Το σχόλιό μου παραπάνω βασιζόταν στην υπόθεση ότι οι αυτόχειρες επικαλούνται πλέον συχνότερα (ή πολύ συχνότερα) οικονομικούς λόγους, πράγμα που μόνο διαισθητικά νομίζω ότι ισχύει (δεν έχω στοιχεία για να το τεκμηριώσω), και ότι, τόσο αυτούς όσο και άλλους αυτόχειρες που επικαλούνται διαφορετικούς λόγους για την πράξη τους, τους πιστεύουμε.
Ενδιαφέρουσα βρίσκω την απορία του Δρ.: πότε είναι χειρότερο να αποτυγχάνεις οικονομικά (και να σε πιάνει κατάθλιψη); Όταν είναι η θάλασσα γιαούρτι κι εσύ δεν μπορείς όχι με κουτάλι αλλά ούτε με τη χούφτα σου να σιτιστείς ή όταν η γενική κατάσταση επιδεινώνεται για όλους και ειδικότερα, τον άμεσο περίγυρό σου; Η πρώτη απάντηση που σκέφτεται κανείς είναι ίσως "στην πρώτη περίπτωση", αλλά με μια δεύτερη ανάγνωση μπορεί να αντιστρέφεται το πράγμα. Ίσως γιατί όταν σκεφτόμαστε την αυτοκτονία, τείνουμε να τη σκεφτόμαστε σαν την πιο ριζικά "ατομικιστική", πράξη, ας πούμε (εννοώ ως πράξη, όχι στις συνέπειές της), οπότε η ατομική οικονομική αποτυχία (σε σχέση με μια γενικότερη συλλογική μη αποτυχία, απαραίτητη για να υπάρχει μέτρο σύγκρισης) προβάλλει ως εύλογο κίνητρο. Αν όμως εγκαταλείψουμε αυτό το σκεπτικό και πάψουμε να σκεφτόμαστε με όρους αποτυχίας/επιτυχίας, η αίσθηση του ριζικού αδιεξόδου που μπορεί να προκαλέσει μια γενικά ζοφερή οικονομική κατάσταση γίνεται ίσως ισχυρότερο κίνητρο. Ίσως δηλαδή υπάρχουν εδώ δύο ποιοτικά διαφορετικές αντιλήψεις περί αυτοκτονίας, και η δική μου ανησυχία είναι μήπως τείνει να επικρατήσει η δεύτερη.
Ευχάριστη συζήτηση για πρωινό Σαββάτου πριν την πανσέληνο του Αυγούστου...