Νεολογισμοί (Neologisms)

Zazula

Administrator
Staff member
Έχει κάποια εννοιολογική διαφορά ή ειδικό/περιορισμένο πεδίο χρήσης, που να τη διαφοροποιεί σε ικανό βαθμό ώστε ν' αξίζει να μάθω τη σημασία της κι εγώ; :)
 
Βασικά, χρησιμοποιείται στη χριστιανική θεολογία-υμνογραφία κττ., αλλά από εκεί ξεκινώντας, και ευρύτερα (Γκουγκλ). Χοντρικά, το καταλαβαίνω σαν συνώνυμο του προεικονίζω, αλλά μπορεί και να υπάρχουν λεπτές διαφορές (εδώ υπάρχουν διαφορές μεταξύ ομοουσίου και ομοιοουσίου...). Άλλωστε, ακόμη και αν είναι ακριβές συνώνυμο, τι έγινε;
 

nickel

Administrator
Staff member
Για να μην παραξενευτούν μερικοί, ας επισημάνουμε ότι προφανώς αναφέρεσαι στις νεότερες εκδόσεις του ΛΝΕΓ και όχι στις παλαιότερες. Γιατί πολλά προστέθηκαν στο ΛΝΕΓ από το 1998, ενώ δεν ξέρουμε αν γίνονται προσθήκες στο ΛΚΝ της ίδια χρονιάς, αν και πότε θα υπάρξει νέα έκδοση κ.λπ. Έχει κανείς πληροφορίες;
 
Στη "Β' έκδοση - Β' ανατύπωση 2005 - εμπλουτισμένη" (!) του ΛΝΕΓ.
 
Χρυσόπαιδα για τα golden boys. Το αντιλήφθηκα σήμερα, σε άρθρο της Λιάνας Κανέλλη, αλλά όπως βλέπω έχει ειπωθεί κάμποσες φορές, εδώ και μήνες, από πολλούς.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Επιτέλους (ενν. καλώς τα τα χρυσόπαιδα), διότι το golden boys ήταν σεξιστικό.
 

SBE

¥
Επιτέλους (ενν. καλώς τα τα χρυσόπαιδα), διότι το golden boys ήταν σεξιστικό.

Σωστά, μην ξεχνάμε την ισότητα στην ευκαιρία.
 

nickel

Administrator
Staff member
Τώρα, πώς μας προέκυψε αυτό; Αναφέρομαι στα γλισχραντικά, το οποίο βρίσκω σε κάποια οδηγία της ΕΕ: Υπακτικό γλισχραντικό, lubricant laxative. Το είδα και *γλυσχραντικό, αλλά αυτό αποκλείεται από χέρι. «Γλίσχρος» σήμερα είναι ο ανεπαρκής (γλίσχρος μισθός), αλλά στα αρχαία είχε και τη σημασία του κολλώδους. Γλίσχρασμα ήταν η παχύρρευστη φυτική ουσία ή παρασκεύασμα (ΠαπΛεξ). Θα φτιάξουμε και ρήμα γλισχραίνω; «Πάρτε αυτό και γλισχράνετε προσεκτικά τα ερεθισμένα σημεία»; Θα αλλάξουμε και τα κολπικά λιπαντικά, να τα λέμε γλισχραντικά; (Εκτός από τον γλίσχρο, δύο ακόμα λέξεις έχουν αυτό το απαίσιο «σχρ», ο αισχρός και ο δύσχρηστος.)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Για τη λανθασμένη γραφή *γλυσχραντικό υποψιάζομαι παρετυμολογική επίδραση, μάλλον από το γλυστρώ (που λημματογραφείται στο Δημητράκο ως διαφορετική γραφή τού γλιστρώ, ο δε Κριαράς σημειώνει στο γλιστρώ: «Η λ. στο Βλάχ. (γλυ-) και σήμ.»). Η παρετυμολογική σύνδεση με το γλυστήρι (=κλύσμα) μου φαίνεται μάλλον απίθανη. Η λογική πίσω από την υπόθεση που κάνω για παρετυμολογική σύνδεση με το γλυστρώ είναι ότι με τη χρήση του λιπαντικού ό,τι θέλουμε να βγει ή να μπει, γλιστρά πιο εύκολα.

Τώρα που είπα «να βγει ή να μπει», και με αφορμή και την ερώτηση «τα κολπικά λιπαντικά να τα λέμε γλισχραντικά;», μήπως επιχειρείται να γίνει κάποιου τέτοιου είδους διαχωρισμός (δηλ. η λίπανση για έξοδο γίνεται με γλισχραντικό και για είσοδο με λιπαντικό);

Για το *γλυστρώ να προσθέσω επ' ευκαιρία ότι κάποιο λογισμικό μηχανικής μετάφρασης έχει γεμίσει το Διαδίκτυο με αυτόν τον τύπο σε αναλογία 1÷2,75 έναντι του ορθού γλιστρώ (π.χ. «γλυστρώ τηλέφωνο» αποδίδει η μηχανική μετάφραση το slide phone). Να επισημάνω ότι αυτό το λάθος πάντως, το να γράψουμε δηλαδή *γλυστρώ αντί γλιστρώ (λάθος υπό την έννοια και ότι η γραφή τής λέξης είναι αναντίρρητα με γιώτα, και διότι τα σύγχρονα λεξικά δεν λημματογραφούν καθόλου τη γραφή με ύψιλον), δεν εντοπίζεται από το ΛΝΕΓ ως ένα σημείο που αξίζει να τονιστεί (με κάποια σημείωση ή πλαίσιο).

Τέλος να προσθέσω ότι ο Βοστανζόγλου, πέρα από τις δύο σημασίες τής γλισχρότητας που έχουμε σήμερα (πενιχρότητα και ολιγότητα), παραθέτει κι άλλη μία (φιλαργυρία).
 

Zazula

Administrator
Staff member
ΟΚ, αλλά τι ακριβώς σημαίνει το υπερσκελίζω (και πώς διαφοροποιείται από το υποσκελίζω, γιατί δεν κατάλαβα); Και, δεδομένου ότι το υποσκελίζω αποδίδει το supplant, σε τι αντιστοιχεί το υπερσκελίζω;
 

nickel

Administrator
Staff member
Αντιλαμβάνομαι ότι χρησιμοποιείται με τη σημασία υπερβαίνω, ξεπερνώ, π.χ.
  • τα δυνητικά οφέλη υπερσκελίζουν τον κίνδυνο
  • τα κρατικά ομόλογα υπερσκελίζουν σε απόδοση την αντίστοιχη των μετοχών
  • Τα blogs έχουν κερδίσει τον δικό τους διακριτό χώρο στο τοπίο της ενημέρωσης και σε κάποιες περιπτώσεις έχουν ήδη υπερσκελίσει τα κλασικά μέσα (ίσως εννοεί «υποσκελίσει», ίσως όχι)
  • τα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα που υπερσκελίζουν κατά το μάλλον ή ήττον τις διατάξεις της (παρακάμπτουν)
Είναι το ίδιο με το υποσκελίζω; (ΛΚΝ: με πλάγια και συνήθ. αθέμιτα μέσα παίρνω τη θέση η οποία κανονικά ανήκε σε κπ. άλλο: Τον υποσκέλισαν οι επιτήδειοι. Κατάφερε να αναδειχτεί υποσκελίζοντας και ικανότερους και αρχαιότερους από αυτόν.)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Δηλαδή φτιάξαμε το υπερσκελίζω για να έχουμε οπωσδήποτε ένα εις -σκελίζω χωρίς τη σημασία τού «με πλάγια μέσα»; Και γιατί δηλαδή — δεν μας έφταναν τα υπερκερώ & υπερφαλαγγίζω; :D

Θα μου πεις, βέβαια: Και γιατί το κουράζεις τόσο; Μα γιατί ο μόνος τρόπος να αντιληφθεί κανείς το νόημα του υπερσκελίζω περνά μέσα από τη γνώση τού υποσκελίζω — και θα πρέπει να δύναται επιπρόσθετα να υποθέσει ότι η αλλαγή τού προθήματος δεν μεταβάλλει το νόημα «υπερβαίνω, ξεπερνώ», αλλ' απλώς αφαιρεί το κακόσημο «με πλάγια μέσα» και μας το προσφέρει ουδέτερο: έχω μεγαλύτερο διασκελισμό ή ταχύτερο βηματισμό και εντέλει υπερτρέχω (Δημητράκος) κάποιον άλλον. Τέλος πάντων, τι να κάνουμε, θα το υποστούμε κι αυτό. :) Δώσε και κάνα αγγλικό αντίστοιχο, πάντως (ναι, ναι, βάλε ξεπερνώ στο λεξικό και θα τα βρεις όλα :D).

Χε χε, αφού υπερσκελής είναι ο έχων υπερμεγέθη σκέλη, το υπερσκελίζω δεν θα έπρεπε να περιγράφει αυτό που έκανε ο Προκρούστης; :p
 

nickel

Administrator
Staff member
:(
Κι εγώ που έλεγα ότι σου έκανα δώρο μετά από αυτό που είχες πει κάποτε...

Καλά, κατάλαβα — θα χρησιμοποιώ το υπερφαλαγγίζω για να 'μαι σίγουρος. :p (Μόνο μην τύχει κάνα outflank σε υπότιτλους... :D)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Ε, δεν είμαι δα και κάνας αχάριστος να μην ευχαριστήσω για το δώρο μου — άλλωστε είναι δύο χαρακτήρες βραχύτερο! :)
 

nickel

Administrator
Staff member
νταμπλούχος = ομάδα που κέρδισε, μέσα στην ίδια περίοδο, τον τίτλο και του πρωταθλητή και του κυπελλούχου· κατ' επέκταση, οποιοσδήποτε κερδίζει δύο τίτλους σε παρεμφερείς δραστηριότητες μέσα στην ίδια χρονική περίοδο. [από το νταμπλ, αγγλ. double + –ούχος, όπως τιτλούχος].

Α, ΟΚ, ήθελα να βεβαιωθώ ότι είχαμε επισημάνει την απουσία της λέξης από τα λεξικά (από πέρυσι!).

Εκεί χρειάστηκαν 34 πέναλτι για να κριθεί ο νικητής δια χειρός και δια ποδός Νικοπολίδη, ο οποίος πρώτα απέκρουσε την εκτέλεση του Πελετιέρι και εν συνεχεία έδωσε το νταμπλ στον Ολυμπιακό.
http://www.in.gr/sports/article.asp?lngEntityID=1009854&lngDtrID=1105

Νταμπλούχος με τα όλα του ο Νικοπολίδης!
 
Top