Στο
Μεσαιωνικό του Κριαρά:
επισκοπιανός, επίθ. Που ανήκει στην επισκοπή: οίκους ους και επισκοπιανούς ονομάζουσι Παράφρ. Χων. 338. [<ουσ. επισκοπή + κατάλ. ‑ιανός. Η λ. στο Meursius (‑ειανός) και στο LBG]
Στη Συναγωγή του Κουμανούδη, διαβάζω ότι ο Αδ. Κοραής έγραφε για «Επισκοπιανούς Αγγλικανούς».
Στην ΜΕΕ (πολύ πριν από τον Φειδά) είναι επίσης
Επισκοπιανή Εκκλησία.
Στο Penguin-Hellenews (λήμμα episcopalian): επισκοπιανός, μέλος της Επισκοπιανής εκκλησίας
Στο Λεξικό του Παπύρου βρίσκεις μόνο
επισκοπεία και
επισκοπειανός.
Χάρηκα λοιπόν για τα πολλά (181 καθαρά) ευρήματα για την
Επισκοπική Εκκλησία (δεν είναι δα άκυρα, ένα είναι από
πατριαρχείο) γιατί το episcopal, όπως και να το κάνουμε,
επισκοπικός σημαίνει.