σθο-νός δεν ανταποκρίνεται με τίποτε στην προφορά.Επειδή υπάρχουν λέξεις που αρχίζουν από μπ-, γκ-, ντ-.
Συλλαβισμός ονομάζεται η διαδικασία χωρισμού των λέξεων σε συλλαβές. Η διαδικασία αυτή χρησιμοποιείται στη γραφή για να χωρίσουμε μια λέξη, όταν δε χωράει στη μια σειρά και πρέπει ένα κομμάτι της να μεταφερθεί και στην επόμενη. Η διαδικασία αυτή ακολουθεί τους εξής κανόνες:
α) Όταν ένα σύμφωνο βρίσκεται ανάμεσα σε δύο φωνήεντα, συλλαβίζεται με το δεύτερο φωνήεν, π.χ. ε-πό-με-νος, α-νά-με-σα.
β) Όταν δύο σύμφωνα βρίσκονται ανάμεσα σε δύο φωνήεντα, συλλαβίζονται με το δεύτερο φωνήεν, αν από αυτά τα σύμφωνα αρχίζει ελληνική λέξη. Αν δεν αρχίζει ελληνική λέξη, το πρώτο από τα δύο σύμφωνα πάει με την προηγούμενη συλλαβή και το δεύτερο με την επόμενη, π.χ. έ-κτι-ζε (κτίριο), βι-βλί-ο (βλάβη), αλλά σύμ-φω-να, αρ-χί-ζει.
γ) Όταν τρία ή περισσότερα σύμφωνα βρίσκονται ανάμεσα σε δύο φωνήεντα, συλλαβίζονται με το δεύτερο φωνήεν, αν από τα δύο πρώτα από αυτά αρχίζει ελληνική λέξη. Αν δεν αρχίζει ελληνική λέξη, το πρώτο από τα σύμφωνα πάει με το πρώτο φωνήεν και τα υπόλοιπα με το δεύτερο, π.χ. κά-στρο (στρώμα), ε-χθρι-κός (χθες), αλλά αν-θρω-πιά.
δ) Τα δίψηφα γράμματα, οι δίφθογγοι και οι συνδυασμοί αυ και ευ θεωρούνται κατά τον συλλαβισμό ως ένας φθόγγος και γι' αυτό δε χωρίζονται, π.χ. έ-μπο-ρος, έ-ντο-μο, πεί-ρα, κο-ρόι-δο, παι-διά.
ε) Τα όμοια σύμφωνα χωρίζονται, π.χ. συλ-λα-βή, εν-νιά.
στ) Οι σύνθετες λέξεις ακολουθούν όλους τους παραπάνω κανόνες, π.χ. κα-τα-γρά-φω, πα-ρα-μι-λά-ει.
Συλλαβισμός ονομάζεται η διαδικασία χωρισμού των λέξεων σε συλλαβές. Η διαδικασία αυτή χρησιμοποιείται στη γραφή για να χωρίσουμε μια λέξη, όταν δε χωράει στη μια σειρά και πρέπει ένα κομμάτι της να μεταφερθεί και στην επόμενη. Η διαδικασία αυτή ακολουθεί τους εξής κανόνες: [...]
δ) Τα δίψηφα γράμματα, οι δίφθογγοι και οι συνδυασμοί αυ και ευ θεωρούνται κατά τον συλλαβισμό ως ένας φθόγγος και γι' αυτό δε χωρίζονται, π.χ. έ-μπο-ρος, έ-ντο-μο, πεί-ρα, κο-ρόι-δο, παι-διά.
Το "οϊ" στο προϊόν δεν θεωρείται δίφθογγος, άρα μπορεί να χωριστεί. Αυτό μπορείς να το διαπιστώσεις στο ΛΚΝ, αν κοιτάξεις πώς δίνει την προφορά στο "προϊόν" και πώς στο "κορόιδο". Εμπειρικά, θα έλεγα ότι, αν το [oi] είναι δίφθογγος και βρίσκεται μπροστά από φωνήεν, τείνει να αναπτυχθεί ο φθόγγος [γ], π.χ. το σόι, του σο[γ]ιού-σογιού.Άρα, η προϋπόθεση δεν συλλαβίζεται ποτέ μετά το προ- και το προϊόν συλλαβίζεται μόνο ως προϊ-όν ή λάθος καταλαβαίνω τον παραπάνω κανόνα;
Τα έ-μπο-ρος και δεν συμμαζεύεται είναι ένα καλό παράδειγμα αντικατάστασης της ουσίας από τον εμπειρικό κανόνα. Αρχικά, ο γραπτός συλλαβισμός αντικατόπτριζε τον προφορικό συλλαβισμό. Συλλαβίζουμε περ-νώ επειδή λέμε per-no και όχι pe-rno. Δεν λέμε όμως e-bo-ros, λέμε em-bo-ros. Και το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τα μπ, ντ, γκ, φθόγγους δηλαδή από τους οποίους αρχίζουν μόνο λέξεις που μας έχουν έρθει στα ελληνικά από αλλού, αφορά ακόμη και συμπλέγματα από τα οποία άρχιζαν ανέκαθεν λέξεις: αρχίζουν λέξεις από σθ- (σθένος), αλλά ο συλλαβισμός Ε-σθο-νός δεν ανταποκρίνεται με τίποτε στην προφορά.
Δεν το λέω για να αλλάξω τη σχολική γραμματική. Καταλαβαίνω ότι, επειδή πρόκειται για μια γραπτή σύμβαση, η ομοιομορφία είναι χρήσιμη. Αλλά έχει αυτονομηθεί πλήρως ο εμπειρικός κανόνας.
Το κορόιδο άλλοτε είναι δίφθογγος και άλλοτε όχι. Εξαρτάται με τι ταχύτητα το εκφέρεις. Εγώ πάντως το προφέρω σαν δύο διαφορετικές συλλαβές, ενώ στο "σκάσε, βρε βόιδι!" συνήθως προφέρω δίφθογγο. Και πάλι, η διαφορά είναι μικρή και διαπραγματεύσιμη ανάλογα με τον ομιλητή, τις περιστάσεις και το κέφι του (πβ. και τα περίφημα πιέζω, ποιότητα).Το "οϊ" στο προϊόν δεν θεωρείται δίφθογγος, άρα μπορεί να χωριστεί. Αυτό μπορείς να το διαπιστώσεις στο ΛΚΝ, αν κοιτάξεις πώς δίνει την προφορά στο "προϊόν" και πώς στο "κορόιδο". Εμπειρικά, θα έλεγα ότι, αν το [oi] είναι δίφθογγος και βρίσκεται μπροστά από φωνήεν, τείνει να αναπτυχθεί ο φθόγγος [γ], π.χ. το σόι, του σο[γ]ιού-σογιού.