τσολιάς

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Διάβαζα μόλις αυτό εδώ το άρθρο του Άλκη Γαλδαδά το οποίο δημοσιεύτηκε στο protagon. Εκεί λοιπόν εντόπισα το παρακάτω απόσπασμα:

Ναι, ευζώνους μάλλον πρέπει να τους λέμε. Η λέξη τσολιάς έχει σκοτεινή προέλευση που ούτε και στο γνωστό κλασικό λεξικό διευκρινίζεται πειστικά. Από το τουρκικό τσουλ, λέει, που σημαίνει κουρέλι γιατί ήταν κουρελίδικη η φουστανέλα των τότε. Εδώ δεν είναι πολύ πειστικός ο κ. καθηγητής.



Ο συντάκτης του άρθρου δεν εξηγεί γιατί πρέπει να τους λέμε ευζώνους τους τσολιάδες, ούτε γιατί «δεν είναι πειστικός ο κύριος καθηγητής». Ευτυχώς ωστόσο που έγραψε το τελευταίο, γιατί με το «γνωστό κλασικό λεξικό» παραλίγο να τρέξω αμέσως στον Δημητράκο. :) Το λεξικό Μπαμπινιώτη εννοεί ο κύριος Γαλδαδάς.

Πράγματι, εκεί δίνεται ως έτυμο της λέξης «τσούλι» (από όπου τσόλι και τσολιάς) η τουρκική λέξη çul. Με την ετυμολογία αυτή συμφωνεί και το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (τσολιάς) αλλά και το Βικιλεξικό.

Η τουρκική λέξη çul λοιπόν ετυμολογείται από το αραβικό cull جلّ [#cll], την κουβέρτα που ρίχνουμε στα άλογα για να μην κρυώνουν. Κουρελήδες φαίνονταν οι τσολιάδες στους Τούρκους και από εκεί και η ετυμολογία. Αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι διάφορες πηγές όπως η ελληνική Βίκι, που επειδή μάλλον δεν τους αρέσει αυτή η ετυμολογία εφευρίσκουν διάφορα άλλα ευφάνταστα. Γράφει π.χ. η Βίκι στο λήμμα Εύζωνες:

Οι Εύζωνες (ευ + ζώνες = οι καλά ζωσμένοι) είναι επίλεκτοι στρατιώτες του ελληνικού στρατού, ευρύτερα γνωστοί ως τσολιάδες, μετά τον αναγραμματισμό που σημειώθηκε του ονόματος στολιάδες από τη στολή που καθιερώθηκε επίσημα από τον Βασιλέα Όθωνα της Ελλάδας που έφερε και ο ίδιος σε επίσημες εμφανίσεις.​

Κατ' αρχάς, ο Όθωνας ήρθε στην Ελλάδα στα μέσα του 19ου αιώνα, ενώ η ενδυμασία των τσολιάδων με τις διάφορες τοπικές παραλλαγές είναι τουλάχιστον δύο αιώνες παλιότερη (γράφει σχετικά και ο Ηλίας Πετρόπουλος στη Φουστανέλα). Δεύτερον, δεν νομίζω ότι συνηθίζεται η τροπή του στο- σε τσο- ετυμολογικά, αλλά αυτά δεν τα ξέρω καλά οπότε αν κάνω λάθος διορθώστε με.

Τρίτον, τι πιο φυσικό από το να λένε οι Τούρκοι της εποχής κουρελήδες τους Έλληνες; Εκτός του ότι δεν υπήρχαν τότε αφθονα τα υλικά για να τριγυρίζουν οι γκιαούρηδες καλοντυμένοι, πώς είναι δυνατόν οι αντίπαλοι να μην χρησιμοποιούν μειωτικούς χαρακτηρισμούς για τους επαναστάτες;

Εμένα πάντως όχι μόνο μου φαίνεται πειστικός ο κύριος καθηγητής, αλλά μου φαίνεται περίεργη αυτή η τάση εξωραϊσμού. :)
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Στο ίδιο άρθρο γράφει:

Μέχρι να στρίψουν στη λεωφόρο ο ιδρώτας τρέχει ποτάμι από τα πρόσωπα, θα πρέπει να είναι αφόρητα μέσα στις διπλές κάλτσες, τα τουζλούκια, τις κρητικές βράκες, τις πολύπτυχες φουστανέλες



Ευτυχώς, το τουζλούκι δεν του φάνηκε μειωτικό του συντάκτη :) Τουζλούκι από το τουρκικό tozluk, toz + luk = για τη σκόνη, η περικνημίδα (που προστατεύει το πόδι, προφανώς).

Και λύστε μου μια απορία, γιατί δεν ξέρω: Κρητικό βρακοφόρο δεν έχω δει ποτέ να φυλάει τα ανάκτορα, μήπως έχει αλλάξει κάτι;
 

Zazula

Administrator
Staff member
Και το ΕΛΝΕΓ σημειώνει στο λήμμα τσολιάς:
Φαίνεται ότι η λέξη είχε αρχικώς αποδοθεί μειωτικά στους κλέφτες και τους αρματολούς (από τους Τούρκους), επειδή η φουστανέλα τους ήταν ραμμένη από πολλά μικρά κομμάτια υφάσματος.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Διαφωτιστικό για τη στολή (από το 13:36 και μετά):
 

nickel

Administrator
Staff member
Τα ματάκια μου δεν είναι ό,τι το πιο αξιόπιστο, αλλά κρητική στολή στον ιστότοπο της προεδρικής φρουράς βρήκα μόνο σε σκίτσο, αυτό εδώ, στις Φωτογραφίες.

 

Zazula

Administrator
Staff member
Ε, με την ευκαιρία σου 'δωσα και το «αναλύεται». :)
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
(Δεν ξέρω αν είναι επίσημος ιστότοπος της προεδρικής φρουράς, αφού αναφέρει τον αστήρικτο μύθο «Κουκίδη») αλλά στις φωτογραφίες που μας έστειλες έχει και την κρητική στολή:



και εδώ μπορούμε να τους δούμε σε δράση και με την ποντιακή:

 

Zazula

Administrator
Staff member
Πάντως το λινκ στο #7 είναι αυτό του επίσημου Κανονισμού Στολών απ' τον ιστότοπο του ΓΕΣ.
 

Zazula

Administrator
Staff member
(Δεν ξέρω αν είναι επίσημος ιστότοπος της προεδρικής φρουράς, αφού αναφέρει τον αστήρικτο μύθο «Κουκίδη»)
Σίγουρα ΔΕΝ είναι ο επίσημος ιστότοπος της Προεδρικής Φρουράς διότι αναφέρει: «Ο παρόν (sic) ιστότοπος δεν είναι το επίσημο Website της Προεδρικής Φρουράς αλλά αποτελεί Εσωτερική Παραγωγή της Green Apple.»
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Και εδώ, το πρώτο μέρος από παλιότερο ντοκιμαντέρ του Σκάι για την κατασκευή της στολής (αν μπορεί κάποιος να το ανακαλύψει χωμένο στα αρχεία του σταθμού, ας βάλει το ολόκληρο):

 

daeman

Administrator
Staff member
...
Γλωσσικά, τρώω από τα έτοιμα, από περυσινή συζήτηση στα Εφήμερα:

Αμ το σάιτ της Προεδρικής Φρουράς τι σου λέει, που αναπαράγει το μύθο περί Κων. Κουκίδη;
Είμαι ο μόνος στον οποίο χτυπάει άσχημα ο «σωστός» πληθυντικός εύζωνες; Ξέρω πως ο ενικός υποτίθεται πως είναι εύζωνας, αλλά τόσο ο λαϊκός πληθυντικός ευζώνοι, όσο και το τοπωνύμιο Εύζωνοι δείχνει πως η αρχική μορφή της λέξης σε -ος παρέμεινε ζωντανή (ή ξαναγεννήθηκε), τουλάχιστον στον πληθυντικό.

Όχι. Είπα να το γράψω κι αυτό προχτές, αλλά μετά είδα κι αυτό κι εκείνο και τ' άλλο και σκέφτηκα:
«Όπως το θέλει ο καθείς το όνομά του λένε και ας το βλέπω και γελώ, λες κι είναι μανεκένε».
Όλο καμάρι οι εύζωνες, με τις φαρδιές τις πλάτες, κιαλάρουνε τις εύζωνες, δαχτυλιδομεσάτες.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Ο Δημητράκος γράφει
τσολιάς (ο) δημ. Ο φορών τσόλια (βλ. λ. 2), όπου στο ένδυμα εξ ευτελούς υφάσματος.
 

nickel

Administrator
Staff member
Ο μεγάλος Δημητράκος γράφει:

τσολιάς (ο) δημ. ο φορών τσόλια (βλ.λ.2), επί των ευτελώς ενδεδυμένων ορεσιβίων· 2) στρατιώτης εύζωνος (βλ.λ.3).

Στο τσόλι:

τσόλι (το) δημ. κ. τσαύλι επίστρωμα ή τάπης εξ ευτελούς υφάσματος· 2) ένδυμα εξ ευτελούς ή εφθαρμένου υφάσματος.
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Η λέξη τσόλι επιβιώνει όχι ως σπάνια αλλά ως καθημερινή εδώ στη Θεσσαλία (και όχι μόνο, απ' ό,τι βλέπω στον γκούγκλη) με την 1η και τη 2η σημασία του Δημητράκου και πολύ συχνά χρησιμοποιείται μεταφορικά και για ανθρώπους ανάλογου ποιού.

τσόλι το [tsóli] & (σπάν.) τσούλι το [tsúli] Ο44 : 1. φτηνό ή παλιό στρωσίδι: Έριξε κάτω ένα ~ και κοιμήθηκε. || (επέκτ.) παλιό ρούχο ή οποιοδήποτε κουρέλι. 2. (μτφ., λαϊκ.) άνθρωπος ηθικά και κοινωνικά τιποτένιος.
[τουρκ. çul -ι]



Στα καλιαρντά: τσόλι = αρσενική πόρνη

slang.gr:
1. τσόλι: Στα πλαίσια σλανγκάζ, ενώ το τσουλί είναι η γκόμενα που ντύνεται προκλητικά με πουτανίστικο τρόπο, δηλαδή σαν τσούλα, το τσόλι είναι η γκόμενα που ντύνεται επιθετικά απλώς για να προκαλέσει και να κάνει αισθητή την παρουσία της, όχι κατ' ανάγκη διεγείροντας σεξουαλικώς.
Επίσης, η γκόμενα που το παίζει τσαμπουκαλού και κυνηγός υιοθετώντας αντρικές συμπεριφορές με τρόπο που δεν της πάει.
Η διαφορά από το τσουλί υπάρχει και στην ετυμολογία, όπου το τσόλι προέρχεται από τουρκική λέξη για το «κουρέλι», ενώ το τσουλί από ιταλική για το κοριτσάκι.

2. τσόλι:
1. Τσόλι ή τσούλι, είναι από την τουρκική λέξη çul, που σημαίνει χαλί από φθαρμένο ύφασμα, κουρελού. Οπότε σημαίνει ένα ξεφτιλισμένο, χαμερπές άτομο, ή με χάλια αισθητική και εμφάνιση.

2. Κατά τον Μπαμπινιώτη, σημαίνει επίσης τον άνδρα που εκδίδεται. Κατά τον Βραστάνδρα, είναι λέξη της κουλτούρας των ομοφυλοφίλωνε, καθώς και των καβουροσλανγκοσαύρωνε.

3. Κατά την Ιρονίκ, «το τσόλι είναι κακό άτομο, ενώ το τσουλί μπορεί να είναι και χαριτωμένο. Ή τέσπα, όταν λέμε τσόλι το λέμε αποκλειστικά με κακία ενώ το «τσουλί» μπορείς να το πεις και χαριτολογώντας.

Το «τσουλί», παρεμπίπταμπλυ, έχει την εξής ετυμολογία:
τσουλί < τσούλα < ιταλικό ciulla με αποσπασμό από το < fanciulla = κοριτσάκι προεφηβικής ηλικίας (μωρ' σαν δεν ντρέπεστε, ανώμαλοι!) < fancello < fante = μωρό, παιδάκι < λατινικό infans, -antis.



Επίσης: τσολιάς (τσολιά μου εσύ!), τσολιάς στ' @@ μαςκεχαγιάς), τσολιάς στα υποβρύχια.


Άκου τώρα που θα πάρω εγώ αυτό το τσόλι!

 

Zazula

Administrator
Staff member
Η λ. τσόλι στη σημασία "χαλάκι" επιζεί και στη, συχνή στα δικά μου μέρη, φράση «δεν θα γίνω εγώ το δικό σου το τσόλι» που σημαίνει "δεν θα σ' αφήσω να με κάνεις ό,τι θες κττ".

ΥΓ Εντωμεταξύ το λατ. Infans που είναι πίσω απ' τη λ. τσούλα ανάγεται στην (παραγωγικότατη) ΠΙΕ ρίζα που έδωσε τα ελλην. φημί, φωνή και φήμη — οπότε πώς να μην πάει μετά το μυαλό στο γνωστό ανέκδοτο για το «γιατί το λέμε χαϊδευτικά "φήμη"»... :D
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Η λ. τσόλι στη σημασία "χαλάκι" επιζεί και στη, συχνή στα δικά μου μέρη, φράση «δεν θα γίνω εγώ το δικό σου το τσόλι» που σημαίνει "δεν θα σ' αφήσω να με κάνεις ό,τι θες κττ".
Η λέξη τσόλι και τσουλάκι επιζεί και σε άλλα μέρη της Ελλάδας με τη σημασία «χαλάκι» ή «κουρελάκι», εννοώ και χωρίς να χρησιμοποιείται μειωτικά ή σε κάποιου είδους έκφραση.
 
Top