Μελετάω εδώ και μέρες να ζητήσω τη γνώμη σας για τις σημασίες της λέξης παθογένεια και τις αποδόσεις της στα αγγλικά. Σήμερα η διαφήμιση κάποιας έκδοσης για την παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας με σπρώχνει να ρωτήσω.
Όλα τα λεξικά που κοίταξα περιορίζονται στην ιατρική σημασία:
Στα αγγλικά υπάρχει και το pathogeny, αλλά ο πιο συνηθισμένος όρος είναι pathogenesis, ο οποίος έχει δημιουργήσει και τον ελληνικό παθογένεση (τον οποίο περιλαμβάνει το λήμμα παθογένεια του ΛΝΕΓ).
Η εντύπωσή μου είναι ότι η παθογένεια δεν χρησιμοποιείται με τη σημασία της «μελέτης του μηχανισμού που προκαλεί νοσηρά φαινόμενα στην κοινωνία ή άλλο σύνολο», αλλά περισσότερο με τη σημασία που θα βρούμε στη μεταφορική σημασία της παθολογίας: «3. το σύνολο των προβληματικών στοιχείων σε συγκεκριμένο χώρο ή σύστημα: η παθολογία τού δημοκρατικού πολιτεύματος | κοινωνική παθολογία (βία, ναρκωτικά, συγκρούσεις κ.ά.)» (ΛΝΕΓ).
Για το αντίστοιχο αγγλικό pathology επιλέγω τον ορισμό του ODE:
Συμφωνείτε ότι η μεταφορική σημασία της παθογένειας θα πρέπει να αποδοθεί με το pathology;
Όλα τα λεξικά που κοίταξα περιορίζονται στην ιατρική σημασία:
παθογένεια η : (ιατρ.) η μελέτη του μηχανισμού με τον οποίο διάφορα παθογόνα αίτια προκαλούν τις νόσους, τις παθήσεις σε έναν οργανισμό. [λόγ. < γαλλ. pathogénie < patho- < αρχ. πάθο(ς) + -génie < αρχ. -γένεια, π.χ. εὐγένεια] (ΛΚΝ)
Στα αγγλικά υπάρχει και το pathogeny, αλλά ο πιο συνηθισμένος όρος είναι pathogenesis, ο οποίος έχει δημιουργήσει και τον ελληνικό παθογένεση (τον οποίο περιλαμβάνει το λήμμα παθογένεια του ΛΝΕΓ).
Η εντύπωσή μου είναι ότι η παθογένεια δεν χρησιμοποιείται με τη σημασία της «μελέτης του μηχανισμού που προκαλεί νοσηρά φαινόμενα στην κοινωνία ή άλλο σύνολο», αλλά περισσότερο με τη σημασία που θα βρούμε στη μεταφορική σημασία της παθολογίας: «3. το σύνολο των προβληματικών στοιχείων σε συγκεκριμένο χώρο ή σύστημα: η παθολογία τού δημοκρατικού πολιτεύματος | κοινωνική παθολογία (βία, ναρκωτικά, συγκρούσεις κ.ά.)» (ΛΝΕΓ).
Για το αντίστοιχο αγγλικό pathology επιλέγω τον ορισμό του ODE:
pathology [...]
[usually with modifier] mental, social, or linguistic abnormality or malfunction: the city's inability to cope with the pathology of a burgeoning underclass.
Θα δούμε και το ελληνικό και το αγγλικό να χρησιμοποιούνται επίσης στον πληθυντικό, όπου έχουμε απλώς συνώνυμα των ασθένειες και δυσλειτουργίες / diseases and malfunctions.[usually with modifier] mental, social, or linguistic abnormality or malfunction: the city's inability to cope with the pathology of a burgeoning underclass.
Shades of Loneliness: Pathologies of a Technological Society (τίτλος βιβλίου)
Οι παθολογίες του συστήματος των εξετάσεων
Οι παθολογίες του συστήματος των εξετάσεων
Συμφωνείτε ότι η μεταφορική σημασία της παθογένειας θα πρέπει να αποδοθεί με το pathology;