Καλημέρα σε όλους!
Αντιμετωπίζω ένα γενικό πρόβλημα με την απόδοση του παραπάνω όρου, οπότε είπα να στραφώ στη συλλογική σας σοφία μήπως βγάλουμε άκρη.
Πρώτα, ορισμοί:
The meaning of “totally without merit”
The Court in Wasif confirmed that “totally without merit” means “no more and no less than ‘bound to fail‘”. A case will be bound to fail (and therefore totally without merit) where there is “no rational basis on which the claim could succeed“.https://www.hlregulation.com/2016/0...arifies-the-meaning-of-totally-without-merit/
Ουσιαστικά λοιπόν, όταν μία υπόθεση δεν έχει legal merit, σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πιθανότητες να υπάρξει θετική έκβαση στο δικαστήριο. Αν αναζητήσετε τον όρο στο διαδίκτυο, θα βρείτε πολλές αναφορές σε frivolous litigation, δηλαδή, για να το πω πολύ απλά, υποθέσεις που φτάνουν στα δικαστήρια χωρίς να έχουν καμιά ελπίδα να κερδηθούν επειδή προβάλλουν εξωφρενικούς νομικούς ισχυρισμούς, ζητούν υπέρογκες αποζημιώσεις για δυσανάλογη βλάβη, κ.τλ.
Βρίσκω κάποια αποτελέσματα για «χωρίς νομική αξία», αλλά αυτό δεν σημαίνει τίποτα στα ελληνικά απ' όσο ξέρω.
Το πρόβλημά μου: ο όρος δεν αναφέρεται στην έλλειψη νομικής βάσης, ή το νόμω αβάσιμο, όπως το λένε οι νομικοί, αλλά σε υποθέσεις χωρίς πιθανότητες ευδοκίμησης. Σε περίπτωση που διαβάσατε ως εδώ, για το οποίο και σας ευχαριστώ πολύ (:)), σκέφτομαι να βάλω αυτό το τελευταίο (υπόθεση χωρίς πιθανότητα ευδοκίμησης). Τι λέτε;
Αντιμετωπίζω ένα γενικό πρόβλημα με την απόδοση του παραπάνω όρου, οπότε είπα να στραφώ στη συλλογική σας σοφία μήπως βγάλουμε άκρη.
Πρώτα, ορισμοί:
Merit is a term subject to various meanings, but in the legal context, merit refers to a claim which has a valid basis, setting forth sufficient facts from which the court could find a valid claim of deprivation of a legal right. Meritorious claims usually cite legal authorities, such as statutory laws or case law, to support their arguments.
[...]
https://definitions.uslegal.com/m/merit/[...]
A ‘frivolous’ claim is, according to Black’s Law Dictionary, a claim which is ‘lacking a legal basis or legal merit’, ‘not serious’ or ‘not reasonably purposeful’. Domestic legal systems have developed mechanisms to allow courts to dismiss or strike out, on an expedited basis, such frivolous claims, and similar rules are not unknown also in the procedures of international courts and tribunals.
https://lk-k.com/wp-content/uploads/potesta-sobat-frivolous-claims-jids-2012.pdfThe meaning of “totally without merit”
The Court in Wasif confirmed that “totally without merit” means “no more and no less than ‘bound to fail‘”. A case will be bound to fail (and therefore totally without merit) where there is “no rational basis on which the claim could succeed“.
Ουσιαστικά λοιπόν, όταν μία υπόθεση δεν έχει legal merit, σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πιθανότητες να υπάρξει θετική έκβαση στο δικαστήριο. Αν αναζητήσετε τον όρο στο διαδίκτυο, θα βρείτε πολλές αναφορές σε frivolous litigation, δηλαδή, για να το πω πολύ απλά, υποθέσεις που φτάνουν στα δικαστήρια χωρίς να έχουν καμιά ελπίδα να κερδηθούν επειδή προβάλλουν εξωφρενικούς νομικούς ισχυρισμούς, ζητούν υπέρογκες αποζημιώσεις για δυσανάλογη βλάβη, κ.τλ.
Βρίσκω κάποια αποτελέσματα για «χωρίς νομική αξία», αλλά αυτό δεν σημαίνει τίποτα στα ελληνικά απ' όσο ξέρω.
Το πρόβλημά μου: ο όρος δεν αναφέρεται στην έλλειψη νομικής βάσης, ή το νόμω αβάσιμο, όπως το λένε οι νομικοί, αλλά σε υποθέσεις χωρίς πιθανότητες ευδοκίμησης. Σε περίπτωση που διαβάσατε ως εδώ, για το οποίο και σας ευχαριστώ πολύ (:)), σκέφτομαι να βάλω αυτό το τελευταίο (υπόθεση χωρίς πιθανότητα ευδοκίμησης). Τι λέτε;