economics

  1. nickel

    moratorium = μορατόριουμ, χρεοστάσιο, αναστολή πληρωμών, στάση πληρωμών

    Πριν από πολλά χρόνια, προς το τέλος της δεκαετίας του 70, συζητούσαμε στο Λονδίνο για κάποια χώρα που σκεφτόταν ή είχε εφαρμόσει τη λύση της στάσης των πληρωμών, δεν θυμάμαι λεπτομέρειες, και πρέπει να είπα κάτι σαν «Σκέφτεται να κηρύξει μορατόριουμ». Οπότε, περιχαρής, ρώτησε η φίλη μας η...
  2. nickel

    junk

    Junk με πληθυντικό είναι μόνο το κινέζικο ιστιοφόρο που (από το γαλλικό jonque) το λέμε τζόγκα. Οι άλλες συνηθισμένες σημασίες της λέξης junk δεν έχουν πληθυντικό, είναι μη μετρήσιμες. Και η πιο γνωστή σημασία: άχρηστα (αντικείμενα), παλιατσαρία, σαβούρα, σκουπίδια. Γι’ αυτό: junk shop = το...
  3. nickel

    insider, insider information, insider trading

    Insider trading is the trading of a corporation's stock or other securities (e.g. bonds or stock options) by individuals with potential access to non-public information about the company. Για το insider information επικρατούν δύο αποδόσεις: εμπιστευτικές πληροφορίες και εσωτερική πληροφόρηση...
  4. nickel

    φασονίστας

    Ο φασονίστας (του φασονίστα, τον φασονίστα, οι φασονίστες, των φασονιστών, τους φασονίστες) μεταφράζει το γαλλικό façonnier (Entrepreneur ou travailleur indépendant qui, pour le compte d'autrui, transforme une matière première ou un produit qui lui est fourni, participant ainsi à son élaboration...
  5. nickel

    population economics

    Βλέπω κάποιο κενό ως προς την απόδοση του όρου στα ελληνικά. Από τη Wikipedia: Demographic economics or population economics is the application of economics to demography, the study of human populations, including size, growth, density, distribution, and vital statistics. Analysis includes...
  6. nickel

    four U's: underowned, undervalued, unloved, and ugly

    Έναν καλό συνδυασμό μεταφράσεων των τεσσάρων επιθέτων ζητά ο φίλος ο Γιάννης. Το «underowned» σημαίνει, αν θέλουμε να ακριβολογήσουμε, ότι έχουν χαμηλή ζήτηση ή κακές συστάσεις: Looking at the UK market you can classify the under-owned stocks as those where the number of "buy" recommendations...
  7. Palavra

    notional amount, notional value, notional principle = ονομαστική αξία | ενδεικτική αξία

    The notional amount (or notional principal amount or notional value) on a financial instrument is the nominal or face amount that is used to calculate payments made on that instrument. This amount generally does not change hands and is thus referred to as notional...
  8. nickel

    στρεβλώσεις και αγκυλώσεις = distortions and rigidities / inflexibilities

    Ρωτήθηκα ιδιωτικά για τις (στρεβλώσεις και) αγκυλώσεις της αγοράς και πρότεινα rigidities ή inflexibilities για το δεύτερο (ακαμψίες, δηλαδή, κυριολεκτικά). Αν έχετε κάτι καλύτερο, θα προστεθεί στον τίτλο.
  9. nickel

    building society = στεγαστικό ταμιευτήριο, στεγαστική τράπεζα

    Επειδή βλέπω σε σελίδα της ΕΕ (και όχι μόνο) «κτηματικές τράπεζες, κτηματικές εταιρείες (building societies), ιδρύματα κτηματικής πίστης» [μην το ψάξετε έτσι, γιατί λέει «εταρείες»] και ιδιαίτερα τώρα πια που οι περισσότερες building societies έχουν γίνει, από στεγαστικά ταμιευτήρια, κανονικές...
  10. C

    outsourcing = εξωπορισμός, εξωτερική ανάθεση

    Καλημέρα! Ήθελα να ρωτήσω αν υπάρχει κάποιος μονολεκτικός (ή όσο το δυνατόν "μαζεμένος") όρος για αυτή την πρακτική, καθώς είναι για υπότιτλο. Βρήκα την απόδοση "εκχώρηση/ανάθεση υπηρεσιών σε εξωτερικούς προμηθευτές", αλλά δεν χωράει στον υπότιτλο. Η φράση είναι η εξής: Εver since NAFTA...
Top