Και τι έγινε που η Ιεροτελεστία της Άνοιξης γιουχαΐστηκε αλλά τώρα θεωρείται έργο-ορόσημο; Μήπως το γιουχάισμα αυτό (και του Ερνανί του Ουγκό, παρεμπιπτόντως) δεν είναι αναπόσπαστο τμήμα του μύθου του έργου; Αν είχαν αποχωρήσει "οι Παριζιάνες", και μάλιστα στο διάλειμμα, χωρίς να πουν λέξη, θα είχε γίνει το έργο μυθικό, όπως είναι τώρα; Πολύ λιγότερο. Άρα το γιουχάισμα μπορεί να είναι στα συν του βιογραφικού ενός έργου, αν η αποτίμησή του αργότερα αποβεί θετική. Πόσες και πόσες φορές οι δημιουργοί (άξιοι και ανάξιοι, αδιακρίτως) απέβλεψαν οι ίδιοι στη δημιουργία σκανδάλου, στο γιουχάισμα, για να συζητηθεί το έργο τους; Και πόσοι αβανγκαρντίστες, π.χ. οι ντανταϊστές στο Cabaret Voltaire, δε σχεδίαζαν τις παραστάσεις τους έτσι ώστε να τους πετάξουν ντομάτες οι θεατές και να γίνει το μπούγιο εκείνο ακριβώς που κατέλυε την αποστειρωμένη ευπρέπεια της "τέχνης", όπερ γαρ ήθελον εκείνοι δείξαι; Πόσες φορές δε μας διαφημίζουν το τάδε έργο ως "γροθιά στο στομάχι του θεατή"; Γιατί να μην μπορεί και ο θεατής να δώσει γροθιά (συμβολική, φυσικά) στο στομάχι των καλλιτεχνών; Τι είδους σημαδεμένη τράπουλα είναι αυτή, όπου μόνο ο ένας μιλά και ο άλλος είναι ο βουβός αποδέκτης, και το μόνο που του επιτρέπεται είναι να χειροκροτήσει ή να σωπάσει, αποχωρώντας ή υπομένοντας ως το τέλος; Πόση δημοκρατία εμπεριέχει αυτή η "άψογη" στάση, και πόσο ευνουχισμό; Δεν ήταν "κάφροι" οι ΑΗΠ, αυτοί που εφηύραν τη δημοκρατία, και δε φαντάζομαι να είναι "κάφροι" ούτε οι Κάφροι. Ο διάλογος κοινού και έργου τέχνης, για να είναι γνήσιος και όχι πλαστός, πρέπει να γίνεται επί ίσοις όροις, όπως και σε μια σχολική τάξη ο διάλογος μεταξύ δασκάλου και μαθητών, και ό,τι ήθελε προκύψει, δηλ. μπορεί αυτοί που γιουχάισαν σήμερα αύριο ν' αλλάξουν γνώμη. Δεν πειράζει, θα έχουν πάντως εκφραστεί, και αυτή είναι η συνθήκη της ελευθερίας.
Δεν ισχύει ότι ο γιουχαϊστής είναι θρασύς. Ο γιουχαϊστής παίρνει το ρίσκο να γιουχάρει, να βγει από την άνεσή του, τον καθωσπρεπισμό του, που τον έχει αγοράσει πληρώνοντας το εισιτήριο, να εκτεθεί αν άλλοι δεν συμμεριστούν τη γιούχα του, να νιώσει ρεντίκολο αν δε βρει ανταπόκριση, ακόμα και να κινδυνέψει αν είναι μόνος του και το πράμα χοντρύνει (βλ. και πάλι Ερνανί). Το ίδιο ρισκάρει και ο καλλιτέχνης: να τον λατρέψουν ή να τον χλευάσουν. Γι' αυτό αξίζει η τέχνη, γι' αυτό τη μια μέρα είσαι άγνωστος και ίσως και περίγελος και την άλλη "καταξιωμένος" και ίσως και θεός. Ειδικά δε η θεατρική τέχνη, που είναι δρώμενο, μου φαίνεται οξύμωρο να θέλουν κάποιοι να τη φυλακίσουν μέσα σε ένα ατσαλάκωτο σμόκιν. Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει να μας λένε πως το θέατρο διαφέρει από τον κινηματογράφο (και είναι αλήθεια) γιατί "το σανίδι δεν συγχωρεί" και γιατί ο ηθοποιός εκτίθεται στο θεατή. Είναι λοιπόν αυτές οι κουβέντες αληθινές ή είναι κούφια καρύδια; Εγώ φρονώ ότι είναι πράγματι έτσι και ότι η συνέπεια είναι πως το κοινό έχει δικαίωμα να εκφραστεί. Για μένα η φιλοσοφημένη στάση του καλλιτέχνη που τον γιουχάρουν είναι να αναρωτηθεί "Τι δεν έκανα σωστά; ή μήπως έχω εγώ δίκιο αλλά αυτοί δε με καταλαβαίνουν; και τι πρέπει να κάνω τώρα; να αλλάξω εγώ ή να επιμείνω στο δικό μου ώσπου να αλλάξουν αυτοί;", διερωτήσεις με μεγάλη αξία, και να καταλήξει με ένα "Τέλος πάντων, έτσι είναι η τέχνη, πάμε γι' άλλα". Και όχι να πει: "Οι ανάγωγοι! δεν είχαν δικαίωμα να φερθούν έτσι! Αν δεν τους άρεσε, ας αποχωρούσαν αξιοπρεπώς".