brinkmanship = ακροσφαλής πολιτική
το brinkmanship το έχω μεταφράσει και ως "πολιτική σχοινοβασία" και "ακροβασία"
Ας προσθέσω και έναν ορισμό από τη γουίκη:
Brinkmanship (also brinksmanship) is the practice of pushing dangerous events to the brink of disaster in order to achieve the most advantageous outcome. It occurs in international politics, foreign policy, labour relations, and (in contemporary settings) military strategy involving the threatened use of nuclear weapons, and high-stakes litigation.
Καταλαβαίνω την ακροβασία και τη σχοινοβασία. Αυτό το ακροσφαλής, που προέρχεται από τα αρχαία, είναι βέβαιο ότι σημαίνει το ζητούμενο πράγμα; Εδώ π.χ. εξηγεί: ακροσφαλής -ακροσφαλής -ακροσφαλές (επίθετο) αυτός που είναι αδύνατος στις άκρες, αυτός που κινδυνεύει να πέσει, ο ασταθής, αυτός που εύκολα κλονίζεται: "η πεποίθηση που έχει στον εαυτό του είναι ακροσφαλής, χρειάζεται κάτι να τη δυναμώσει"
Μήπως είναι εσφαλμένη αυτή η χρήση;