Μεταξύ γραφής και ανάγνωσης: Μια συζήτηση για την επιμέλεια

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Απόσπασμα από αυτό το κείμενο του Γιάννη Χάρη:
Όμως, να γράφω άρθρα ολόκληρα για το σαν και το ως, και το δικό μου σαν να μου το κάνει η διόρθωση της εφημερίδας ως, με φέρνει στα πρόθυρα εγκεφαλικού. Να γράφω ειδικό άρθρο κόντρα στον βλακώδη, αντιγραμματικό κανόνα πως δεν μπαίνει κόμμα πριν από το και, και να μου βγάζουν ακριβώς το κόμμα πριν από το και· να γράφω κατά των λογιότροπων υβριδίων «αποτελούντο», και να μου διορθώνουν το αποτελούνταν ακριβώς σε «αποτελούντο», και πλήθος άλλα, εκεί θα ’θελα να κρατάω μαχαίρι.
 
Ήθελα τη γνώμη σας για κάτι πολύ συγκεκριμένο, αλλά όσο διαβάζω εδώ τα ποστ μάλλον δεν υπάρχει γενικώς αποδεκτή απάντηση. Επίσης, αυτή τη στιγμή δεν έχω χρόνο να τα διαβάσω όλα - αλλά θα τα διαβάσω, όσα δεν έχω ήδη διαβάσει, γιατί ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό πατάω και στις δύο βάρκες και με ενδιαφέρει πολύ το θέμα. Τέλος πάντων, τα ερωτήματα ήταν τα εξής:

1. Σε ένα βιβλίο υπάρχει ο μεταφραστής και ο επιστημονικός επιμελητής. Σε θέματα ύφους και μεταφραστικών αποφάσεων καθαρά γλωσσικών, όχι επιστημονικής ορολογίας, ποιος είναι αρμόδιος όταν υπάρχει διαφωνία; (ας θεωρήσουμε ότι και οι δύο είναι αξιόλογοι και στόχος και των δύο είναι να βγει το βιβλίο σωστά, απλώς έχουν διαφορετικές απόψεις)
2. Σε ένα βιβλίο όπου προστίθεται και ο επιμελητής/διορθωτής, δλδ ο υπεύθυνος για τη γλωσσική επιμέλεια; Ποιος αποφασίζει;
 
Σε ένα υπό μετάφραση βιβλίο, πώς μπορεί να μην υπάρχει επιμελητής -πλην του επιστημονικού τοιούτου; Ποιος θα κάνει αντιπαραβολή με το πρωτότυπο; Ποιος θα ελέγξει τα πραγματολογικά στοιχεία; Ποιος θα διευκρινίσει νοήματα και επίπεδα ύφους; Ποιος θα βελτιώσει, όπου χρειάζεται, τη γλώσσα του μεταφράσματος;

Δεν είναι δουλειά του απλού διορθωτή αυτά.

Οπότε, η γνώμη είναι:
Ως προς το (1), κακώς δεν υπάρχει επιμελητής και υπάρχουν μόνο μεταφραστής και επιστημονικός επιμελητής, διότι καταλείπεται κενό όταν πρόκειται για ζητήματα που δεν άπτονται της επιστημονικής ορολογίας. Κενό το οποίο δεν μπορεί να καλυφθεί ούτε από τον εκδότη (άλλου είδους αποφάσεις λαμβάνει αυτός…) ούτε από τον μεταφραστή ούτε από τον επιστημονικό επιμελητή.

Ως προς το (2), για ζητήματα που άπτονται της «ειδικότητας» του επιμελητή, ο επιμελητής. Ευκταία είναι βέβαια η αγαστή συνεργασία μεταφραστή-επιμελητή σε όλα τα στάδια παραγωγής του μεταφράσματος. Σε περιπτώσεις ωστόσο ισχυρής ή αξεπέραστης διαφωνίας μεταξύ των δύο, μόνο προσωπικά μπορώ να μιλήσω: πάντα παρέθετα το πρωτότυπο παράθεμα, στη συνέχεια το «επίδικο» μετάφρασμα, ακολούθως τη δική μου εκδοχή μετά αιτιολογημένης κρίσης και τέλος παρέδιδα το σύνολο στον εκδότη να αποφανθεί επί του πρακτέου. Από εκεί και πέρα, εάν ο άνθρωπος είχε τρόπο να κρίνει και να προκρίνει την ορθότερη και εντελέστερη εκδοχή μεταφράσματος, είχε καλώς. Εάν ήξερα ότι δεν είχε τρόπο να κρίνει, τότε είχε κακώς αλλά εγώ θεωρούσα ότι είχα πράξει κατά γνώση και κατά συνείδηση.
 
Ως προς το (2), για ζητήματα που άπτονται της «ειδικότητας» του επιμελητή, ο επιμελητής. Ευκταία είναι βέβαια η αγαστή συνεργασία μεταφραστή-επιμελητή σε όλα τα στάδια παραγωγής του μεταφράσματος. Σε περιπτώσεις ωστόσο ισχυρής ή αξεπέραστης διαφωνίας μεταξύ των δύο, μόνο προσωπικά μπορώ να μιλήσω: πάντα παρέθετα το πρωτότυπο παράθεμα, στη συνέχεια το «επίδικο» μετάφρασμα, ακολούθως τη δική μου εκδοχή μετά αιτιολογημένης κρίσης και τέλος παρέδιδα το σύνολο στον εκδότη να αποφανθεί επί του πρακτέου. Από εκεί και πέρα, εάν ο άνθρωπος είχε τρόπο να κρίνει και να προκρίνει την ορθότερη και εντελέστερη εκδοχή μεταφράσματος, είχε καλώς. Εάν ήξερα ότι δεν είχε τρόπο να κρίνει, τότε είχε κακώς αλλά εγώ θεωρούσα ότι είχα πράξει κατά γνώση και κατά συνείδηση.
Αυτός είναι ένας πολύ ωραίος τρόπος εργασίας, γιατί αυτομάτως αποκλείει από τη δουλειά του επιμελητή οποιονδήποτε δεν έχει επιχειρήματα για τις παρεμβάσεις του και διορθώνει "γιατί έτσι" ή γιατί έχει τα δικά του κολλήματα.
 
Ίσως δεν παρέλκει να υπομνήσω αυτό που πάντα τόνιζα στους μεταφραστές, ιδίως σε όσους εξ αυτών "δυστροπούσαν" υπερμέτρως και εθίγονταν επί προσωπικού. Τόνιζα λοιπόν ότι η κοινή απόβλεψη όλων των εμπλεκομένων πλευρών αφορά τη βελτιστοποίηση του μεταφράσματος και μόνο. Το κείμενο έχουμε προ οφθαλμών, αυτό και μόνο μας ενδιαφέρει να υπηρετήσουμε και να προαγάγουμε στην εντελέστερη δυνατή μορφή. Τα πρόσωπά μας -και τα προσωπικά μας- οφείλουν να σβήνουν και να μην ασκούν επιρροή στη διαδικασία παραγωγής του μεταφράσματος.

Αναγνωρίζω βέβαια ότι το «ρεπερτόριο» ποικίλλει εκατέρωθεν των «διαμαχομένων» μερών. Έχω συναντήσει όλη την γκάμα των μεταφραστών: από ανεπαρκείς έως στοιχειωδώς επαρκείς, και από μια χαρά επαρκείς έως σούπερ ντούπερ –που ντρεπόμουν κυριολεκτικά να αγγίξω το οτιδήποτε (ε, αυτοί οι τελευταίοι πώς διάολο γινόταν και δέχονταν εκ προοιμίου να συζητήσουν οιαδήποτε ενδεχόμενη παρατήρησή μου;)

Όπως επίσης έχω συναντήσει και διορθωτές-επιμελητές ανάλογης ποικιλότητας: από την πρωτοετή φοιτήτρια φιλολογίας που είπε να βγάλει κάνα μεροκάματο, μέχρι τον ηρωικό και πολυμαθή διορθωτή-επιμελητή που τα δίνει όλα σα να πρόκειται για δικό του έργο…

Ίσως το έχω ξανασημειώσει αλλά, προσωπικά, έτσι λειτούργησα όλα τα χρόνια: είτε είχα να κάνω με μεταφράσματα είτε με πρωτότυπα κείμενα στα ελληνικά, δεν υπολόγισα ποτέ πόσο «όνομα» ήταν ο «κειμενογράφος». Λειτουργούσα υπό καθεστώς ανωνυμοποίησής του –κι ας ήταν κι ο Πάπας…

Το κείμενο είναι το όνομα
 
Top