Γαλλικές λέξεις στην ελληνική γλώσσα

nevergrown

New member
Τώρα αν παραπονεθείς για μεταχρονολογημένο ποστ είναι γιατί δεν μ'αφήνεις ποτέ να ολοκληρώσω τη σκέψη μου. :p Ε, και το 'via French' είναι η πρώτη γλώσσα πηγή. Εντάξει, οι Γάλλοι το πήραν από τα λατινικά.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Δε διαφωνώ. Πιστεύω ωστόσο ότι καμία από τις δύο αναρτήσεις δεν ανήκει στο νήμα για τις γαλλικές λέξεις στην ελληνική γλώσσα.
 

nevergrown

New member
Ούτε συμφωνώ για την ώρα αλλά ούτε διαφωνώ. Είναι δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να πιστεύει ό,τι θέλει, ακόμα κι αν όλοι οι άλλοι πιστεύουν το αντίθετο... Ετυμολογικά πιστεύω πως υπάρχει αρκετή γαλλική επιρροή (λόγω της περιόδου που πήραμε το λήμμα) αλλά νταξ. Ίσως και να μαι σίγουρος... Να πούμε βέβαια ότι υπάρχουν και αδικίες στη γλώσσα. Έχουμε μιλήσει άλλωστε γι αυτό.
 

daeman

Administrator
Staff member
Η λέξη που σίγουρα πήραμε από τα γαλλικά είναι το ποτανσιόμετρο. ;)

Που με τη σειρά του μας δίνει και μερικά *ποτασιόμετρα. Καμία σχέση με το *ποτάσσιο, γιατί απλώς *ποτάσσιο ή *ποτάσιο δεν υπάρχει. Ούτε *καλιόμετρο και το *καλλιόμετρο απαντάται μόνο σε καλλιστεία. :p
 

nevergrown

New member
Εκτός από τα καλλιστεία...


... υπάρχουν και μπαλ ντε τετ (bal de tête)
αλλά και μπαλ ντ'ανφάν (bal d'enfants) :)

Από ένα χορό ημι-μεταμφιεσμένων - Μπαλ ντε τετ


Kαι ένα "γκραν ζετέ" (grand jeté)
 

nickel

Administrator
Staff member
Μια ψειροπαρατήρηση: στα γαλλικά (ιταλικά κ.ά.) δεν αφήνουμε διάστημα μετά την απόστροφο, στα ελληνικά αφήνουμε. Άρα:
bal d’enfants μπαλ ντ’ ανφάν
 

nevergrown

New member
Ίσως κάποιοι να ενδιαφέρονται και για την ελληνική επίδραση στην γαλλική γλώσσα.
Προτείνω σχετική βιβλιογραφία :

"Trésors des racines grecques" των Jean Bouffartigue και της Anne-Marie Delrieu


"Les racines grecques du vocabulaire français" του Jacques Cellard


Και κάποιες ετυμολογίες έκπληξη
"Les étymologies surprises" του René Garrus


Και το "Étonnantes étymologies" (Astonishing etymologies) του γνωστού Bernard Pivot
 

nickel

Administrator
Staff member
Για αυτά θα άξιζε να ξεκινήσει ένα καινούργιο νήμα, αλλά προφανώς ενδιαφέρουν μόνο οι étonnantes étymologies και όχι οι γνωστές. Κανένας εδώ δεν ενδιαφέρεται να μάθει ότι η λέξη étymologie έχει ελληνική προέλευση. Ας μη γίνουμε το φόρουμ του αυτονόητου.
 

nevergrown

New member
Εκτός από τα φαγώσιμα "μπισκουί" υπάρχουν και... :rolleyes:
http://www.houselife.gr/home_decoration/gr/50/1/?w=%CC%D0%C9%D3%CA%CF%D5%C9
ΜΠΙΣΚΟΥΙ = Είναι ένα είδος λευκών, διακοσμητικών αντικειμένων, συνήθως μικρών αγαλμάτων, από λευκή πορσελάνη ή κεραμική πάστα που ψήνεται χωρίς επισμάλτωση (Ο γαλλικός όρος biscuit, που σημαίνει και μπισκότο, υποδηλώνει το μεγάλο βαθμό ψησίματος,όπου υπόκειται το αντικείμενο). Τα κεραμικά μπισκουί έχουν πορώδη επιφάνεια, ενώ τα πορσελάνινα δεν είναι υδροπερατά. Κι όσο καλύτερης ποιότητας είναι η πορσελάνη, τα διακοσμητικά αντικείμενα αποκτούν την υφή λεπτού, ολόλευκου μαρμάρου. Υπέροχα κομμάτια μπισκουί υπάρχουν στην Κίνα, από την εποχή της δυναστείας των Χαν. Στην Ευρώπη, πάντως, τα πρώτα αντικείμενα με αυτήν την τεχνική πρωτοεμφανίζονται το1751, από τα γαλλικά βασιλικά εργαστήρια της Βανσέν και γρήγορα γίνονται ιδιαίτερα δημοφιλή.Τα ωραιότερα, όμως, δείγματα μπισκουί κατασκευάζονται στο εργαστήριο των Σεβρών, παράλληλα με τις γνωστές, ομώνυμες πορσελάνες. Τα διακοσμητικά αντικείμενα μπισκουί, κυρίως αυτά των Σεβρών, θεωρούνται πραγματικά έργα τέχνης. Χάρη στη λευκότητα και την υφή τους μοιάζουν με μαρμάρινα γλυπτά και η τιμή τους είναι αρκετά υψηλή.
Κι εδώ βοηθός μαγειρικής τέχνης για σεφ ντε γκραντ, ρεστορατέρ, σεφ τουρνάν κτλ... σε pdf http://www.oeek.gr/documents/analitika/Βοηθ_Μαγειρ_Τέχνης.pdf

... Ας μη γίνουμε το φόρουμ του αυτονόητου.

Ζαμέ των ζαμών... όπως θα' λεγε και η Γεωργία Βασιλειάδου. ;)

http://www.google.gr/search?hl=el&q="ζαμέ+των+ζαμών"&aq=f&aqi=&aql=&oq=


Ή ζαμαί... όπως το προτιμάτε. :cool:

Καλό είναι να διορθώνουν οι μοντερατέρ αφού τελειώσει ο χρόνος για το μήνυμα γιατί ενδέχεται να μπερδεύεται ο γράφων και να μην προλαβαίνει να κάνει τις απαραίτητες διορθώσεις.
 
Last edited by a moderator:

nevergrown

New member
Λέξη που χρησιμοποιείται τελευταία όλο και περισσότερο στην τοπογραφία κυρίως είναι το κροκί. Κροκί: (γαλλικά : croquis) -ένα πρόχειρο σχέδιο στο χέρι, πριν αρχίσουν οι μετρήσεις
-βοηθάει στη συνέχεια, ώστε να ξέρεις κάθε σημείο που μέτρησες τι παριστάνει
-αυτός που επιμελείται του κροκί, αποκαλείται κροκίστας.
http://tsenteminho.blogspot.com/2007_10_01_archive.html

Kαι ένα μπλουζάκι κροκί


Στο cnrtl.fr πάντως δεν υπάρχει αναφορά σε χρώμα.
http://www.cnrtl.fr/definition/croquis
 

nickel

Administrator
Staff member
Στο cnrtl.fr πάντως δεν υπάρχει αναφορά σε χρώμα.

Ωραία η παρατήρησή σου. Ενώ το croquis προέρχεται, σύμφωνα με το Robert, από κάποιο crokier «χτυπώ», το χρώμα το κροκί είναι ελληνικότατο (ο κρόκος είναι ομηρική λέξη) και στα γαλλικά το λένε jaune safran.
 

nevergrown

New member
Το ταμπά (tabac) πρέπει λογικά να είναι πιο σκούρο χρώμα όπως το παντοφλέ παπούτσι
αν και βλέπω και πιο ανοιχτόχρωμα αντικείμενα που φέρνουν σε κροκί.

π.χ.
Μάλλον έχουμε να κάνουμε με ανοιχτό ταμπά.



Απροπό, το βεραμάν στα γαλλικά προφέρεται 'βεραμάντ' - vert amande (αμυγδαλωτό πράσινο).
 

daeman

Administrator
Staff member
[...]
Απροπό, το βεραμάν στα γαλλικά προφέρεται 'βεραμάντ' - vert amande (αμυγδαλωτό πράσινο).

Μάλλον θα εννοείς πράσινο του (φρέσκου) αμύγδαλου, γιατί αν το αμυγδαλωτό είναι πράσινο, καλύτερα να μην το φας, θα 'χει μουχλιάσει. :eek:

 

nickel

Administrator
Staff member
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι οι κλιτές λέξεις της ελληνικής για τα χρώματα και τις αποχρώσεις τους αντικαταστάθηκαν σε μεγάλο βαθμό από άκλιτες λέξεις της γαλλικής. Αναφέρθηκαν στην αρχή και τις επαναλαμβάνω με προσθήκες και με τη σημερινή ορθογραφία τους:
ακαζού, βεραμάν, γκρενά, γκρι, γκρι σουρί, εκρού, ιβουάρ, καφέ, κρεμ, λιλά, μελανζέ, μοβ, μπεζ, μπλε, μπλε μαρέν, μπλε ρουά, μπορντό, παλ, παστέλ, ροζ, ροζέ, σαμπανί, σαξ, σιελ, σικλαμέν, σομόν, ταμπά, τιρκουάζ, φιμέ, φονσέ, φραμπουάζ, φρεζ, φωσφοριζέ κ.ά.

Αυτό που θεωρώ αξιοπρόσεκτο εδώ είναι ότι, ενώ το ταμπάκο το πήραμε από άλλη γλώσσα (από τα ισπανικά λένε τα λεξικά, αλλά δεν αποκλείεται να μας ήρθε με γκέλα από τα ιταλικά), τη λέξη για το χρώμα την πήραμε από τα γαλλικά. Ταυτόχρονα, με την επιρροή της αγγλικής λέξης για τον καπνό, πολλοί νομίζουν ότι και το νησάκι που κάνει παρέα στο Τρινιντάντ (Τρινιδάδ), το Tobago, γράφεται Τομπάκο!

Για την απόχρωση τού ταμπά ειδικότερα, η γκάμα στις γκουγκλοεικόνες είναι μεγάλη. Εγώ θεωρώ ότι το ταμπά δεν έχει κόκκινο, ούτε πολύ κίτρινο. Ποιο είναι το καφέ των αποξηραμένων φύλλων του καπνού;

.......................................................................................
Tobago. Island, southeastern West Indies. The island, part of the republic of Trinidad and Tobago, was so named by Columbus when he discovered it in 1498. He took it from Haitian tambaku, "pipe," alluding to the islanders' strange habit of lighting the dried cut leaves of the tobacco plant in a pipe and inhaling the toxic fumes, which they believed had medicinal properties. (Από το Placenames of the world τού Adrian Room.)​
 
Last edited:

nevergrown

New member
Nα και το βερμιγιόν (vermillon) που είναι παράλληλα και ο συνθετικός θειούχος υδράργυρος (sulfure de mercure artificiel).

 

nickel

Administrator
Staff member
Που είναι το σκουληκάκι, μια και κάπου πίσω του βρίσκεται το λατινικό vermiculus. Οι αγγλόφωνοι να θυμούνται ότι στα αγγλικά γράφεται με ένα -l-, vermilion.

Ωραία προσθήκη, το ξέχασα εντελώς.
 

nevergrown

New member
Απ' ότι φαίνεται η λέξη φορμά (format) δεν είναι πια μόνο όρος του σινεμά.
Το πλάτος της λωρίδας του φιλμ σε χιλιοστά του μέτρου. Οι καθιερωμένες διαστάσεις του φιλμ στην ιστορία του κινηματογράφου είναι 8mm, 16mm, 35mm και 70mm.

Είναι όρος γενικότερος, χρησιμοποιείται πλέον και στην πληροφορική, εκτυπωτές, αρχεία, φωτογραφία κ.ά. και αφορά γενικότερα το σύνολο των διαστάσεων πολλών πραγμάτων.
 

nickel

Administrator
Staff member
Βεβαίως, και προσθέτω, για να το σχολιάσω, το λήμμα φορμά του ΛΝΕΓ, πάνω από το λήμμα φόρμα:

φορμά (το) {άκλ.} ελλην. διαμόρφωση, μορφοποίηση 1. ΠΛΗΡΟΦ. η μορφή που δίνουμε σε ένα κείμενο, όταν το επεξεργαζόμαστε σε ηλεκτρονικό υπολογιστή 2. ΤΕΧΝΟΛ. το είδος συστήματος μετάδοσης εικόνας, π.χ. το φορμά PAL.
[ΕΤΥΜ < γαλλ. format < ιταλ. formato (αρχικώς όρος τής τυπογραφίας) < λατ. formatus < ρ. formare «μορφοποιώ» < forma «μορφή»].


Παρότι υπάρχει και λήμμα φορμάτ από τη λανθασμένη προφορά του παροξύτονου αγγλικού format, η σημασία μάς ήρθε από την αγγλική και της φορέσαμε τη γαλλική φορεσιά του φορμά αντί την παλιότερη ιταλική φόρμα. Για το ρήμα καταφύγαμε στο κοινό και για τα τρία ουσιαστικά φορμάρω (από το ιταλικό formare). Και εν συνεχεία: φορμάρισμα, φορμαρισμένος.
 
Top