Θα μπορούσες επιγραμματικά να μου πεις ποια ακριβώς θεωρείς έωλα επιχειρήματα και το τι ακριβώς αποτελεί ντροπή για τη διανόηση της αριστεράς, όπως λες; Η κριτική που εγώ θα ασκούσα στο ντοκιμαντέρ είναι η έμφαση στο απεχθές χρέος, στη νομική δηλαδή πλευρά του ζητήματος. Καμιά ντροπή, πάντως, δε βλέπω.
Νίκελ σόρι που παρεμβαίνω, αλλά θέλω να απαντήσω στο ζήτημα των έωλων επιχειρημάτων και της ντροπής για την αριστερή διανόηση.
Είδα το ντοκιμαντέρ χθες το βράδυ. Απέφευγα σκόπιμα να το δω, γιατί είχα αντιληφθεί περί τίνος πρόκειται, αλλά τελικά υπέκυψα στον πειρασμό να διαμορφώσω προσωπική γνώμη.
Δυστυχώς ακολουθεί σεντόνι, αλλά για αυτό μπορείτε άνετα να κατηγορήσετε τον Νίκελ, που ζήτησε κάτι πιο φλύαρο και (ελπίζω) πειστικό.
Το καλογυρισμένο αυτό φιλμάκι συγκεντρώνει πολλά από τα χαρακτηριστικά των προπαγανδιστικών έργων των ολοκληρωτικών καθεστώτων. Όχι, δεν εξισώνω τον Χατζηστεφάνου με την Έλενα Ρίφενσταλ, αλλά αν ο Χατζηστεφάνου έβλεπε τα ντοκιμαντέρ της, ή εκείνα του πάλαι ποτέ σοσιαλιστικού ρεαλισμού, σίγουρα θα αναγνώριζε τα παρακάτω κοινά στοιχεία:
1. Πρώτα πρώτα, το ντοκιμαντέρ είναι εντελώς μονόπλευρο. Επί μία ώρα και ένα τέταρτο, δεν ακούγεται απολύτως πουθενά η άλλη άποψη. Παρελαύνουν από την οθόνη καμιά δεκαπενταριά προσωπικότητες, όλοι από τον ίδιο ευρύτερο ιδεολογικό χώρο, όλοι με την ίδια θέση πάνω στο ζήτημα, όλοι λέγοντας πάνω-κάτω τα ίδια πράγματα. Αυτό δεν είναι ασυνήθιστο στην ιστορία της αριστεράς, αλλά δεν είναι και καθόλου τιμητικό. Βρίσκω άκρως ειρωνικό άνθρωποι που κατηγορούν τα "αστικά" μέσα για μονόπλευρη ενημέρωση να παράγουν ή να επικροτούν έργα που, από τη δική τους πλευρά, είναι πολύ πιο μονόπλευρα. Στο κάτω κάτω, όταν ο Πρετεντέρης ή ο Παπαχελάς (χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι, σύμφωνα τουλάχιστον με πολλούς σύγχρονους αριστερούς, της "συστημικής" προπαγάνδας) κάνουν talk show με θέμα το χρέος, πάντοτε καλούν εκπροσώπους της αριστεράς. Στα ντοκιμαντέρ όμως που γυρίζουν οι αριστεροί με το ίδιο θέμα, δεν υπάρχει καμία θέση για τις απόψεις των δεξιών.
2. Το δεύτερο και ακόμη πιο ενοχλητικό στοιχείο είναι ότι παρακολουθεί κανείς μια συστηματική διαστρέβλωση απλών γεγονότων. Άλλοτε με απίθανα σχήματα (;) λόγου, άλλοτε με απλή συγκάλυψη όσων δεν μας συμφέρουν, άλλοτε με καθαρή παραποίηση ιστορικών γεγονότων.
Μερικά παραδείγματα, μεταξύ πολλών:
Το ντοκιμαντέρ ξεκινά με την αφηγήτρια να κατηγορεί τον Παπαντωνίου πως ισχυρίστηκε ότι οι Έλληνες "είμαστε ανίκανοι (sic) να διαχειριστούμε την οικονομία μας χωρίς ξένες παρεμβάσεις". Ακολουθεί σύντομο σποτάκι, με τον Παπαντωνίου να ακούγεται να λέει "Greeks lack a built-in culture of stability and discipline" και οι υπότιτλοι να γράφουν "οι Έλληνες δεν έχουν την
ικανότητα και την κουλτούρα της σταθερότητας και της πειθαρχίας". Θεωρώ προφανές πως άλλο είναι να λέει κανείς ότι οι Έλληνες δεν έχουν κουλτούρα πειθαρχίας (όπως είπε ο Παπαντωνίου) και εντελώς διαφορετικό να λέει ότι είναι
ανίκανοι να πειθαρχήσουν (όπως ανακριβώς μας μεταφέρουν η αφηγήτρια και οι υπότιτλοι).
Λίγο νωρίτερα, η αφηγήτρια είχε πει: "Μέσα σε σχεδόν 40 χρόνια δυό κόμματα, τρεις πολιτικές οικογένειες και ορισμένοι επιχειρηματίες οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία. Κήρυξαν στάση πληρωμών (sic) στους πολίτες επιχειρώντας να σώσουν τους δανειστές τους". Ας δεχθώ εδώ ότι το "στάση πληρωμών" είναι σχήμα λόγου και ας το προσπεράσω, αν και είναι μια πολύ συγκεκριμένη έννοια και, όχι, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει κηρύξει στάση πληρωμών στους πολίτες της. Οι αφηγητές εξάλλου χρησιμοποιούν ασυνήθιστα σχήματα λόγου και σε άλλα σημεία του ντοκιμαντέρ. Λίγο αργότερα, ας πούμε, πληροφορούμαστε ότι μετά τον Ισπανοαμερικανικό πόλεμο του 1898 η Αμερική προσάρτησε (sic) την Κούβα! Εννοείται βέβαια ότι η Αμερική ουδέποτε έκανε κάτι τέτοιο. Αντίθετα, μετά από μια σύντομη περίοδο κηδεμονίας, παραχώρησε επίσημα ανεξαρτησία στην Κούβα το 1902. Σχήμα λόγου και εδώ, φαντάζομαι, για την παρεμβατική πολιτική της Αμερικής στα εσωτερικά της Κούβας και τη στήριξη των δικτατορικών καθεστώτων του Μασάντο και του Μπατίστα. Ας το προσπεράσω κι αυτό, με την υποσημείωση ότι κάποιος που δεν γνωρίζει τα ιστορικά γεγονότα θα μείνει με την εντύπωση ότι η Αμερική είχε προσαρτήσει την Κούβα, μέχρι φαντάζομαι να την απελευθερώσει από τους Αμερικανούς ο Κάστρο. Παρακάτω, μαθαίνουμε ότι ο Κορέα, ο πρόεδρος του Ισημερινού, "απέλασε (sic) τον εκπρόσωπο της Παγκόσμιας Τράπεζας". Εδώ ομολογουμένως δεν γνωρίζω τι πραγματικά συνέβη, αλλά φαντάζομαι πρόκειται για άλλο ένα περίεργο σχήμα λόγου, γιατί δυσκολεύομαι να πιστέψω τη σουρρεαλιστική εκδοχή της απέλασης του εκπροσώπου της Παγκόσμιας Τράπεζας από τον Ισημερινό.
Οι ανακρίβειες (;) αυτές που χάριν αστεϊσμού αναφέρω ωχριούν μπροστά σε άλλες, πολύ χειρότερες. Πρώτα πρώτα, ο ορισμός του απεχθούς χρέους, όπως δίνεται στο ντοκιμαντέρ, είναι προφανώς σκόπιμα διαστρεβλωμένος, κάτι το οποίο, σόρι, αλλά δεν μπορώ να το συγχωρέσω. Μια μικρή χιουμοριστική παρένθεση και πάλι: Πέρα από τον παραποιημένο ορισμό (για τον οποίο έχουν ήδη γραφτεί αρκετά παραπάνω οπότε δεν τα επαναλαμβάνω εδώ), στο ζήτημα του απεχθούς χρέους μού έκαναν εντύπωση και δύο άλλες άκρως σουρρεαλιστικές στιγμές. Πρώτον, λέγεται στο ντοκιμαντέρ ότι ο Αλεξάντερ Σακ εισήγαγε την ιδέα του απεχθούς χρέους το 1927:
"Η ιστορία μας ξεκινά τη δεκαετία του 1920 με τον Αλεξάντερ Σακ, υπουργό στην τσαρική Ρωσία και ειδικό σε θέματα δικαίου. Ο Σακ βρεθηκε μετά την επανάσταση του ‘17 να διδάσκει σε πανεπιστήμια της Ευρώπης και των Ηνωμενων Πολιτειών. Και το 1927 παρουσίασε μια λαμπρή ιδέα, την έννοια του απεχθούς χρέους". Και αμέσως παρακάτω:
"Οι προτάσεις του Σακ ακούγονται προοδευτικές, εάν όχι επαναστατικές. Στην πραγματικότητα εκείνη την εποχή εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα μίας αναδυόμενης υπερδύναμης. Των Ηνωμένων Πολιτειών [...] Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν χρειαστεί την έννοια του απεχθούς χρέους από το 1898, όταν κέρδισαν τον Ισπανοαμερικανικό πόλεμο και προσάρτησαν την Κούβα. Το πρόβλημα ήταν ότι μαζί με το νησι προσάρτησαν και το λογαριασμό που άφηνε πίσω του το αποικιακό καθεστώς της Ισπανίας. [...] Αποφάσισαν ότι το χρέος της Κούβας είναι απεχθές, οπότε αρνήθηκαν να το πληρώσουν."
Με άλλα λόγια, αν καταλαβαίνω (;) σωστά, η ιδέα του Σακ εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Αμερικής, η οποία χρειαζόταν την ιδέα για να μην πληρώσει το χρέος της Κούβας, το οποίο δεν είχε πληρώσει χρησιμοποιώντας την ιδέα του Σακ τριάντα χρόνια προτού ο Σακ τη διατυπώσει. Περίεργα ταξίδια στον χρόνο. Αμέσως μετά, μάλιστα, ο Σακ ξαναμπαίνει σε χρονοκάψουλα και ταξιδεύει ακόμα βαθύτερα στο παρελθόν:
"Μία παρόμοια ιστορία είχε να διηγηθεί και το Μεξικό μερικές δεκαετίες νωρίτερα, όταν ο δημοκρατικός στρατός ανέτρεψε το καθεστώς του αυτοκράτορα Μαξιμιλιαν του 1ου και αποφάσισε ότι το χρέος που είχε δημιουργηθεί ήταν απεχθές".
Η δεύτερη άκρως σουρρεαλιστική στιγμή ήταν ο παραλληλισμός του χρέους του Ιράκ με εκείνο της Ελλάδας, του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεϊν με τις κυβερνήσεις της Δύσης (προφανώς και με την ελληνική, αν όχι κυρίως με αυτήν), και των παλατιών του Σαντάμ με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αγαπάω τον σουρρεαλισμό, αλλά τον παραλληλισμό του Σημίτη με τον Σαντάμ Χουσεϊν δεν μπορώ παρά να τον θεωρήσω ακραία έκφραση λαϊκισμού. Και το όλο κομμάτι περί του πολέμου του Ιράκ, το οποίο μάλιστα ήταν αρκετά μακροσκελές, δεν νομίζω ότι εξυπηρετούσε κανέναν ουσιαστικό σκοπό πέραν του να μας υπενθυμίσει τα τερατώδη έργα των κακών Αμερικανών. Ουδεμία σχέση με τα ελληνικά ζητήματα.
Μια άλλη μεγάλη ανακρίβεια είναι ότι, στην περίπτωση του Ισημερινού, δεν γίνεται καμία κουβέντα για τον πληθωρισμό που έχει εκτιναχθεί στα ύψη, και ο θεατής μένει απλά με την εικόνα των χαμογελαστών προσώπων των κατοίκων του Ισημερινού, οι οποίοι φαίνεται ξαφνικά να ζουν σε έναν επί γης Παράδεισο. Προφανώς όλα τα προβλήματά τους λύθηκαν μόλις ο Κορέα αποφάσισε να μην πληρώσει το χρέος.
3. Και με αυτό έρχομαι στο τρίτο ενοχλητικό στοιχείο του ντοκιμαντέρ. Θα με συγχωρήσετε για άλλον έναν σκληρό παραλληλισμό, αλλά τα χαμογελαστά πρόσωπα των κατοίκων του Ισημερινού που παρελαύνουν από την οθόνη μού θύμισαν τις αντίστοιχες εικόνες από τον "Θρίαμβο της Θέλησης" της Ρίφενσταλ. Προφανώς ο Χατζηστεφάνου δεν είναι οπαδός του εθνικοσοσιαλισμού, όμως η κινηματογραφική τεχνική που χρησιμοποιεί είναι πολύ παρόμοια. Δεν απευθύνεται στη λογική του θεατή, αλλά στο θυμικό του. Την ίδια τεχνική χρησιμοποιεί και στο τέλος του ντοκιμαντέρ, όπου προτείνεται ανοικτά και η λύση (πασπαλισμένη με εικόνες αποφασισμένων προσώπων διαδηλωτών επενδεδυμένες με υποβλητική μουσική): ο κόσμος θα οργανωθεί, θα βγει στους δρόμους, και ο Παπανδρέου θα δραπετεύσει από τη χώρα με ελικόπτερο. Καμία κουβέντα για το μετά. Προφανώς, ως δια μαγείας, όλα τα προβλήματα της χώρας θα λυθούν μόλις φύγει ο Παπανδρέου.
4. Ένα τελευταίο και πολύ εκνευριστικό στοχείο της προσέγγισης των δημιουργών στο όλο ζήτημα είναι η υποκρισία της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η συζήτηση για τον λογιστικό έλεγχο του χρέους, η οποία στο τέλος ουσιαστικά αυτοαναιρείται! Ας κάνουμε, λένε οι διάφοροι οικονομολόγοι, φιλόσοφοι κλπ που εμφανίζονται στην οθόνη, λογιστικό έλεγχο του χρέους, ώστε να δούμε ακριβώς τι χρωστάμε και σε ποιους το χρωστάμε:
"Η επιτροπή λογιστικού ελέγχου θα διερευνήσει ποιά τμήματα του χρέους είναι απεχθή και ποιά είναι παράνομα και θα αποδείξει ότι ο ελληνικός λαός βάσει της ελληνικής και της διεθνούς νομολογίας δεν οφείλει να τα πληρώσει". Πολύ ωραία, συμφωνώ πλήρως. Ακολουθεί όμως μια εκπληκτική ντρίμπλα:
"Η απόφαση όμως είναι στη βάση της πολιτική και όχι οικονομική. Ακόμη κι αν το χρέος ήταν νόμιμο καμία κυβέρνηση δεν έχει το δικαίωμα να δολοφονεί (sic) τους πολίτες της για να εξυπηρετήσει τους δανειστές της. [...] Και όλο το ελληνικό χρέος των 350 δις ευρώ να αποδειχτεί νόμιμο -που δεν θα αποδειχτεί έτσι, αλλά και όλο να αποδειχτεί νόμιμο- πάλι η Ελλάδα δε μπορεί να το σηκώσει. Πάλι δηλαδή θα πρέπει να διαγραφεί". Και μένω κι εγώ με το ερώτημα: Γιατί τόση κουβέντα για λογιστικό έλεγχο του χρέους, εφόσον θα δεχθούμε το πόρισμά του μόνο σε περίπτωση που μας συμφέρει; Απ' ό,τι καταλαβάινω, ούτως ή άλλως έχουμε προαποφασίσει να μην πληρώσουμε. Προς τι λοιπόν η συζήτηση περί λογιστικού ελέγχου, αν όχι για δημιουργία εντυπώσεων;
Εν ολίγοις, το φιλμάκι αυτό συγκεντρώνει όλα σχεδόν τα χαρακτηριστικά που εγώ, ως θεατής, βρίσκω ανυπόφορα. Είναι μονόπλευρο, ανακριβές, με συχνές εξάρσεις λαϊκισμού και φτηνούς μελοδραματισμούς. Δεν είναι μια ψύχραιμη ανάλυση ενός κρίσιμου προβλήματος, αλλά μια άσκηση προπαγάνδας που δεν απευθύνεται στη λογική αλλά στο συναίσθημα. Οι ανακρίβειες του και οι σκόπιμες παραποιήσεις της αλήθειας υποσκάπτουν κάθε εγκυρότητα που ενδεχομένως έχουν (αν έχουν) τα επιχειρήματά του σχετικά με την κρίση και το χρέος. Στενοχωριέμαι που δημιουργοί οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ανεξάρτητοι και αριστεροί υπογράφουν ένα τέτοιο έργο φτηνής προπαγάνδας, αν και έχει πάψει να μου κάνει εντύπωση ο ξεπεσμός της αριστερής διανόησης στη χώρα μας.