Γράφει ο Γ. Βαρουφάκης στο σημερινό του άρθρο στο protagon.gr:
Γιατί η Ευρωζώνη θα καταρρεύσει αν «πετύχει» η πολιτική της γενικευμένης αυστηρότητας
Καταρχάς, θα μου επιτρέψετε να μη χρησιμοποιώ τον όρο «λιτότητα». Ο όρος «αυστηρότητα» (που οι αγγλο-αμερικανοί μεταφράζουν ως austerity) αποδίδει πολύ καλύτερα την ασκούμενη στην Ευρώπη πολιτική. Πολύ απλά, η πολιτική αυστηρότητας στοχεύει στην εξάλειψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και τη χειραγώγηση του δημόσιου χρέους μέσω της περικοπής δημόσιων δαπανών και την αύξηση (κάποιων) φορολογικών συντελεστών (π.χ. του ΦΠΑ).
Θα σου το επιτρέψουμε, Γιάνη, γιατί δεν μπορούμε και να σε εμποδίσουμε, αλλά μη ζητάς να το εγκρίνουμε κιόλας.
Ο αγγλικός ορισμός στον οποίο παραπέμπει λέει:
Austerity is not about low deficits. Low deficits are an end; an objective. Austerity is a policy; a means-to-an-end, where the end is low deficits. Austerity is thus defined as the attempt to reduce the deficit by cutting spending and boosting taxes.
Ωραία. Δεν ορίζει την οικονομική austerity διαφορετικά από τον υπόλοιπο κόσμο. Π.χ. η Wikipedia λέει:
In economics, austerity describes policies used by governments to reduce budget deficits during adverse economic conditions. These policies can include spending cuts, tax increases, or a mixture of the two.
http://en.wikipedia.org/wiki/Austerity
Λιτότητα. Όπως λιτά την ορίζει (την οικονομική λιτότητα) το λεξικό του Πάπυρου:
περιορισμός κατανάλωσης και αποφυγή άσκοπης σπατάλης ή πολυτέλειας («μέτρα λιτότητας»)
Αυστηρότητα θα μπορούσαμε να έχουμε π.χ. στην αυστηρή τήρηση των σκληρών μέτρων λιτότητας.
Οι σημερινές σημασίες (στο ODE).
austere
1 severe or strict in manner or attitude: he was an austere man, with a rigidly puritanical outlook
2 (of living conditions or a way of life) having no comforts or luxuries: conditions in the prison could hardly be more austere
3 having a plain and unadorned appearance: the cathedral is impressive in its austere simplicity
austerity
1 sternness or severity of manner or attitude: he was noted for his austerity and his authoritarianism
plainness and simplicity in appearance: the room was decorated with a restraint bordering on austerity
[count noun] (usually austerities) a feature of an austere way of life: his uncle’s austerities had undermined his health
2 difficult economic conditions created by government measures to reduce public expenditure: the country was subjected to acute economic austerity [count noun]: (austerities) the austerities of post-war London
Αποδόσεις:
αυστηρός | λιτός, απέριττος
αυστηρότητα | λιτότητα
Δείτε τα παραδείγματα. Σας φτάνουν οι λίγες αποδόσεις που έδωσα; Σε κάποιες περιπτώσεις θα ήθελα κάτι άλλο.
Η ιστορία της λέξης. Γράφει το λεξικό του Πάπυρου:
Η λέξη αυστηρός με την αρχική σημασία της «ξηρός, οξύς, πικρός στη γεύση» χρησιμοποιείται από τον Πλάτωνα μεν για το νερό, από τον Ιπποκράτη δε για το κρασί και κατ’ αντιδιαστολή προς το γλυκύς, ενώ με ανάλογη χρήση απαντά και σήμερα σε ορισμένα ιδιώματα (πρβλ. αυστηρό ξίδι, Κεφαλονιά). Ήδη από την ελληνιστική περίοδο το επίθ. αυστηρός αποκτά την τρέχουσα ηθική σημασία «σοβαρός, σκληρός, ανεπιεικής» και χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει πρόσωπα. Ανάλογη σημασιολογική εξέλιξη παρατηρείται και στο συγγενές μ' αυτό επίθ. δριμύς, το οποίο αρχικά μεν σημαίνει επίσης «οξύς, πικρός», αργότερα όμως προσλαμβάνει κι αυτό τη σημασία «τραχύς, ανεπιεικής».
Γιατί η Ευρωζώνη θα καταρρεύσει αν «πετύχει» η πολιτική της γενικευμένης αυστηρότητας
Καταρχάς, θα μου επιτρέψετε να μη χρησιμοποιώ τον όρο «λιτότητα». Ο όρος «αυστηρότητα» (που οι αγγλο-αμερικανοί μεταφράζουν ως austerity) αποδίδει πολύ καλύτερα την ασκούμενη στην Ευρώπη πολιτική. Πολύ απλά, η πολιτική αυστηρότητας στοχεύει στην εξάλειψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και τη χειραγώγηση του δημόσιου χρέους μέσω της περικοπής δημόσιων δαπανών και την αύξηση (κάποιων) φορολογικών συντελεστών (π.χ. του ΦΠΑ).
Θα σου το επιτρέψουμε, Γιάνη, γιατί δεν μπορούμε και να σε εμποδίσουμε, αλλά μη ζητάς να το εγκρίνουμε κιόλας.
Ο αγγλικός ορισμός στον οποίο παραπέμπει λέει:
Austerity is not about low deficits. Low deficits are an end; an objective. Austerity is a policy; a means-to-an-end, where the end is low deficits. Austerity is thus defined as the attempt to reduce the deficit by cutting spending and boosting taxes.
Ωραία. Δεν ορίζει την οικονομική austerity διαφορετικά από τον υπόλοιπο κόσμο. Π.χ. η Wikipedia λέει:
In economics, austerity describes policies used by governments to reduce budget deficits during adverse economic conditions. These policies can include spending cuts, tax increases, or a mixture of the two.
http://en.wikipedia.org/wiki/Austerity
Λιτότητα. Όπως λιτά την ορίζει (την οικονομική λιτότητα) το λεξικό του Πάπυρου:
περιορισμός κατανάλωσης και αποφυγή άσκοπης σπατάλης ή πολυτέλειας («μέτρα λιτότητας»)
Αυστηρότητα θα μπορούσαμε να έχουμε π.χ. στην αυστηρή τήρηση των σκληρών μέτρων λιτότητας.
Οι σημερινές σημασίες (στο ODE).
austere
1 severe or strict in manner or attitude: he was an austere man, with a rigidly puritanical outlook
2 (of living conditions or a way of life) having no comforts or luxuries: conditions in the prison could hardly be more austere
3 having a plain and unadorned appearance: the cathedral is impressive in its austere simplicity
austerity
1 sternness or severity of manner or attitude: he was noted for his austerity and his authoritarianism
plainness and simplicity in appearance: the room was decorated with a restraint bordering on austerity
[count noun] (usually austerities) a feature of an austere way of life: his uncle’s austerities had undermined his health
2 difficult economic conditions created by government measures to reduce public expenditure: the country was subjected to acute economic austerity [count noun]: (austerities) the austerities of post-war London
Αποδόσεις:
αυστηρός | λιτός, απέριττος
αυστηρότητα | λιτότητα
Δείτε τα παραδείγματα. Σας φτάνουν οι λίγες αποδόσεις που έδωσα; Σε κάποιες περιπτώσεις θα ήθελα κάτι άλλο.
Η ιστορία της λέξης. Γράφει το λεξικό του Πάπυρου:
Η λέξη αυστηρός με την αρχική σημασία της «ξηρός, οξύς, πικρός στη γεύση» χρησιμοποιείται από τον Πλάτωνα μεν για το νερό, από τον Ιπποκράτη δε για το κρασί και κατ’ αντιδιαστολή προς το γλυκύς, ενώ με ανάλογη χρήση απαντά και σήμερα σε ορισμένα ιδιώματα (πρβλ. αυστηρό ξίδι, Κεφαλονιά). Ήδη από την ελληνιστική περίοδο το επίθ. αυστηρός αποκτά την τρέχουσα ηθική σημασία «σοβαρός, σκληρός, ανεπιεικής» και χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει πρόσωπα. Ανάλογη σημασιολογική εξέλιξη παρατηρείται και στο συγγενές μ' αυτό επίθ. δριμύς, το οποίο αρχικά μεν σημαίνει επίσης «οξύς, πικρός», αργότερα όμως προσλαμβάνει κι αυτό τη σημασία «τραχύς, ανεπιεικής».