Καφενείο το κάναμε...

(εκείνη τον έλεγε πάντα τούρκικο)
Κι εγώ η ευλογημένη, ακόμη τούρκικο τον λέω, δεν πάει η γλώσσα μου να τον πω αλλιώς*. Όπως δεν μπορώ ακόμη να αποβάλλω την υποτακτική με το ήτα, όπως γράφω ακόμη πολυτονικό όταν γράφω με το χέρι.
Αλλά όλα αυτά τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει και ατονούν - κυριολεκτικά και μεταφορικά: τις υποτακτικές τις γράφω πότε έτσι πότε αλλιώς, τα μονοσύλλαβα τείνω να τα αφήνω άτονα και δεν είμαι πια τόσο σίγουρη πού ήθελε δασεία ή περισπωμένη.
Όσο για τον καφέ, το πρόβλημα προκύπτει όταν θέλω να παραγγείλω έξω.

- Τον τούρκικο πώς τον φτιάχνετε, στη μηχανή ή στο γκαζάκι;
- [παγωμένη σιωπή] Τον ελληνικό θέλετε να πείτε.
- Πείτε τον όπως θέλετε, φτάνει να τον φτιάχνετε στο γκαζάκι.

- Καλημέρα. Έναν τούρκικο βαρύ γλυκό.
- [διαπεραστικό βλέμμα] Μήπως εννοείτε ελληνικό;
- Απ' αυτόν, βαρύ γλυκό.

- Τούρκικο καφέ έχετε;
- [αμήχανη παύση] Ελληνικό έχουμε.
- Ελληνικό, τούρκικο, αραβικό, βυζαντινό, όλοι ίδιοι είναι. Έναν τέτοιον.

- Έναν καφέ ελληνοτουρκικό.
- Α χα χα, καλό! θα το βάλω και στον κατάλογο.

Αυτή η τελευταία ατάκα με έχει σώσει. Ακόμη και οι πολύ πατριώτες, το πολύ πολύ να πουν "έναν ελληνικό δηλαδή", αλλά τον καφέ θα τον φέρουν χωρίς να χρειαστεί να κάνω δήλωση φρονημάτων.

*Τι ελληνικό, μωρέ, έπινε καφέ κι Περικλής με την Ασπασία και μου θέτε και ελληνικό καφέ; :p
 

SBE

¥
Έχω ακούσει τόσες πολλές φορές να λένε ότι άμα ήξερες πώς κάνουν τον καφέ ντεκαφεϊνέ δεν θα τον έπινες και κοιτάζοντας στο γκουγκλ τις μεθόδους δεν βλέπω τίποτα αηδιαστικό ή αναπάντεχο. Ξέρει κανείς γιατί τόση φοβία για τον ντεκαφεϊνέ;
 

bernardina

Moderator
*Τι ελληνικό, μωρέ, έπινε καφέ κι Περικλής με την Ασπασία και μου θέτε και ελληνικό καφέ; :p
Έτσι, έτσι. :p
Η πλάκα είναι πως οι Τούρκοι, όπως και οι Άραβες, πίνουν πιο πολύ τσάι .
Πάντως στην Τύνιδα, πριν από χρόνια, σε έναν πολύ ωραίο καφενέ μέσα στο σουκ, δοκίμασα αραβικό/τούρκικο/ελληνικό καφέ αρωματισμένο με κάρδαμο και άλλον αρωματισμένο διακριτικά με πορτοκάλι και ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία.
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλημέρα. Κι εγώ τούρκικο τον λέω και τούρκικο ζητάω, αλλά φαίνεται πως, όταν τον ζητάω, γυαλίζει τόσο το μάτι μου που σπάνια θα μου συστήσουν πώς να τον λέω. Βέβαια, οι τουριστικοί οδηγοί πάντα γράφουν κάτι σαν «Hot Greek coffee is served strong and in small cups (never ask for a Turkish coffee!)».
 
Οι Έλληνες χωρίζονται στους πατριώτες που τρώμε ΙΟΝ, και στους τζιτζιφιόγκους που τρώνε Lacta. Άντε μην κάνω κάνα δημοψήφισμα, να ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι!

(Να διευκρινίσω ότι ξέρω πως είναι και οι δύο ελληνικές - όμως η Λάκτα είναι πιο γλυκιά. Ξενέρωτα πράματα. Άσε που στην ΙΟΝ προσλαμβάνουν μόνο Έλληνες! :p).
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Χμμμ, για την «ελληνική» Λάκτα θα το ξανασκεφτόμουν, πια...
 
Ξέρω τι επίδραση έχει στον οργανισμό μου ο ντεκαφεϊνέ και τι ο καφεϊνούχος, πίστεψέ με. Είχα κι άλλο στοιχείο για να συμπεράνω ότι μου είπαν ψέματα: Η σερβιτόρα, όταν της ζήτησα ντεκαφεϊνέ, μου είπε ότι δεν ξέρει αν έχουν και θα πάει μέσα να ρωτήσει. Ήταν πριν από πολλά χρόνια, τότε που στα ελληνικά μαγαζιά ήταν άγνωστο είδος ο ντεκαφεϊνέ.

Α, οκ. Μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι δεν είχες ξαναπιεί ντεκαφεϊνέ. Προφανώς διαβάζω πράγματα που δεν υπάρχουν... αν δεν έχω πιει καφέ.:)
 
Έχω ακούσει τόσες πολλές φορές να λένε ότι άμα ήξερες πώς κάνουν τον καφέ ντεκαφεϊνέ δεν θα τον έπινες και κοιτάζοντας στο γκουγκλ τις μεθόδους δεν βλέπω τίποτα αηδιαστικό ή αναπάντεχο. Ξέρει κανείς γιατί τόση φοβία για τον ντεκαφεϊνέ;

Γενικά με τους καφέδες παίζουν πολλές ιστορίες φρίκης, ενώ στην ουσία είναι όχι μόνο πολύ πιο αθώος απ' όσο νομίζουν οι περισσότεροι αλλά έχει χίλιες και μία ευεργετικές ιδιότητες που πολύς κόσμος αγνοεί. Ιστορίες φρίκης παίζουν και με την παρασκευή του νεσκαφέ της Νεστλέ και για το πώς γίνεται να βγάζει αφρό, αλλά στην πραγματικότητα η επεξεργασία του γίνεται με 100% φυσικές μεθόδους και χωρίς χημικά πρόσθετα.
 

bernardina

Moderator
Σχετικά με τις ονομασίες του καφέ (μέχρι και βοσνιακό βρήκα στο νήμα που μας παρέπεμψε η Παλ) θυμήθηκα έναν καθηγητή μου στη Σχολή, καλή του ώρα, που μας είχε καλέσει κάποτε στο σπίτι του. Μεταξύ άλλων μας έψησε βυζαντινό, όπως τον έλεγε, καφέ. Η διαφορά από τον τούρκικο/ελληνικό ήταν ότι καβούρδισε πρώτα (τον ήδη καβουρδισμένο, ε; ) καφέ μόνο του στο μπρίκι και μετά πρόσθεσε νερό και ζάχαρη. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο καφές δεν είχε καθόλου καϊμάκι, αλλά δεν θυμάμαι αν υπήρχε διαφορά στη γεύση. Πάντως δεν είναι δύσκολο να το δοκιμάσει κανείς για να δει.

Αλήθεια, θυμόσαστε ποιος ήταν ο αυτουργός του σλόγκαν εμείς τον λέμε ελληνικό που άλλαξε ανεπιστρεπτί τα ήθη; Εγώ θυμάμαι μόνο έναν μουστακαλή να λέει, Μπράβο, αυτόζ είναι καφέεζ! :D
 

SBE

¥
Ο αυτός είναι καφές ήταν η διαφήμιση του καφέ Μπράβο.
Διαφήμιση ήταν φαντάζομαι και το Παπαγάλε, θες καφέ; που μου έλεγε ο πατέρας μου, αλλά δεν τη θυμάμαι
Ξενέρωτα πράγματα, καφές στο σακουλάκι αεροστεγώς κλπ, καμία σχέση με τον καφέ που σου αλέθει το καφεκοπτείο κατά παραγγελία.
Το καφεκοπτείο της γειτονιάς μας ήταν απέναντι από το νηπιαγωγείο μου. Και είναι ακόμα, μόνο που εγώ δεν είμαι εκεί να απολαμβάνω τη μυρωδιά όποτε καβουρδίζει καφέ. Νομίζω άλλωστε ότι δεν έχει πλέον την παλιά και τεράστια μηχανή αλλά κάτι μοντέρνα πράματα στο βάθος. Και, ω, καιροί, ω, ήθη, τώρα πουλάει και βότανα για αφεψήματα.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Μεταξύ άλλων μας έψησε βυζαντινό, όπως τον έλεγε, καφέ. Η διαφορά από τον τούρκικο/ελληνικό ήταν ότι καβούρδισε πρώτα (τον ήδη καβουρδισμένο, ε; ) καφέ μόνο του στο μπρίκι και μετά πρόσθεσε νερό και ζάχαρη.
Μόλις έβλεπα ένα ντοκιμαντέρ για το Μόσταρ, στη Βοσνία. Εκεί, ένας νεαρός εξηγούσε πως η διαφορά του βοσνιακού (!) καφέ από τον τούρκικο είναι ότι στον τούρκικο νερό και καφές βράζουν μαζί στο μπρίκι, ενώ στον βοσνιακό πρώτα μπαίνει ο καφές και μετά από πάνω το νερό... :)
:cheek:



[...]καμία σχέση με τον καφέ που σου αλέθει το καφεκοπτέιο κατά παραγγελία.
Ο οποίος προσφέρεται για μανιώδες σνιφάρισμα!
 

SBE

¥
Και μια που είπαμε για σοκολάτες (ναι, θέλω κι εγώ αυτονομημένο νήμα σοκολάτα- πλάκα), όχι ό,τι κι ότι σοκολάτες. Δύο τρώει ο κόσμος: Ίον αμυγδάλου και Υγείας Παυλίδου. Και για μεγάλες κραιπάλες καμιά Σεράνο. Με τη Λάκτα θυμάμαι έντονη διαφημιστική εκστρατεία τους τη δεκαετία του '70. Λάκτα σκέτη, Λάκτα με φουντούκι, Λάκτα με αμύγδαλο. Αυτές ήταν όλες οι επιλογές. Και ναι, παραήταν γλυκιά και τότε αλλά σάμερα έχει απογειωθεί, Και από ζάχαρη και από γέμιση. Δεν τρώγεται με τίποτα.
Βεβαίως ούτε η Τομπλερόν σήμερα δεν έχει καμιά σχέση με την τεράστια Τομπλερόν που μου είχαν φέρει οι γείτονές μας που είχαν πάει Ελβετία και που την έτρωγα λίγη- λίγη για να μην τελειώσει.
Και βεβαίως πλέον όλοι μας έχουμε γίνει γευσιγνώστες της σοκολάτας και ξέρουμε από Βελγικές, από γκουρμεδιάρικες, από γεμιστές, από βιοκαλλιέργειας κλπ.
 
Μμμμ... Παυλίδη με φράουλα και μπανάνα. Η Ίον είναι κλασική. Η Λάκτα ποτέ δεν μ' άρεσε, την ένιωθα πολύ χημική.
 

SBE

¥
:cheek:
Ο οποίος προσφέρεται για μανιώδες σνιφάρισμα!

Ακριβώς.
Αλλά νομίζω τη δεκαετία του '70 η τυποποίηση ήταν αυτό το κάτι, το φανταχτερό, που είχαν όλα τα τρόφιμά μας και τα καμαρώναμε.

Παρεμπιπτόντως, με αφορμή το πιο πάνω ότι η Ίον προσλαμβάνει Έλληνες. στο πρώτο μου και μέχρι στιγμής τελευταίο ταξίδι στην Κύπρο μας εξήγησαν οι ντόπιοι φίλοι μας ότι υπάρχουν δύο μεγάλες επιχειρήσεις τροφίμων, το Ελληνικό Καφεκοπτείο και η εταιρία Χαραλάμπους. Κι ότι η μία ήταν αριστερής ιδιοκτησίας και η άλλη δεξιάς. και ότι όλοι οι υπάλληλοι των εταιριών αυτών προσλαμβάνονταν με βάση τα πολιτικά τους φρονήματα. Και ότι θα αντιλαμβανόμασταν τα πολιτικά φρονήματα των θαμώνων του κάθε καφενείου αν παρατηρούσαμε τι μάρκα καφέ σερβίρουν. Εμείς είχαμε μείνει με ανοιχτό το στόμα. Και κάποιος έκανε τελικά την ερώτηση: Κι αν σερβίρουν Ιλί ιλί λαμά σαβαχθανί;

(δεν είχα την ευκαιρία να το εφαρμόσω, αλλά ήθελα μια φορά να πάω σε ένα τέτοιο καφενείο και να τους ρωτήσω κάτι αντίθετο με το τι δήλωνε ο καφές που πουλάγανε, για να δω αν όντως θα με πέταγαν έξω, όπως ισχυρίζονταν οι Κύπριοι φίλοι μας)

ΥΓ Στο Λονδίνο βρίσκεις κυρίως Χαραλάμπους.
 

SBE

¥
Μμμμ... Παυλίδη με φράουλα και μπανάνα. Η Ίον είναι κλασική. Η Λάκτα ποτέ δεν μ' άρεσε, την ένιωθα πολύ χημική.

Ο Παυλίδης έβγαζε τις γεμιστές με ποτό; Πολύ μου άρεσε αυτή με το λικέρ κεράσι, όχι πως δεν έπινα έτρωγα κι αυτή με το ουίσκι. Μόνο που συνήθως ήταν ζαχαρωμένη κι έκανε κρίτσι-κρίτσι. Αθάνατη Ελλάδα με τα ωραία σου και τα μπεκρόπαιδά σου. Στην Αγγλία θα με έκλειναν φυλακή άμα έδινα στο βαφτιστήρι μου σοκολάτα με λικέρ.
 

bernardina

Moderator
SBE said:
Το καφεκοπτείο της γειτονιάς μας ήταν απέναντι από το νηπιαγωγείο μου. Και είναι ακόμα, μόνο που εγώ δεν είμαι εκεί να απολαμβάνω τη μυρωδιά όποτε καβουρδίζει καφέ. Νομίζω άλλωστε ότι δεν έχει πλέον την παλιά και τεράστια μηχανή αλλά κάτι μοντέρνα πράματα στο βάθος. Και, ω, καιροί, ω, ήθη, τώρα πουλάει και βότανα για αφεψήματα.

Το -ας πούμε- καφεκοπτείο της γειτονιάς μου, μέχρι μια εποχή, ήταν ακριβώς κάτω από το δωμάτιό μου!
Τι καφεκοπτείο, δηλαδή, ένα μαγαζάκι τοσοδά, δύο επί τρία (κυριολεκτικά) αφού στην πραγματικότητα ήταν ο διάδρομος της πίσω αυλής του αποκατινού προσφυγικού σπιτιού, που από την πίσω μεριά είχε κλειστεί με ένα τοιχάκι μονότουβλο κι από μπροστά η φάτσα του ήταν μια στενή πορτούλα και άλλη τόση τζαμαρία-βιτρίνα, ξύλινη στο κάτω μέρος, τζαμένια στο πάνω.
Η πόρτα, λοιπόν, αντιστοιχούσε στον χώρο του μαγαζιού όπου περίμενε ο πελάτης. Κι αν στεκόσουν μπροστά στον πάγκο, ο άλλος έπρεπε να σταθεί δίπλα σου, γιατί σχεδόν δεν χωρούσε να περάσει από πίσω...
Από την άλλη μεριά του πάγκου στεκόταν ο μαγαζάτορας, ο αγαπημένος κυρ-Μιχάλης, που δυο τρεις φορές τη βδομάδα με ξυπνούσε με το χχχχσσατ -χχχχσατ -χχχχσατ του ηλιόσπορου που λιχνιζόταν στο, πελώριο για τα παιδικά μου μάτια, κόσκινο πριν καταλήξει στο κουτί του με το λοξό γυάλινο καπάκι· γιατί μπορεί να αγόραζε με φύρα ο κυρ-Μιχάλης, αλλά δεν καταδεχόταν να πουλήσει με φύρα στους πελάτες του. Μόνο εκλεκτό ηλιόσπορο, αλατισμένο και ανάλατο, φρέσκο και τραγανό, αποθηκευμένο σε λιγοστές ποσότητες δίπλα στα άλλα κουτιά, αυτά με τον πασατέμπο, το μαλακό και το σκληρό στραγάλι, τη σταφίδα, την καρυδόψιχα και την αμυγδαλόψιχα για τα γλυκά μας, τις κόκκινες και πράσινες μέντες -σαν μικρές ζαχαρωμένες καμπανούλες- τις καραμέλες γάλακτος, και τις άλλες, τις "καλές", τις τυλιγμένες στο ψιλόχαρτο: τις τσάρλεστον.
Δίπλα στην πόρτα, αριστερά όπως έμπαινες, κρεμασμένα "χαρτάκια" με πιπέρι και μαστίχα, στο φαρδύ συρτάρι κάτω από τον πάγκο μαύροι και καφέ φιλέδες για τα μαλλιά, τσιμπιδάκια και φουρκέτες και χτένες και πίσω, πάνω από τα κουτιά με τα γυάλινα λοξά καπάκια, τα ράφια με τις πεντέξι κολινός, τα πεντέξι ομόρ, τα πεντέξι πάλμολιβ. Και σε μια διακριτική καβάντζα κάτω από τον πάγκο, τα χαρτιά υγείας -μονά, τυλιγμένα σε χάρτινο περιτύλιγμα.
Σ' εκείνο εκεί το μαγαζάκι των θαυμάτων με έστελνε η γιαγιά Μαρία να αγοράσω εκατό δράμια καφέ· με έντεκα δραχμές, αν δεν απατά η μνήμη.
Και ο κυρ-Μιχάλης έπαιρνε με τη σεσουλίτσα του από το κουτί με το λοξό γυάλινο καπάκι τον φρεσκοκαβουρδισμένο καφέ που μοσχομύριζε, τον έβαζε σε ένα σακουλάκι από λεπτό χαρτί σαν ημιδιάφανη λαδόκολλα, τον ζύγιζε στη μπρούτζινη ζυγαριά του με τα ζύγια που με μάγευαν, πρόσθετε ή αφαιρούσε -ανάλογα- μια ελάχιστη ποσότητα (αφού το ακονισμένο μάτι του τον είχε ζυγίσει από τα πριν) κι έπειτα χτυπούσε απαλά το σακουλάκι πάνω στον πάγκο για να κατακάτσει ο καφές. Ύστερα, δίπλωνε πρώτα τις δύο άκρες του σακουλιού προς τα μέσα, έπειτα άλλη μια φορά το οδοντωτό χείλος που περίσσευε και άλλη μία όλο μαζί, το πίεζε καλά καλά, έτσι που να τσακίσει το χαρτί και να μην ανοίγει, και στο τέλος ξάπλωνε το σακουλάκι στοργικά με το πλευρό πάνω στον πάγκο και το περνούσε πάνω-κάτω με την κόψη της παλάμης του για να το κάνει πλακέ. Κι όταν επιτέλους έμενε ευχαριστημένος με το έργο των χειρών του, σου παρέδιδε χαμογελαστός το σακουλάκι και έπαιρνε το δίκαιον όφλημα.
Κι εγώ, περιχαρής, γυρνούσα τα πέντε μέτρα που με χώριζαν από τα σκαλοπάτια και την εξώπορτα του πατρικού με τη μύτη κολλημένη στο ημιδιάφανο σακουλάκι που ευώδιαζε για να το παραδώσω στη γιαγιά Μαρία.
Ναι, όπως έλεγε ο Καζαντζάκης (στον Καπετάν Μιχάλη; Στην Αναφορά στον Γκρέκο; Δε θυμάμαι πια...) ότι η παιδική του ηλικία μύριζε γαζία, τα δικά μου πρώτα χρόνια μύριζαν καφέ. Ελληνικό. :)

Ουπς! Πάλι το ύφανα το σεντονάκι.:eek:
Δεν πειράζει. Για τον κυρ-Μιχάλη, ρε γαμώτο! Επειδή ήταν μεγάλη παράλειψη πριν...
 
Top