Σε κάποια λεξικά (π.χ. ΠαπΛεξ, ΛΚΝ, Αντίστροφο) θα βρούμε το ουσιαστικό
φυγοκέντριση:
φυγοκέντριση η : διαδικασία κατά την οποία εφαρμόζεται, αξιοποιείται η φυγόκεντρη δύναμη σε διάφορους μηχανισμούς, συσκευές κτλ. για ορισμένους σκοπούς: Mε τη φυγοκέντριση επιτυγχάνεται ο διαχωρισμός ορισμένων στερεών συστατικών που περιέχονται σε ένα υγρό σώμα. Στέγνωμα των ρούχων με φυγοκέντριση. [λόγ. φυγοκεντρ(ικός) -ισις > -ιση μτφρδ. γαλλ. centrifugation] (ΛΚΝ)
Ωστόσο, στο διαδίκτυο θα ανακαλύψουμε ότι είναι διπλάσιες οι χρήσεις του ουσιαστικού
φυγοκέντρηση από τη
φυγοκέντριση. Ελάχιστοι χρησιμοποιούν τον όρο
φυγοκέντρωση.
Φυγοκέντριση η
livepedia,
φυγοκέντρηση η
Βικιπαίδεια, πιο πολλά τα πρώτα από τα δεύτερα στα σχολικά βιβλία στο
pi-schools.gr, ενώ το Google, κάθε φορά που του γράφω
φυγοκέντριση, θέλει να με διορθώσει.
Η
φυγοκέντριση προϋποθέτει και ρήμα
φυγοκεντρίζω. Στο ρήμα, ωστόσο, όπου το ζήτημα δεν είναι απλώς ορθογραφικό, τα
φυγοκεντρείται είναι απείρως περισσότερα από τα
φυγοκεντρίζεται και το ίδιο συμβαίνει και στους άλλους ρηματικούς τύπους, που σημαίνει ότι έχουμε μια περίπτωση παρόμοια με εκείνη του
καταχωρίζω / καταχωρώ, όπου η χρήση δείχνει κάποια στιγμή να προτιμά τύπους που δεν είναι κατάδηλα μεταβατικοί.