Κάνοντας κι εγώ μια μικρή έρευνα έπεσα πάνω σ’ ένα παλιότερο κείμενο του Nickel (αν δεν κάνω λάθος) που βρίσκω εξαιρετικά διαφωτιστικό :
« … το situated σημαίνει ότι το Χ κείται, έχει μια θέση (situation), στο περιβάλλον, το περικείμενο, το οποίο το επηρεάζει και ορίζει τη νυν κατάστασή του (situation). Έχει μια ως εκ της θέσεώς του κατάσταση. Αυτή τη διπλή σημασία συνδυάζει η αγγλική λέξη. Το ουσιαστικό situatedness δεν μπορεί να περιγράφει, κανονικά, ενέργεια. Περιγράφει κατάσταση, αντίληψη, π.χ. the situatedness of knowledge σημαίνει «το γεγονός ότι η γνώση καθορίζεται από το κοινωνικό περιβάλλον»… Το situatedness δίνει έμφαση στο ότι υπάρχει σχέση του Χ με το περικείμενο, στο ότι το Χ δεν είναι αυθύπαρκτο, στη «μη αυθυπαρξία» του (να μια ωραία ελεύθερη απόδοση).»
Επειδή και η δική μου απορία ξεκίνησε από τον όρο της Donna Haraway, νομίζω ότι το «πλαισιοθετημένη» είναι καλύτερο από το «τοποθετημένη» που χρησιμοποιείται στο άρθρο που παραπέμπει ο dominotheory (28) :
«Δεύτερον, η «επιστημολογία της οπτικής» (standpoint epistemology), η οποία μοιάζει να εμπνέεται τόσο από τη μαρξιστική όσο και από τη μεταμοντέρνα φιλοσοφία, εκκινεί από τη ριζοσπαστική θέση ότι όλες οι μορφές γνώσης και κοινωνικών ταυτοτήτων θεσπίζονται και παριστάνονται από συγκεκριμένες κοινωνικές θέσεις. Θα πρέπει δηλαδή να παραιτηθούμε οριστικά από τη διαφωτιστική φιλοδοξία να κατακτήσουμε «ένα είδος απόλυτης οπτικής γωνίας» (Bourdieu), μια «θέα από το πουθενά» (Nagel), απαλλαγμένη από κοινωνικές προϋποθέσεις, έμφυλες ανισότητες, ταξικές συσχετίσεις ή χωροχρονικούς προσδιορισμούς. Η γνώση δεν είναι ποτέ αξιακά ουδέτερη, ανιδιοτελής ή «αθώα» (Flax1992). Εν ολίγοις, ο προοπτικισμός – η ρηξικέλευθη διαπίστωση ότι η γνώση είναι πάντοτε τοποθετημένη και εξαρτώμενη από την προοπτική του γνωρίζοντος υποκειμένου – είναι ουσιωδώς αναπόδραστος (Pels 1997).
Τώρα, κατά την γνώμη μου, τόσο το «τοποθετημένη» όσο και το «πλαισιοθετημένη» (γνώση) είναι κάπως «ουδέτεροι» σαν όροι, δεν μεταφέρουν ικανοποιητικά το «ριζοσπαστισμό» που τυχόν εμπεριέχεται στο «situated», ιδιαίτερα όταν το συναντάμε σε θεωρητικές προσεγγίσεις όπως αυτές που αναφέρονται στο παραπάνω κείμενο.
Μηπως θα ήταν προτιμότερο σ' αυτή την περίπτωση , για να ξαναγυρίσω στο κείμενο του Nickel, το «κοινωνικά καθορισμένη» γνώση;