metafrasi banner

carrion

Υπάρχει κάποια εναλλακτική απόδοση για το carrion πέρα από το ψοφίμι; Με κίνδυνο να θεωρηθώ ψοφοδεής, μου φαίνεται λίγο μπρουτάλ. Υπόψιν ότι το κείμενό μου κάνει λόγο για carrion ως τροφή ζώων, τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα.
 

Aegean2

New member
Κουφάρι ή και πτώμα, αλλά το ψοφίμι είναι η καλύτερη περιγραφή σαν όρος, το carrion είναι συνήθως μπρουτάλ όρος ειδικά αν αναφερθείς σε ανθρώπους ή κατοικίδια. Carrion eaters είναι τα όρνια.


(Και το θνησιμαίο είναι πολύ σωστό, απλά δεν το χρησιμοποιείς συχνά (έως ποτέ, εκτός και είσαι ο Ζουράρης :p ) στα Ελληνικά ενώ το carrion είναι λέξη που συναντάται συχνά τουλάχιστον στην Αμερική)
 

daeman

Administrator
Staff member
... Carrion eaters είναι τα όρνια.

Σωστό, όρνια (και όρνεα), εφόσον περιοριστούμε στα πτηνά, όπως ο ασπροπάρης, οι κοκαλάδες κ.ά.π.

Τα carrion eaters όμως δεν είναι μόνο πτηνά, είναι και θηλαστικά (και μαρσιποφόρα), είναι και ερπετά, είναι και έντομα και άλλα ασπόνδυλα (όπως τα κεφαλόποδα π.χ.), τα οποία ορίζονται συλλογικά στη Βιολογία ως πτωματοφάγα είδη:

Carrion (from the Latin "caro", meaning "meat") refers to the dead and decaying flesh of an animal.
Carrion is an important food source for large
carnivores and omnivores in most ecosystems. Examples of carrion-eaters (or scavengers) include vultures, hawks, eagles,[SUP][1][/SUP] hyenas,[SUP][2][/SUP] Virginia opossum,[SUP][3][/SUP] Tasmanian devils,[SUP][4] [/SUP]coyotes,[SUP][5][/SUP] Komodo dragons,[SUP][6][/SUP] and burying beetles.[SUP][7][/SUP] Many invertebrates such as the burying beetles, as well as maggots of calliphorid flies and flesh-flies also eat carrion, playing an important role in recycling nitrogen and carbon in animal remains.


...(Και το θνησιμαίο είναι πολύ σωστό, απλά δεν το χρησιμοποιείς συχνά (έως ποτέ, εκτός και είσαι ο Ζουράρης :p ) στα Ελληνικά ενώ το carrion είναι λέξη που συναντάται συχνά τουλάχιστον στην Αμερική)

Εδώ νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε έναν διαχωρισμό. Το θνησιμαίο προφανώς δεν χρησιμοποιείται εύκολα στην καθομιλουμένη (εκτός αν είσαι ο Ζουράρις ή θεολόγος, γιατί τα θνησιμαία αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη και μάλιστα εκεί πρωτοαπαντώνται, στη μετάφραση των Εβδομήκοντα). Ωστόσο, πέρα από την καθομιλουμένη υπάρχει και η ορολογία της Βιολογίας, όπου το θνησιμαίο είναι καθιερωμένος όρος και χρησιμοποιείται κατά κόρον σε κείμενα κάθε είδους και ύφους (π.χ. 1, 2, 3, 4, 5).

Επομένως, ας αποφασίσει ο ερωτών ανάλογα με τον βαθμό εξειδίκευσης του κειμένου και τους αποδέκτες του.


Fly low, carrion crow - Two Gallants

 
Ευχαριστώ για τις απαντήσεις.
Το κουφάρι και το πτώμα τα είχα σκεφτεί και απορρίψει. Θα απορρίψω επίσης, μετά πολλών επαίνων, το θνησιμαίο, αφενός γιατί το κείμενό μου δεν απευθύνεται σε εξειδικευμένο κοινό, αφετέρου γιατί δημιουργείται σύγχυση με τη σημασία «ετοιμοθάνατος, θνησιγενής» που επίσης έχει.
Οπότε, τείνω να καταλήξω στο ψοφίμι για την ξηρά και στο νεκρά ζώα για τη θάλασσα (η λέξη «ψοφίμι» δεν μου κολλάει σε θαλάσσιο περιβάλλον).
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλημέρες. Δύο φορές έχει αναφερθεί το πτωματοφάγα και πολλά είναι τα ευρήματα για τρέφονται με πτώματα. Διαπιστώνω ότι για άλλη μια φορά έχουμε πρόβλημα με τη λέξη πτώματα (και επουδενί μη γράψεις «τρέφονται με σορούς»!).
:-)
 

Earion

Moderator
Staff member
 

daeman

Administrator
Staff member
Χάριν πληρότητας, προσθέτω και το θρασίμι.

Α, άμα πάμε για πληρότητα, να προσθέσω και το λέσι, το οποίο έχουμε και στο νήμα Τουρκικές λέξεις στην Ελληνική:

ΛΚΝ:
1. το πτώμα ζώου, το ψοφίμι και η δυσάρεστη οσμή που αυτό αναδίδει, η δυσοσμία, η βρόμα.
2. (μτφ., λαϊκ.) α. για κπ. υπερβολικά νωθρό, αδύναμο, κουρασμένο· ψοφίμι. β. για κπ. υπερβολικά βρόμικο.
[μσν. λέσι < τουρκ. leş `ψοφίμι΄ -ι]


λεσιάρης -α -ικο [lesxáris] Ε9 : (λαϊκ.) για άνθρωπο υπερβολικά βρόμικο, κακοντυμένο, απεριποίητο: Στην καφετέρια αυτή συχνάζουν όλοι οι λεσιάρηδες της περιοχής. [λέσ(ι) -ιάρης]

Κριαράς:
λέσι το· πληθ. λέση. Πτώμα ζώου, ψοφίμι: έπεσαν σαν όρνεα στα λέση (Διγ. Α 2683). [<τουρκ. leş. Η λ. στο Somav. και σήμ. λαϊκ.]

Όσο για τον πληθυντικό του, στη Θεσσαλία τουλάχιστον ακούγεται συχνά ως λέσια (όπως απαντάται και στη Λεξιλογία), κυρίως στη φράση «βρομάει σαν τα εφτά λέσια» (το εφτά προφανώς για επίταση).


Την ίδια ώρα, στην Κίνα...

Ένα ενδιαφέρον άρθρο από το cosmo.gr, που το πήρε από την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (αλλά δεν δίνει σωστό λινκ):

Στην κινέζικη γλώσσα τα ονόματα από διάσημες μάρκες και φίρμες έχουν τη δική τους ιδιαίτερη και ενδιαφέρουσα ονομασία.
...
Η Reebok σημαίνει "γρήγορα βήματα",
ενώ τα πατατάκια Lay's προφέρονται Λέσι και μεταφράζονται ως "χαρούμενα πράγματα." ...

Τόσο χαρούμενα πράγματα. :whistle:
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Ψοφιμοφάγος - Αέρα Πατέρα


όρνιο, κοράκι, γύπας, ύαινα, σκουλήκι, τσακάλι
ξύπνησαν απ' την ανάγκη
βουτώντας μες στον θάνατο σαν σε σούπα
Τόσο χαρούμενα πράγματα.
 
Top