SBE, σόρι κιόλας που επέμεινα να μου εξηγήσεις από πού εξέλαβες κάτι που όχι μόνο δεν εννοούσα αλλά ούτε καν μου είχε περάσει από το μυαλό. Δεν ήθελα να ρίξω το επίπεδο της συζήτησης, και δεν έχω κανένα πρόβλημα να συμφωνήσω ότι διαφωνούμε. Αλλά αν από τη φράση "όσο κι αν αντιλαμβάνομαι και αποδέχομαι ότι οι κάθε λογής ειδικές συνθήκες οφείλουν να παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση της εκάστοτε απόφασης, δεν νοείται να βαραίνουν περισσότερο από τις γενικές νομικές αρχές..." καταλαβαίνεις ότι ζητώ οι δικαστές να μην κινούνται ρούπι από το γράμμα του νόμου, τότε τι να πω, ίσως να μην εκφράστηκα καλά.
Αυτό που ήθελα να τονίσω και νόμιζα ότι το έγραψα όσο πιο καθαρά μπορούσα είναι ότι, στην κοινοποίηση του σκεπτικού μιας δικαστικής απόφασης, θα ήθελα τη νομική διάσταση σε πρώτο πλάνο και την κοινωνική σε δεύτερο. Και αυτό πρωτίστως για παιδευτικούς λόγους. Για να ενημερώνεται ο πολίτης για τον τρόπο με τον οποίον ερμηνεύονται οι νόμοι. Γράφω για παράδειγμα ότι "το σκεπτικό των δικαστών [...] οφείλει να βασίζεται πρωτίστως σε γενικές νομικές αρχές και δευτερευόντως στις ειδικές συνθήκες της εκάστοτε υπόθεσης". Λέγοντας "πρωτίστως" και "δευτερευόντως" δεν εννοώ προφανώς 100% και 0%. Θεωρώ όμως προβληματικό να γίνεται το αντίστροφο, να μπαίνει δηλαδή σε πρώτο πλάνο το κοινωνικό κομμάτι και σε δεύτερο το νομικό, το οποίο ενίοτε μπορεί και να παραμερίζεται πλήρως. Αυτό μου φαίνεται ότι οδηγεί σε απαξίωση των νόμων, κάτι που τελικά υπονομεύει τη λειτουργία της δικαιοσύνης.
Τώρα αν από τα παραπάνω ή από όλα τα προηγούμενα που έχω γράψει σε αυτό το νήμα καταλαβαίνει κανείς ότι θέλω τους δικαστές άψυχα μηχανάκια, να εφαρμόζουν τον νόμο με μαθηματική ακρίβεια, τότε ίσως φταίω εγώ που δεν εκφράζομαι σωστά. Δεν τους θέλω έτσι.
Μπορεί βέβαια να είμαι όντως επηρεασμένος από την εξιδανικευμένη εικόνα των δικαστηρίων στις αμερικανικές τηλεοπτικές σειρές. Η μόνη φορά που βρέθηκα σε δικαστήριο για δική μου υπόθεση ήταν για ένα τρακάρισμα, όπου ο οδηγός του άλλου αυτοκινήτου είχε παραβιάσει στοπ και είχε πέσει επάνω μου. Με τα πολλά κλήθηκα να καταθέσω ως μάρτυρας, μια εμπειρία που πήρε εξόχως σουρρεαλιστική τροπή όταν ο δικηγόρος της άλλης πλευράς άρχισε να με ρωτάει κάτι κουλές ερωτήσεις. Αρχικά με ρώτησε πόσα μέτρα ήταν το φάρδος του δρόμου στον οποίον οδηγούσα (?!), και μετά με πόση ταχύτητα κινούνταν ο πελάτης του (όχι εγώ, αλλά ο πελάτης του!!), για να καταλήξει, με κρεσέντο στη φωνή και κουνώντας το δάκτυλο προς τον ουρανό (όπως περίπου το κουνάει ο Στρατούλης στα παράθυρα όταν ζητάει από τους πασοκονεοδημοκράτες να σταματήσουν να κουνάνε το δάκτυλο στον ΣΥΡΙΖΑ), ότι ο πελάτης του "είναι αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού!". Αυτό που μου είχε κάνει τότε μεγαλύτερη εντύπωση ήταν ότι η δικαστίνα δεν είχε θεωρήσει σκόπιμο να τον διακόψει ούτε όταν με ρωτούσε για πράγματα για τα οποία δεν ήταν δυνατόν να έχω άποψη (αλλά και να είχα δεν θα είχε καμία απολύτως αξία -ούτε μηχανικός είμαι να ξέρω ποιο είναι το πλάτος των δρόμων ούτε μέσα στο αυτοκίνητο του άλλου ήμουν ώστε να ξέρω με πόσα χιλιόμετρα πήγαινε), ούτε όταν κατέθετε το ακατάρριπτο κοινωνικό επιχείρημα σχετικά με το ποιον του πελάτη του. Φεύγοντας από το δικαστήριο το κυρίαρχο συναίσθημά μου ήταν ότι η όλη διαδικασία μου είχε θυμίσει ελληνική ταινία της δεκαετίας του '50.