expressions

  1. nickel

    ήξεις αφήξεις = equivocal, ambiguous, shilly-shallying

    Τη φράση ηξεις αφήξεις δεν την έχει το ΛΚΝ (κακώς), τη βρίσκουμε με την ορθογραφία ήξεις αφίξεις στο ΝΕΛ («στις περιπτώσεις που τα λόγια κάποιου επιδέχονται πολλές ερμηνείες»), ενώ σαν ήξεις αφήξεις θα τη βρούμε στο Μείζον («διφορούμενα, υπεκφυγές») και το ΛΝΕΓ: ήξεις αφήξεις (λόγ.) για κάτι...
  2. nickel

    give yourself a lift, give your spirits a lift

    Γιά να δω τι λέν' οι κειμενογράφοι. Όχι, δεν είναι «Κάντε κάτι για το ηθικό σας», δηλαδή αφήστε απέξω το ηθικό. Είναι περισσότερο: Φτιάξτε το κέφι σας Δώστε στον εαυτό σας λίγη χαρά Σκοτώστε τη μιζέρια Συνθηματολογήστε και... ανεβείτε ψυχολογικά!
  3. nickel

    ιδίαις αυτού/αυτής χερσίν (Ι.Α.Χ.)

    Ταινία μικρού μήκους (6 λεπτών) του Βαγγέλη Τσαουσόπουλου (2006). Στην αρχή ακούγεται ο τίτλος, «Ιδίαις αυτού χερσί» ενώ στην οθόνη διαβάζουμε «MANU PROPRIA» (η ταινία έχει αγγλικούς υπότιτλους). Στα 40 δευτερόλεπτα εμφανίζεται τσαλακωμένο σημείωμα που γράφει «Ι.Α.Χ. (ΙΔΙΑΙΣ ΑΥΤΟΥ ΧΕΡΣΙ)», και ο...
  4. nickel

    κλαίνε τον σκεπαρνοσκοτωμένο

    Το σκεπάρνι είναι παμπάλαια λέξη, βαστάει η σκούφια της από σκέπαρνον σε Όμηρο και Σοφοκλή. Προκαλεί κάποιους πονοκέφαλους σε όσους έχουν τάση στα σαρδάμ, οπότε δεν λείπουν τα *σκερπάνια από το διαδίκτυο. Μεταφράζεται (κοπιάρω από LSJ και Κοραή): (LSJ, το σκέπαρνον, ο σκέπαρνος) carpenter's...
  5. nickel

    the new rich: νεόπλουτοι, νέοι πλούσιοι ή νεοπλούσιοι;

    Διάβασα χτες στον Μιχαηλίδη στην Ε: Στη Ρωσία, όπου ευδοκιμούν οι λεγόμενοι ολιγάρχες (οι νέοι πλούσιοι της μετακομμουνιστικής Ρωσίας)... Δεν μου κάθισε καθόλου καλά το «νέοι πλούσιοι». Περισσότερο θα περίμενα να το δω με ένα κόμμα ανάμεσα: νέοι, πλούσιοι και ωραίοι. Άλλοι θα έλεγαν...
  6. zephyrous

    tried-and-true

    Αμερικανιάς το ανάγνωσμα, πρόσχωμεν... Tested and proved to be worthy or good, λέει το answers.com. Απλώς "δοκιμασμένο"; Δεν βρήκα κάτι.
  7. La usurpadora

    évoquer l’évolution

    Philippe Mory est comédien et cinéaste. Ses films évoquent l’évolution des cultures du Gabon. évoquer, verbe transitif Sens 1 Rappeler à la mémoire. Ex Evoquer le passé. Synonyme rappeler Anglais to evoke Sens 2 Rappeler à l'esprit. Ex Cette personne évoque vaguement mon père. Synonyme penser...
Top