Γ. Μπαμπινιώτη: Ετυμολογικό λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας — Σχόλια

Zazula

Administrator
Staff member
Εδώ ανέβασα ένα άρθρο για το Ετυμολογικό λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Και στο νήμα αυτό εδώ μπορείτε να κάνετε τα σχόλια που θέλετε, κατά προτίμηση εποικοδομητικά.

Εγώ να πω ότι, την πρώτη κιόλας μέρα που κυκλοφόρησε το ΕΛΝΕΓ έσπευσα στον Χριστάκη για να το φυλλομετρήσω και να το αγοράσω. Δεν είχα πολύ χρόνο στη διάθεσή μου εκείνη τη στιγμή, οπότε έπρεπε να αποφασίσω μέσα σε τρία λεπτά (κάτι σαν twitter-buying ένα πράμα). Το πήρα στα χέρια μου κι αμέσως μου δημιούργησε θετική εντύπωση το σύγχρονο στήσιμο του λεξικού, με χρήση χρωμάτων, πλαισίων και γραμματοσειρών που βοηθούν την ευχάριστη ανάγνωση. Η τιμή του είναι στα 54€, ποσό που μου φάνηκε πολύ καλό δεδομένου ότι το ΛΣΓ έχει 58€ και το ΕΛΝΕΓ είναι μεγαλύτερου σχήματος, έχει κατά 34% περισσότερες σελίδες (1720 το ΕΛΝΕΓ, 1280 και μικρότερες το ΛΣΓ) κι έχει χρώμα οπότε είναι αναμενόμενο να έχει κι υψηλότερο κόστος. Την ευνοϊκότερη αυτή τιμολογιακή πολιτική τού Κέντρου Λεξικολογίας τη θεωρώ πολύ θετική.

Ανοίγω λοιπόν να δω ενδεικτικά μερικά λήμματα. Πέφτω πάνω στο κουττός... «Ωχ ωχ ωχ» σκέφτηκα. Κοιτάω κανά δυο τής Χημείας: μαγκάνιο, βρόμιο κ.ο.κ... Με τεκμηρίωση, βέβαια, για τις λημματογραφούμενες ορθογραφήσεις, αλλά με αλλεπάλληλη κριτική στο αστήριχτο, με βάση την ετυμολογία, των σχολικών ορθογραφήσεων. Ναι, αλλά όπως λέει εδώ ο nickel: «Όταν ο μεταφραστής, ο επιμελητής, ο συγγραφέας, ο λεξικογράφος, ο δάσκαλος, ο ορολόγος στέκονται απέναντι στη γλώσσα, δεν στέκονται όλοι στο ίδιο σημείο. [...] Ο λεξικογράφος οφείλει κανονικά να περιγράφει αυτό που συμβαίνει και ο δάσκαλος αυτό που θα έπρεπε να συμβαίνει ή αυτό που του λένε ότι συμβαίνει (αν και ξέρουμε λεξικογράφους που κάνουν και το δάσκαλο).» Κατ' αυτή την έννοια το ΕΛΝΕΓ δεν είναι αμιγώς ετυμολογικό λεξικό, αλλά μάλλον ετυμολογική πραγματεία. Οπότε κι εγώ (αρκετά στεναχωρημένος, ομολογουμένως) συγκράτησα τ' αλόγατά μου (sic) κι αποφάσισα να ξαναπάω να το μελετήσω με την ησυχία μου (να τσεκάρω κι αγώρια και παππάδες, όπως καταλαβαίνετε) προτού το αγοράσω.
 
Last edited:
Εγώ είμαι άτυχος διότι δεν το πρόλαβα όταν ήμουν κάτω και τώρα θα περιμένω να το δω τα Χριστούγεννα. Θα μου πεις, εδώ το δικό μου βιβλίο δεν θα δω (αν βγει την άλλη εβδομάδα), το ξένο με νοιάζει; Τέσπα, για την ορθογραφία έχω δύο παρατηρήσεις.

α) Το κουττός δεν το έχει ξαναγράψει έτσι σε κανένα λεξικό του, ούτε στο Μεγάλο ούτε στο Ορθογραφικό. Μόνο στο Ορθογραφικό έχει σημείωση σε πλαίσιο όπου δίνει την ετυμολογία (χοντρικά από κοττός = πετεινός) άρα λέει συνεπέστερο θα ήταν να γράφεται κουττός. Συμπέρασμα; Τώρα στο Ετυμολογικό θα δουμε πολλά καινούργια αγώρια. Θα είναι άτεγκτα "συνεπές", προβλέπω (άραγε θα έχει τραυάω; πολιθρόνα; )

β) Θα έλεγε κανείς ότι σε ένα ετυμολογικό λεξικό, που ας πούμε απευθύνεται σε ειδικούς αναγνώστες, συγχωρείται η ετυμολογκιζάν ορθογραφία, τα κουττά αγώρια. Όμως, είναι έγκλημα αν δεν λημματογραφεί και τη συνήθη μορφή (κουτός, αγόρι).
 

Zazula

Administrator
Staff member
Το έχω αγοράσει ήδη εδώ και κάποιες μέρες και το χρησιμοποιώ. Μπορώ να πω ότι είμαι ευχαριστημένος και αντιλαμβάνομαι πόσο πολλή και σοβαρή δουλειά κουβαλά μέσα του. Τώρα που το βλέπω με την ησυχία μου διαπίστωσα ότι στις περισσότερες περιπτώσεις που παρεκκλίνει από την καθιερωμένη (σχολική ή συνήθη) ορθογραφία, έχει σχετικές παραπομπές (σε ελάχιστες δεν έχει, όπως π.χ. στο αβλέμμονας, το οποίο παρεμπ. είναι αβλέμονας στο ΛΝΕΓ), οπότε αρχικά είχα κάνει λάθος.

Για την απορία σου τώρα, sarant: Λημματογραφεί τραυώ, τραύηγμα, τραυηξιά, τραυηχτικός, τραυηχτός, τραυο- (τραυολογώ, τραυολόγημα), αλλά όχι πολιθρόνα (έχει πολυθρόνα χωρίς ειδικό σχόλιο, παρά μόνο αναφορά στην παρετυμολογική επίδραση του πολύς στο μορφολογικό τμήμα τού λήμματος).
 
Όπως είδες, Ζαζ, η μόνη περίπτωση που ο Μπαμπινιώτης ενδέχεται να δεχτεί την παρετυμολογία είναι όταν "περιπλέκει" την ορθογραφία αντί να την απλοποιεί, ιδίως όταν εισάγει το αγαπημένο του "ελληνικό ι": στυλ αντί για στιλ, πολυθρόνα αντί για πολιθρόνα, όχι όμως κτίριο αντί για κτήριο.

Για τον αβλέμ(μ)ονα η αλλαγή έγινε στο Ορθογραφικό και προφανώς έχει περάσει και στην 3η έκδ. του ΛΝΕΓ (δεν το έχω πρόχειρο αλλά νομίζω πως το είχα κοιτάξει).

Ελπίζω, όταν το πάρω, η αποστροφή για τις ορθογραφικές φρικαλεότητες να μην αποδειχτεί ισχυρότερη από την επιθυμία να διαβάσω το καθαυτό ετυμολογικό μέρος.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Παρεμπ, αν υπάρχουν λήμματα που θέλεις να κοιτάξω, sarant, ρίχ' τα! :)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Στο ΕΛΝΕΓ έχει εγκαταλειφθεί η γραφή νηνί τού ΛΝΕΓ (2006) και προκρίνεται το νινί. Στο κομουνισμός γίνεται δεκτή ως ορθή και η γραφή κομμουνισμός (και είναι αυτή που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του σχετικού σχολίου), ενώ στο ΛΝΕΓ (2006) δεν γινόταν.

(Σόρι που τα γράφω αποσπασματικά, έτσι όπως τα βρίσκω μπροστά μου — τα συγκεντρώνω και συστηματικά αλλά είναι απίστευτα πολλή δουλειά, οπότε αργεί.)
 
Ζαζ, ελπίζω να μην είναι πράγματι "κΟΥμμουνισμός" (μην το γελάς, στην πρώτη πρώτη έκδοση, τη "βουλγαρική", έτσι το είχε)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Στα τσιγκλώ και τσίμα-τσίμα έχουν εμπλουτιστεί οι ετυμολογικές πληροφορίες και εγκαταλείπονται οι γραφές τσυγκλώ και τσύμα-τσύμα τού ΛΝΕΓ (2006).
 
Τί γίνεται αλήθεια με την αντιπροσωπεία (αντιπροσωπία κατά το ΛΝΕΓ);
 

Zazula

Administrator
Staff member
Αντιπροσωπία και στο ΕΛΝΕΓ. Σχόλιο σε πλαίσιο στο λήμμα ανανδρία αιτιολογεί τη γραφή -ία με τον γνωστό κανόνα για τα παράγωγα ουσιαστικά από επίθετα σε -ος (όχι -είος όπως ανδρείος -> ανδρεία): προεδρία, αντιπροσωπία, πρωτοπορία, ειδωλολατρία κ.ά. Σημειωτέον ότι το ΛΚΝ ετυμολογεί την αντιπροσωπεία από το αντιπροσωπεύω, όχι από το αντιπρόσωπος.
 
Ευχαριστώ Ζαζ! Απλώς, αναρωτιέμαι αν απαντά κάπου, κάποτε (έστω και άπαξ) η γραφή αντιπροσωπία, προ ΛΝΕΓ εννοείται. Επίσης, έχω τη διεστραμμένη εντύπωση της επιλεκτικής ετυμολόγησης (διαλέγω ουσιαστικό και όχι ρήμα λ.χ.) προς υποστήριξη μιας παράδοξης ορθογράφησης...

Εδιτ: τώρα που το σκέφτομαι, πώς ορθογραφείται η καπηλεία; Βάσει του κανόνα ΛΝΕΓ δεν θα πρέπει να είναι... καπηλία (από το κάπηλος).
 

Zazula

Administrator
Staff member
Η καπηλεία λημματογραφείται στο ΕΛΝΕΓ στο ετυμολογικό πεδίο τού λήμματος καπηλεύομαι, μαζί με τα καπήλευση και καπηλευτής:
καπηλεία < αρχ. καπηλ-εία «μικρεμπόριο, λειτουργία ταβέρνας» [ήδη τον 5ο αι. π.Χ., πβ. Πλάτ. Νομ. 705a.4-5: εμπορίας γαρ και χρηματισμού διά καπηλείας εμπιμπλάσα αυτήν] < ρ. καπηλεύω

Στο ετυμολογικό πεδίο τού λήμματος κάπηλος υπάρχει το καπηλειό:
καπηλειό < μεσν. καπηλ-ειό (με καταβιβασμό τόνου και συνίζηση) < αρχ. καπηλ-είον «μικρομάγαζο, ταβέρνα» [ήδη τον 5ο αι. π.Χ., πβ. Ισοκρ. Περί αντίδ. 287.1-2: οι μεν γαρ αυτών επί της Εννεακρούνου ψύχουσιν οίνον, οι δ' εν τοις καπηλείοις πίνουσιν] < κάπηλ-ος «μικρέμπορος, ταβερνιάρης».
 

Zazula

Administrator
Staff member
Με την ευκαιρία να αναφέρω και το αμπάρι, που 'χε παλιότερα απασχολήσει τον Σαραντάκο (Ένα λεξικό που διδάσκεται):

ΛΝΕΓ (2006): Αντιδάν., μεσν. < τουρκ. ambar < αρχ. εμπόριον. Κατ' άλλη εκδοχή, το τουρκ. ambar ανάγεται σε περσ. anbār < αρχ. περσ. hampāra.

ΕΛΝΕΓ (2009): μεσν. αμπάρι < τουρκ. ambar < περσ. anbār < αρχ. περσ. hampāra (ίδια σημ.). Η αναγωγή τής τουρκ. λ. στο αρχ. ουσ. εμπόριον είναι εσφαλμένη.

Με αφορμή το κείμενο αυτό του Σαραντάκου, επιτρέψτε μου να σας πληροφορήσω επίσης ότι στο λήμμα αντιλόπη υπάρχει πλαίσιο για την ιστορία τής λέξης. Συνεχίζει το «αναφέρεται άπαξ» για το ανθόλοψ, αλλά ο κειμενογράφος αναφέρεται σωστά (Ευστάθιος Αντιοχείας), παρατίθεται ολόκληρο το σχετικό περιγραφικό απόσπασμα, και γενικά συντίθεται ένα σχόλιο που διαβάζεται με πολύ ενδιαφέρον.
 

nickel

Administrator
Staff member
Εγώ έχω το λεξικό και το χαζεύω από προχτές, μια και μόλις τώρα έφτασε σε τούτα 'δώ τα κατσάβραχα.

Πρώτες εντυπώσεις: Παρότι είναι το πιο εξειδικευμένο από τα λεξικά του Κέντρου Λεξικολογίας, είναι και το πιο ευχάριστο στην εμφάνιση, με τα μεγαλύτερα στρογγυλεμένα στοιχεία του, τα μπλε γράμματα για τα λήμματα και τα πολλά πλαίσια με το αχνό μπλε φόντο (σχεδόν δεν υπάρχει σαλόνι χωρίς ένα τουλάχιστον πλαίσιο). Μου αρέσουν οι ομαδοποιήσεις ομόρριζων λέξεων, ιδίως όταν δεν περιορίζονται στην ελληνική γλώσσα. Τις ιστορίες των λέξεων, ακόμα και τις γνωστές, ευχαριστιέσαι να τις διαβάζεις — και να τις ξαναδιαβάζεις, αν δεν έχεις φωτογραφική μνήμη, μια και πάντα κάτι έχουν να σου προσφέρουν. Οι παρουσιάσεις είναι προσαρμοσμένες στο υλικό τους, είναι κάτι σαν πολυπρισματικό διαμάντι, ή κάτι σαν «παρκούρ στις λέξεις» (όχι, δεν το χώρεσε το «παρκούρ», δυστυχώς δεν έχει ούτε το «παραπέντε», που τη θέλει την εξήγησή του, και λείπουν αρκετές λέξεις που υπάρχουν στο ΛΝΕΓ, λείπει π.χ. η «διαπλοκή» και η εξήγηση του ΛΝΕΓ για τα «διαπλεκόμενα»).

Όμως, δεν με ενόχλησαν οι ελλείψεις (θα παίρνω ό,τι λείπει από το ΛΝΕΓ, και ό,τι δεν υπάρχει πουθενά, θα γκρινιάζω από εδώ να μπει — πρέπει να υπάρχει κάτι για να γκρινιάζουμε). Και, περιέργως, έχουν πάψει να με ενοχλούν οι ετυμολογικές ορθογραφίες (μου αρκεί που δεν λημματογραφούν με αυτές το Σχολικό και το Μικρό). Ελπίζω οι «μπαμπινιωτικοί» να μην προσαρμόζουν τις ορθογραφίες τους με κάθε νέο λεξικό γιατί θα έχουν πάλι δουλειά να κάνουν (ο «πιλότος», πάντως, είναι στη θέση του).

Δεν ξέρω για λάθη, δεν βγήκα σε άγρα για λάθη, άλλωστε συνήθως τα λάθη έρχονται και πέφτουν επάνω μου. Ένα «τσάι earl Grey» με πεζό «e» είδα πριν από λίγο, αλλά δεν θυμάμαι πού. Η δουλειά δείχνει ότι έχει γίνει με πολλή προσοχή (και, κυρίως, πολύ μεράκι!), αλλά πού θα πάει, θα είναι άρρωστο να μην υπάρχουν αβλεψίες, θα τις βρούμε, θα τις βρουν οι ασχολούμενοι με την ετυμολογία.

Στη μέση του εξωφύλλου του λεξικού φιγουράρει πολύ έξυπνα η φράση «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ». Μαζί με τη φιλική του εμφάνιση είναι φανερό ότι το λεξικό επιδιώκει να προσελκύσει ένα κοινό πολύ ευρύτερο από το κοινό που θα ανταποκρινόταν στο σκέτο «ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ». Αλήθεια, πόσοι είχαν βάλει τον Ανδριώτη στο σπίτι τους;

Οι περισσότεροι, οπωσδήποτε όσοι ενδιαφερόμαστε για την ιστορία των λέξεων, θα το ευχαριστηθούμε πολλαπλά αυτό το λεξικό. Επειδή δεν αποκλείεται να υπάρξουν γκρίνιες (και για να εξιλεωθώ προκαταβολικά για τις δικές μου :) ), θα ήθελα να πω ότι, όταν κυκλοφορούν, τυπωμένα ή στο διαδίκτυο, του κόσμου τα ετυμολογικά λύματα, είναι παρήγορο που βγήκε ένα βιβλίο τόσο ελκυστικό και ταυτόχρονα έγκυρο (ακόμα κι αν υπάρξουν διαφωνίες για κάποιες ετυμολογήσεις). Μόνο με τέτοια βιβλία μπορεί να γίνει η γλώσσα ευχάριστη και ελκυστική υπόθεση, και η έγκυρη γνώση πιο προσιτή από τα φανταχτερά παραμύθια. (Μμμ, όσο μιλάω για ελκυστική γνώση, σκέφτομαι μήπως θα έπρεπε να ανησυχώ για λήμματα όπως το κουττός… :) )


ΥΓ. Ένα «μειονέκτημα» του λεξικού είναι που έχει πολύ σφιχτό δέσιμο, οπότε αποκλείεται να κάνω OCR σε εσωτερικές στήλες. Αν πρέπει να παραθέσω κάτι, να παρακαλάτε να είναι σε εξωτερική στήλη.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Με την ευκαιρία να αναφέρω και το αμπάρι, που 'χε παλιότερα απασχολήσει τον Σαραντάκο (Ένα λεξικό που διδάσκεται).
Στο ανωτέρω κείμενο του Σαραντάκου γίνεται αναφορά και στην ετυμολόγηση της λέξεως καναπές, η οποία στο ΛΝΕΓ (Α' έκδ.) αναγόταν λανθασμένα στο κωνωπείον ενώ η ορθή ετυμολόγηση είναι από το κωνώπιον και διορθώθηκε στο ΛΝΕΓ (Β' έκδ.) και έκτοτε σε όλα τα λεξικά τού Κέντρου Λεξικολογίας. Ωστόσο ο κος Μπαμπινιώτης κατά την παρουσίαση του ΕΛΝΕΓ σε τηλεοπτική εκπομπή τής ΝΕΤ ανέφερε κατά λάθος ότι ο καναπές προέρχεται από το κωνωπείον (χρονικό σημείο 1:40) — η σχετική κάρτα αναφέρει το κώνωψ:
http://www.youtube.com/watch?v=Ei25MfvyujI
 

Zazula

Administrator
Staff member
Παίρνω τώρα αφορμή από ένα άλλο σημείωμα του Σαραντάκου (Λεξικών σύγκριση – Ετυμολογία), για να παραθέσω έναν αντίστοιχο πίνακα με εκείνον του Σαραντάκου, ενημερωμένου και με τα δεδομένα του ΕΛΝΕΓ (δυστυχώς δεν μπορώ να συμπεριλάβω και το καρακόλι τού σαραντάκειου σημειώματος, διότι δεν λημματογραφείται στο ΕΛΝΕΓ):

λήμμα | ΕΛΝΕΓ (2009) | ΛΝΕΓ (2006) | ΛΚΝ (1998) |
κολυμπώ |< μεσν. κολυμπώ < αρχ. κολυμβώ (-άω) «βουτώ στο νερό» [ήδη τον 6ο αι. π.Χ. στον Ανακρέοντα, απόσπ . 31.2: πέτρης ες πολιόν κύμα κολυμβώ μεθύων έρωτι ] < κόλυμβος «(;) αγριόπαπια» (δηλώνει επίσης ελιές που έχουν βουτηχτεί σε θαλασσινό νερό ή άλμη, για να ξεπικρίσουν), πιθ. συνδ. με το λατ. columba «περιστέρι» και με το θ. τού αρχ. επιθ. κελαινός «σκοτεινός, σκούρος» (βλ.λ. κηλίδα ) |μεσν. κολυμπώ < αρχ. κολυμβώ (-άω) < κόλυμβος , είδος πτηνού, πιθ. «αγριόπαπια», αλλά η λ. περιγράφει συνήθ. καρπούς δέντρων (συνήθ. ελαιοδένδρων), οι οποίοι επιπλέουν στο νερό. Το αρχ. κόλυμβος είναι αβέβ. ετύμου, πιθ. < Ι.Ε. *kolu-mb(h)- , ετεροιωμ. βαθμ. του Ι.Ε. *kel- «μαύρος, σκοτεινός», πβ. λατ. columba «περιστέρι», ίσως και αρχ. κελαινός «σκοτεινός, μαύρος» |μσν. κολυμπώ < ελνστ. κολυμβώ (προφ. [mb]), αρχ. σημ.: «κάνω κατάδυση (για ψάρεμα)» |
ουρανός |< αρχ. ουρανός , ίσως < *(F)ορσ-ανός < θ. *Fορσ- (με παραγ. τέρμα - ανός , πβ. κ. ορφ-ανός , ξό-ανον ), μεταπτωτ. βαθμίδα τού Ι.Ε. *wers- «βρέχω — δροσιά» ¦¦ σανσκρ. varșá- «βροχή», λιθ. viršùs «υψηλότερη κορυφή», ίσως επίσης αρχ. έρση «δροσιά» και ουρώ (βλ.λ.). Δεν ευσταθεί η ταύτιση του αρχ. Ουρανός ως θεωνυμίου με το σανσκρ. Varuņa- , καθώς η συνεπαγόμενη ανάλυση *ο(F)ορανός προσκρούει στους αιολ. τύπους ορανός / ωρανός , οι οποίοι δεν μπορούν να προκύψουν από συναίρεση του αρχικού *ο(F)ο- . Οι δημοφιλείς παρετυμολογικές συνδέσεις με τα αρχ. ορώ (-άω) ή όρος και το επίρρ. άνω δεν έχουν επιστημονική βάση. Ορισμένοι πιστεύουν ότι η λ. αποτελεί δάνειο. |αρχ., αβέβ. ετύμου. Η παλαιότ. σύναψη του θεωνυμίου Ουρανός με το αντίστοιχο σανσκρ. Váruņah , με υποθ. τ. *ο-(F)ορανός (με ο - προθεμ.) δεν ευσταθεί φωνητικώς (το *οFο- παρουσιάζεται συνηρημένο χωρίς ίχνος από δίγαμμα). Σύμφωνα με την πιο πιθανή εκδοχή, ουρανός < *Fορσ-ανός (για το επίθημα, πβ. ορφ-ανός , ξό-α-νον κ.ά. ), που συνδ. με σανσκρ. varșá- «βροχή» και ίσως με το ρ. ουρώ (βλ.λ.), οπότε η λ. θα προσδιόριζε τον τόπο από τον οποίο προέρχεται η βροχή. Ορισμένοι προεκτείνουν αυτή την άποψη, προτείνοντας επίσης συνδέσεις με λιθ. viršùs «υψηλότερη κορυφή» και με σανσκρ. varșman- «ύψος». Τέλος, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι πρόκειται για δάνειο αγν. ετύμου. Στο βιβλικό λεξιλόγιο ο ουρανός περιγράφεται συχνά ως η κατοικία τού Θεού, του Χριστού και των αγγέλων (λ.χ. Κ.Δ. Ιωάνν. 6,51: εγώ ειμί ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καραβάς ). Η χρήση τής λ. στην αστρονομία αποτελεί αντιδάν. από νεολατ. Uranus < αρχ. Ουρανός , θεωνύμιο. |αρχ. ουρανός |
μπιμπελό |< γαλλ. bibelot , πιθ. ονοματοπ. θέμα bib -, που προσδιορίζει μικρά αντικείμενα, + υποκορ. τέρμα - elot ή, κατ' άλλη εκδοχή, < παλ. γαλλ. beubelet (12ος αι.), με εκφραστ. αναδιπλασιασμό τού bel , άλλου τύπου τού επιθ. beau «ωραίος» |< γαλλ. bibelot < μέσ. γαλλ. beubelot , εκφραστ. ηχομιμητική λ., που ίσως συνδ. με το επίθ. beau «ωραίος, όμορφος» |λόγ. < γαλλ. bibelot |
κεμπάπ |τουρκ. kebap «ψητό κρέας» < αραβ. kebab |τουρκ. kebap «ψητό κρέας» |τουρκ. kebap < αραβ. kebab |
σιλό |γαλλ. silo < ισπαν. silo «υπόγεια αποθήκη», ίσως λατ. sirus < αρχ. σιρός «δοχείο ή λάκκος για φύλαξη σιτηρών», τεχν. όρ., αγν. ετύμου. Έχουν διατυπωθεί απόψεις περί αναγωγής στο βασκ. zilo «τρύπα» ή και σε κελτ. λ. με σημ. «σπόρος φυτού», αλλά καμία πρόταση δεν έχει μέχρι τώρα επιβεβαιωθεί. |γαλλ. silo < ισπαν. silo «υπόγεια αποθήκη», αβέβ. ετύμου, πιθ. < κελτ. *sīlon «σπόρος φυτού» ή < βασκ. zilo «τρύπα». Η απουσία συγγενών λ. καθιστά λιγότερο πιθανή την αναζήτηση ετύμων στη λατινική ή την ελληνική γλώσσα. |λόγ. αντδ. < γαλλ. silo (στη νέα σημ.) < ισπαν. siro < λατ. sirus «δοχείο σταριού» < αρχ. σιρός |
σκίτσο |< ιταλ. schizzo «πρόχειρο σχέδιο», πιθ. < λατ. schedium «αυτοσχέδιο ποίημα» < αρχ. σχέδιος (βλ.λ. σχέδιο ), πράγμα που θα σήμαινε ότι η λ. σκίτσο είναι αντιδάνειο |Αντιδάν., < ιταλ. schizzo < λατ. schedium «αυτοσχέδιο ποίημα», ουδ. τού επιθ. schedius < αρχ. σχέδιος (βλ.λ. σχέδιο ) |ιταλ. schizzo |
 

Zazula

Administrator
Staff member
Ένα άλλο ζήτημα που ανέδειξε πάλι ο Σαραντάκος, τούτη τη φορά στο σημείωμά του με τίτλο Οι σημασίες των ετύμων, είναι ότι το ΛΝΕΓ παρέλειπε περιέργως («περιέργως» υπό την έννοια ότι δεν το έπραττε αυτό σε όλες τις περιπτώσεις) να σημειώνει μεταβολές στη σημασία μιας λέξης από την αρχαία στη νέα ελληνική.

Ενδεικτικά στο σημείωμα του Σαραντάκου αναφέρονται οι λέξεις γελοίος «αστείος, διασκεδαστικός», δέκτης «ζητιάνος», διαβόητος (εύσημο), διοχετεύω «εφοδιάζω με κανάλια μια περιοχή» και δόκανο (αναφορά στις ενδιάμεσες σημασιολογκές μεταβολές).

Το ΕΛΝΕΓ στα γελοίος και δέκτης αναφέρει ότι πρόκειται για λέξεις ήδη ομηρικές, αλλά δεν κάνει μνεία των σημασιών τους στην αρχαία, ούτε παραθέτει κάποιο εδάφιο. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το διοχετεύω, με μόνη διαφορά ότι αυτή η λέξη απαντά από τον 5ο αι. π.Χ. (στον Πλάτωνα) και δεν είναι ομηρική.

Στο διαβόητος περιλαμβάνει σημασιολογικό τμήμα:
αρχική σημ. «διάσημος, φημισμένος (χωρίς θετική ή αρνητική χροιά)» (πβ. Αναξιμέν. απόσπ. 2a,72: τον Εριφύλης όρμον διαβόητον γενέσθαι διά το σπάνιον είναι τότε το χρυσίον παρά τοις Έλλησι) -> ήδη ελνστ. σημ. «πασίγνωστος (για κακές πράξεις), κακόφημος» (πβ. Μαιάνδρ. απόσπ. 1.4-5: ο γαρ τοι Κιλλικών επί πονηρία διαβόητός εστι)

Στο δόκανο το ετυμολογικό πεδίο αντικατοπτρίζει την πορεία των σημασιολογικών μεταβολών:
< μεσν. δόκανον < ελνστ. πληθ. δόκανα (τα) «παράλληλες συνεζευγμένες δοκοί (σύμβολο των Διοσκούρων στη Σπάρτη)», με σημασιολ. επίδρ. τού ομορρίζου δοκάνη «πάσσαλος πρόσδεσης κυνηγετικών διχτυών», < αρχ. δοκ(ός) + παραγ. τέρμα -άνον, -άνη
 

Zazula

Administrator
Staff member
Άλλη μια διαφορά που παρατήρησα μεταξύ του ΛΝΕΓ (2006) και του ΕΛΝΕΓ (2009) ήταν στη ζήλια, η οποία γίνεται ζήλεια στο ΕΛΝΕΓ και στην ετυμολογία αναφέρονται μόνον τα μσν. ζήλεια / ζηλειά / ζηλεία, κι όχι τα ζήλια / ζηλία (ΛΚΝ και ΛΝΕΓ). Κανένα σχόλιο περί συνήθους ή σχολικής ορθογραφίας δεν γίνεται στο ΕΛΝΕΓ, ούτε έστω μια απλή αναφορά στη γραφή ζήλια.

Και πάνω που ελπίζαμε να καθιερώσουμε τη γραφή -ια σε ορισμένες περιπτώσεις συνίζησης... το Κέντρο κάνει ένα βήμα πίσω (άλλωστε και η ακρίβια δεν υπάρχει στο ΕΛΝΕΓ — μόνον η φτώχια): :(
Φτώχια vs Φτώχεια
Στης ακρίβιας τον καιρό
Συνίζηση και ορθογραφία
 
Ενώ το Ορθογραφικό έχει κύριο λήμμα το ζήλια και πλαίσιο στο οποίο εξηγεί ότι η ετυμολογική ορθογραφία είναι ζήλεια.
 
Top