Νίκελ σόρι που παρεμβαίνω, αλλά θέλω να απαντήσω στο ζήτημα των έωλων επιχειρημάτων και της ντροπής για την αριστερή διανόηση.
Όσο συνοπτικότερα μπορώ, αγαπητέ Panadeli, μιας και απαντάς σε δικό μου ερώτημα (χωρίς όμως να έχω κανένα νταλκά να υπερασπιστώ συνολικά το ντοκιμαντέρ και χωρίς, εννοείται, να εκπροσωπώ την «αριστερά», εκ μέρους μου μιλάω).
Γενικά: το ερώτημα έγινε κυρίως γιατί μου κάνει πραγματικά εντύπωση ο βαρύς χαρακτηρισμός «ντροπή της αριστεράς» για ένα ντοκιμαντέρ (που στο κάτω-κάτω δεν έγινε από κανέναν επίσημο φορέα της αριστεράς, και για να λέμε και την αλήθεια το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινοβουλευτικής αριστεράς, το ΚΚΕ, δεν το υποστηρίζει) σε σχέση με την κατά τα άλλα άκρα του τάφου σιωπή για όσα γίνονται γύρω μας. Επίκληση για λίγη αίσθηση του μέτρου, δηλαδή.
Ακολουθώ τη δική σου αρίθμηση:
1. «Μονομέρεια»: προσυπογράφω και αυτά που είπε σχετικά ο sarant, και αυτά που είπε η SBE. Φυσικά και είναι μονομερές το ντοκιμαντέρ, και πολύ καλά κάνει. Μόνο που τη μονομέρειά του, τη στράτευσή του, δεν την κρύβει, δεν κοροϊδεύει κανέναν, ούτε μας υποσχέθηκε να μας δείξει όλες τις απόψεις για την κρίση. Την οπτική γωνία των συντελεστών του δείχνει.
2. Τις παρατηρήσεις για δήλωση Παπαντωνίου και τη «στάση πληρωμών» που δεν είναι ο ακριβής όρος, τις θεωρώ ανθυπολεπτομέρειες και σχολαστικισμό. Οι Έλληνες, είπε ο Π., δεν έχουν εδραιωμένη κουλτούρα σταθερότητας (έχουν εδραιωμένη κουλτούρα αστάθειας ;!) και πειθαρχίας, κι αυτοί μετέφρασαν ‘δεν έχουν ικανότητα και κουλτούρα …’, όχι Γιάννης, Γιαννάκης. Το built-in (που σαφώς έχει την έννοια της μονιμότητας, της παγίωσης) το κάναν ικανότητα. Η «στάση πληρωμών», πάλι, σίγουρα δεν είναι ο ακριβής οικονομικός όρος εδώ, χρησιμοποιείται όμως ευρέως με αυτή την έννοια. Ουσιαστικά μεταφράζουν έτσι το default, αυτό που ακούγεται να λέει ο Ντ. Χάρβεϊ κάπου (περίπου ότι είναι περίεργο που μια σοσιαλιστική κυβέρνηση προτιμά to default on you -εννοεί τους Έλληνες- και όχι on financial institutions).
Για την Κούβα και την προσάρτηση, τώρα. Επειδή στην ιστορία είμαι σκράπας, κατέφυγα στην Wikipedia (άλλες σοβαρότερες πηγές για το είδος της σχέσης Αμερικής – Κούβας μετά τον ισπανοαμερικανικό πόλεμο γίνονται δεκτές ευχαρίστως :) ). Δεν προσάρτησαν, λοιπόν, οι Αμερικανοί την Κούβα, αν και υπήρχαν προτάσεις για προσάρτησή της. Προσάρτησαν (annexed) τις πρώην ισπανικές αποικίες του Πουέρτο Ρίκο, των Φιλιππίνων και του Γκουαχάν. Είχαν, όμως, τον «έλεγχο» της Κούβας, ήταν υπεύθυνοι για τα χρέη της, της έθεσαν συγκεκριμένες απαγορεύσεις, π.χ. δεν μπορούσε να υπογράφει συνθήκες με άλλες χώρες. Μια φορά κυρίαρχο κράτος δεν θα την έλεγες. Λοιπόν; Τι ακριβώς αλλάζει στην ουσία του πράγματος;
Τέλος, ο Κορέα όντως δεν θα μπορούσε να «απελάσει» τον εκπρόσωπο του ΔΝΤ. Απλώς του ζήτησε να ξεκουμπιστεί. Λάθος επιλογή λέξης.
Και μετά τις «ανακρίβειες που ειπώθηκαν χάριν αστεϊσμού», όπως λες, τα σοβαρά. Η έννοια του απεχθούς χρέους, που είναι μάλιστα «σκόπιμα διαστρεβλωμένη». Δεν θα μπορούσα να μπω σε λεπτομέρειες, δεν είμαι ειδική, και δεν έχω και όρεξη να διαβάσω εκτενώς γι’ αυτό το ζήτημα. Όμως, με μια επιφανειακή έρευνα μπόρεσα εύκολα να διαπιστώσω ότι ναι μεν ο Σακ μίλησε για regimes, στη σύγχρονη όμως έννοια του απεχθούς χρέους έχουν δοθεί πολύ περισσότερες ερμηνείες. Π.χ. εδώ, σε ένα άρθρο που μάλλον σοβαρό μου φαίνεται, λέει :
Sack divided odious debts into several categories: war debts, subjugated or imposed debts, and regime debts. Other jurists have used slightly different taxonomies. O’Connell (1967) referred to “hostile debts” in addition to war debt; others have referred to “profligate debts”. Still others refer to a new category of “developing world debts not spent in the interests of the population” framing the concept in terms of irresponsible or odious lending (Khalfan et al., 2003)
Κοινώς, κάποιοι (ακραίοι τύποι, το δίχως άλλο) θεωρούν ότι το αν τα χρέη ωφέλησαν τον λαό για τον οποίο προορίζονταν και το αν οι δανειστές γνώριζαν την κατάσταση έχουν μεγαλύτερη σημασία απ’ το αν το καθεστώς είναι δικτατορία ή δημοκρατία τύπου «λεφτά υπάρχουν»-αλλά-ξέρω-πως-δεν-υπάρχουν-αλλά-δεν-σας-το-λέω-για-το-καλό-σας.
Στο θέμα των χρονικών ασυνεπειών, συγνώμη, αλλά δεν θα μπω. Μπορεί να έχουν μπερδέψει τις χρονολογίες, μπορεί και όχι, δεν έχω χρόνο να ψάξω. Νομίζω πως το πιο σημαντικό εδώ ήταν η «σκόπιμα διαστρεβλωμένη» έννοια του απεχθούς χρέους.
3. Χαμογελαστά πρόσωπα έχει και Ελλήνων το ντοκιμαντέρ. Κρατάνε στην οθόνη όσο και των κατοίκων του Ισημερινού: πολύ λίγο. Είναι τα πρόσωπα κοριτσιών που ψωνίζουν στην Ερμού.
Το ντοκιμαντέρ δεν απευθύνεται, λες, στη λογική του θεατή αλλά στο θυμικό του. Μα, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των εικόνων του ντοκιμαντέρ είναι οι φάτσες των αναλυτών: Λαπαβίτσας, Χάρβεϊ, Γλέζος και δωσ’ του ξανά Λαπαβίτσας. Και τράπεζες και δρόμοι και μετρό και Ευρωβουλή και κόσμος να πηγαίνει πέρα-δώθε. Αλλά ναι, έχει και επεισόδια και αστυνομία και άστεγους. Που δεν έπρεπε να δείξει γιατί μας συγκινεί, απευθύνεται στο θυμικό κι όχι στην ατσίδα τη λογική μας και λαϊκίζει ασύστολα. Την κρίση, σύμφωνα μ’ αυτή την άποψη, τη βλέπουμε αποκλειστικά μέσα σε γραφεία και σε τράπεζες, σε εφημερίδες και σε δελτία των 8, σε υπουργικά συμβούλια και σε φόρουμ. Αυτά έπρεπε να δείχνει ένα ντοκιμαντέρ για την ΚΡΙΣΗ. Ένα ντοκιμαντέρ για την κρίση δεν πρέπει να δείχνει άστεγους, ούτε επεισόδια, μην τυχόν και κάνουμε καμιά μαύρη σκέψη και πιστέψουμε ότι αυτά συνδέονται. Επαναλαμβάνω, μετά από αναλύσεις επί αναλύσεων για τα γιατί και τα πώς, το ντοκιμαντέρ αυτό απευθύνεται στο θυμικό γιατί δείχνει τρεις εικόνες αστέγων και γελαστούς Λατινοαμερικάνους.
4. Το τελευταίο ζήτημα είναι, νομίζω, το πιο σημαντικό: αν το θέμα είναι κυρίως πολιτικό (που κτγμ είναι) και όχι νομικό, γιατί μας ζάλισαν τόση ώρα με την έννοια του «απεχθούς χρέους»; Υποθέτω ότι το βλέπουν σαν έναν τρόπο για να εμπλακεί ο κόσμος πολιτικά στη διαδικασία. Να μάθει τι έγινε και τι γίνεται, ποιοι έβγαζαν και βγάζουν λεφτά απ’ την πλάτη του, να απενοχοποιηθεί και, γιατί όχι (δημοκρατία, γαρ), να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Προς το παρόν δεν βλέπω κάποια σημαντική κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση, πάντως. Μήπως την έχουμε εδραιωμένη την πειθαρχία τελικά στο πολιτισμικό DNA μας;
(Πάντως, ντροπή -συγχωρέστε με- δεν βλέπω πουθενά.)