vocabulary

  1. nickel

    Κασσάνδρα = Cassandra, prophet of doom, doomsayer

    Παλιό, από το γκαφόνημα: Ξαναχτύπησε σήμερα ο Σαραντάκος: Διαψεύδονται οι Κασσάνδρες; Ορίστε, για ποικιλία και προβληματισμό, οι ορισμοί δύο ελληνικών λεξικών και πέντε εγγλέζικων: Κασσάνδρα η, πρόσωπο που κάνει δυσοίωνες προβλέψεις χωρίς να γίνεται πιστευτό Kασσάνδρα η : σε μετωνυμία, για...
  2. nickel

    chant

    Το αγγλικό chant κάνει μπαμ ότι προέρχεται από τη γαλλική λέξη για το τραγούδι, αλλά η γαλλική είναι απατηλό φιλαράκι (ψευτοφίλη, faux ami). Το chant δεν είναι τραγούδι. Να τι λέει το French Faux Amis: The Combined Book (Saul H. Rosenthal), σελ. 380: In English, the single verb to chant can...
  3. nickel

    cruising

    Αποφάσισα να μαζέψω σ’ ένα νήμα τις διάφορες αποδόσεις για το cruise, τις πολλές σημασίες του και τις φράσεις του. Βοηθήστε να εμπλουτίσουμε το νήμα με ωραίες και ακριβείς αποδόσεις, ιδίως σε χώρους όπου χωλαίνω. Η δομή και τα παραδείγματα βασίστηκαν κυρίως στο περιεχόμενο του λήμματος του ODE...
  4. nickel

    παιδοβούβαλος

    Ό,τι θυμάται χαίρεται ο καθένας (πρέπει να ανοίξω νήμα και για αυτή την έκφραση), αλλά από τον σημερινό Σαραντάκο με τη φτιαχτή λέξη αποπουδοβαλία (που μας προέκυψε από φάρσα Γερμανού λεξικογράφου) εμένα το μυαλό μου πήγε στον παιδοβούβαλο. Ο παιδοβούβαλος, σύμφωνα με το ΛΝΕΓ, είναι...
  5. nickel

    ευζωία

    Ας επωφεληθούμε από την άσκηση των φετινών θεμάτων για τη Νεοελληνική Γλώσσα. Πρώτα απ' όλα τα συνώνυμα της ευζωίας, όπως τα βρήκα στη lexigram: [ζωή χωρίς στερήσεις και στενοχώριες] καλοπέραση: μόνο η καλοπέρασή του τον ενδιαφέρει και τίποτα άλλο ευζωία καλοζωία ευπραγία άνετος / άκοπος βίος...
  6. nickel

    πάση θυσία = at any cost, at all costs

    πάση θυσία = at any cost, at all costs Είδα πάλι σε δημοσκόπηση την ερώτηση κατά πόσο η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνει στο ευρώ «πάση θυσία». Είναι μια διατύπωση που με εκνευρίζει μια και κάθε άνθρωπος —ή, καλύτερα, κάθε δημοσκοπούμενος— που καταλαβαίνει ελληνικά θα έπρεπε να απαντήσει όχι σε...
  7. nickel

    αποδιαλεγούδι

    αποδιαλεγούδι κ. -διαλέγι κ. -λούδι κ. -διαλεγούρι 1. ό,τι απομένει μετά τη διαλογή, μετά το ξεδιάλεγμα των καλύτερων 2. (παρ.) «όπου πολύ διαλέει στ' αποδιαλεγούδια μένει» — ο πολύ διστακτικός στην εκλογή του καταλήγει σε πλήρη αποτυχία. Το είδαμε και «αποδιαλεούνια». Πώς να το...
  8. nickel

    hooded eyes = κουκουλωτά μάτια

    hooded eyes = κουκουλωτά μάτια Τα λέμε κι αλλιώς, αυτό το «σήμα κατατεθέν» του Μάιλ Κέιν; Πεσμένα βλέφαρα (ή αυτό πάει με τη Βάσω Παπανδρέου); Το εύρημα εδώ είναι ότι τη λέξη δεν την έχει κανένα λεξικό (στις εξαιρέσεις ο Βλαστός με τα Συνώνυμά του). Αν την ψάξουμε σε βιβλία, θα πάμε πίσω κι...
  9. nickel

    μετεωρισμός

    Είχα προ ημερών ένα πρόβλημα με τον μετεωρισμό, δηλαδή με την απόδοση του όρου, για να μην παρεξηγηθώ. Φαίνεται αμέσως το πρόβλημα αν ψάξεις να δεις πώς χρησιμοποιείται η λέξη: πέφτεις πρώτα πάνω στις ιατρικές χρήσεις, όπου ο μετεωρισμός είναι το φούσκωμα της κοιλιάς από αέρια, ο τυμπανισμός...
  10. nickel

    enslaver

    A world famous Texas cinema chain with a zero tolerance policy towards anti-social filmgoers has "banned" Madonna from all its screens after she was reportedly caught texting during a screening of 12 Years A Slave at the New York film festival. The singer is reported to have spent much of the...
  11. nickel

    doozy = ?

    doozy noun an extraordinary one of its kind “It should be a doozy of a year, with an aggressive ad campaign starting and work underway to take the company public,” said the CEO. “The planet is a doozy, with maniacal dogs and giant scorpions, but Riddick has a keen sense of survival, so he...
  12. nickel

    λιντσάρω

    Ας ξεκαθαρίσουμε ότι λιντσάρω δεν σημαίνει προγκάω. λιντσάρω ρ. μετβ. {λιντσάρισ-α, -τηκα, -μένος} (κυρ. για εξαγριωμένο πλήθος) κακοποιώ ή θανατώνω με λιντσάρισμα: οι κάτοικοι τού χωριού όρμησαν να λιντσάρουν τον παιδοκτόνο, αλλά απωθήθηκαν από τον αστυνομικό κλοιό. [ΕΤΥΜ. < αγγλ. lynch...
  13. nickel

    outlier = αποκλίνουσα, ατυπική ή ακραία περίπτωση | (στατ.) έκτοπο (σημείο), έκτοπη τιμή

    outlier /ˈaʊtlʌɪə/ noun a person or thing situated away or detached from the main body or system: a western outlier in the Andaman archipelago a person or thing differing from all other members of a particular group or set: an outlier in Faulkner’s body of work | then there are the corporate...
  14. nickel

    grumpy

    Είδα ότι μια φίλη διαμαρτυρόταν που η διάσημη grumpy cat αποδόθηκε εδώ «γκρινιάρα» και δεν έχει άδικο (η φίλη). Πολλές οι αποδόσεις, καμιά δεν είναι «γκρινιάρα». αγέλαστη, κατσούφα, βαρύθυμη, δύσθυμη, σκυθρωπή, βαριά κι ασήκωτη (όχι, παρεξηγήσιμο) άκεφη, κακόκεφη μουρτζούφλω ζοχαδιάρα...
  15. nickel

    Να σας τα κάνω λιανά

    Από το αρχαίο λείος, το επίθετο λειανός (και λιανός) στο μεσαίωνα είναι ο λεπτός, ο στενόμακρος, και λειανά ήταν τα μικρόσωμα ζώα, τα αιγοπρόβατα. http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/search.html?lq=%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82&sin=all Στη δημοτική η...
  16. nickel

    shade, άλλο σκιά και άλλο απόχρωση

    Όσο το shade είναι μη αριθμήσιμο, το αποδίδουμε ως σκιά. Όταν αρχίσει να μετριέται (δηλ. γίνει a shade, shades), η απόδοση γίνεται απόχρωση (εκτός από το eye shade, που παραμένει σκιά): σκιά: a plant that needs a lot of shade She was sitting in the shade of a large oak tree. I spent the...
  17. nickel

    celebration

    Διαπίστωσα ένδεια των λεξικών σε σχέση με την παρακάτω σημασία τού celebration — όχι μόνο τον αγγλοελληνικών, αλλά και των μονόγλωσσων. Ακόμα και στο ODE δεν είχε κάτι. Πρέπει να ξεκινήσουμε από το celebrate: ODE: honour or praise publicly: a film celebrating the actor’s career Websters: to...
  18. nickel

    concertina

    Για την κονσερτίνα ή κοντσερτίνα γράφει σήμερα τα ωραία του ο Νίκος Σαραντάκος («Κονσερτίνες και πολυβόλα») και μας αφορούν. Ρίχνω εδώ το σχετικό λήμμα τού ODE, διαβάστε εκεί και φέρτε τίποτα αποδόσεις αποδώ. concertina /ˌkɒnsəˈtiːnə/ noun 1 a small musical instrument played by stretching and...
  19. nickel

    spook

    Μια και πιάσαμε κουβέντα (εδώ) για την παλιά υβριστική σημασία τού spook («αράπης»), όπως τη μάθαμε από το βιβλίο του Ροθ ή την ταινία The Human Stain, σκέφτηκα να φτιάξουμε ένα νηματάκι για να καταθέσω την απόδοση που μου αρέσει συχνά για το παθητικό he was spooked = αγριεύτηκε. Να τα δούμε...
  20. nickel

    κάθετος και κατακόρυφος

    Στο λήμμα κάθετος του ΛΝΕΓ υπάρχει μια σημείωση από την οποία αντιγράφω τη μισή, το κομμάτι που με ενδιαφέρει εδώ: κάθετος - κατακόρυφος Συχνά χρησιμοποιείται λανθασμένα το κάθετος αντί τού κατακόρυφος. Το σωστό είναι ότι το κάθετος δηλώνει σχέση, τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην κατακόρυφη...
Top