μονογονικός ή μονογονεϊκός;

nickel

Administrator
Staff member
Στα αρχαία, όταν ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί το επίθετο γονικός στο «γονικής εκκρίσεως», το παράγει από τη γονή, μια λέξη που δεν χρησιμοποιούμε σήμερα αλλά είχε πολλές σημασίες στους αρχαίους και, στον Αριστοτέλη (αλλά όχι μόνο σ' αυτόν), είναι το σπέρμα. (Το ΛΚΝ αναφέρει τη γονική έκκριση σαν να χρησιμοποιείται ακόμα σήμερα. Μόνο με επεξηγηματική υποσημείωση θα μπορούσα να το φανταστώ.)

Μεταγενέστερη (από τους ελληνιστικούς χρόνους) είναι η σημασία σε σχέση με τους γονείς και ό,τι κληρονομούμε από τους γονείς. Τα γονικά μπορεί να είναι οι ίδιοι οι γονείς (παροιμία: «Μην κλοτσάς τα γονικά σου, θα το βρεις απ’ τα παιδιά σου») ή η κληρονομημένη από τους γονείς περιουσία. Συνήθως σήμερα μιλάμε για τα πατρογονικά. Έχω ωστόσο την εντύπωση ότι η σύνδεση είναι πια περισσότερο με τον πρόγονο (προγονικός, πατρογονικός) παρά με τη γονή.

Το τοπίο έχει θολώσει από διάφορα άλλα –γονικός, κυρίως από εκείνα που μας ήρθαν απέξω: την ευγονική, την οιστρογονική δράση των οιστρογόνων, τις κοσμογονικές αλλαγές.

Μέσα από τη χρήση αιώνων και ιδιαίτερα από την πολύ διαδεδομένη χρήση του γονικός σε συμφράσεις όπως γονική παροχή, γονική συναίνεση, γονική μέριμνα, γονική άδεια, γονική επιμέλεια, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για τη σημασία της λέξης (αρκεί να μη μας ζητηθεί η προέλευση: γονή ή γόνος; σίγουρα όχι γονεύς).

Θεωρώ δικαιολογημένο ωστόσο να πειραματίζεται η νεοελληνική με νέους και πιο διαφανείς παραγωγικούς μηχανισμούς. Ακούει το πρωτεϊκός από τον Πρωτέα, έφτιαξε τον γονεϊκό από τον γονέα.

Ακόμα πιο δικαιολογημένο (ίσως και πιο σωστό) θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι το μονογονεϊκός, που φτιάχτηκε για να μεταφράσει το single-parent. Την περασμένη δεκαετία μπήκε στο λεξικό του Πάπυρου και πρόσφατα μόνο σε λεξικά του Κέντρου Λεξικολογίας. Σε Μείζον και ΛΚΝ δεν πρόλαβε να μπει.

Δεδομένου ότι η μονογονία είναι «η γέννηση ενός μόνο γόνου σε κάθε τοκετό», καλό δεν θα είναι να αφήσουμε το μονογονικός σαν επίθετο της μονογονίας (π.χ. μονογονική αναπαραγωγή); Και να κρατήσουμε το μονογονεϊκός για τις οικογένειες με ένα γονέα; Οπωσδήποτε δεν μπορώ να θεωρήσω λανθασμένο το μονογονεϊκός, όχι μόνο επειδή έχει επικρατήσει, αλλά και επειδή παράγεται με μια λογική σύγχρονη παραγωγική διαδικασία.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Έχει χρειαστεί αρκετές φορές να αποδώσω στην ελληνική το single-parent, και σε όλες τις περιπτώσεις χρησιμοποίησα το "μονογονεϊκός".
 

Zazula

Administrator
Staff member
Χθες παρακολουθώντας το ΡΙΚ διαπίστωσα ότι χρησιμοποιούν στη Νήσο τη λέξη "μονογονιός", που μου φαίνεται εύλογη κατασκευή (και μάλλον αντίστροφη από το "μονογονεϊκός", υπό την επίδραση της λέξης "μονογιός" που βρίσκεται σε χρήση εκεί). Επομένως:
single parent (comp. noun) = μονογονέας ή μονογονιός
single-parent (adj.) = μονογονεϊκός /-ή /-ό
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Ζαζ, πραγματικά με δυσκολεύει η απόδοση στους υποτίτλους του "single parent" ή "single mother", όταν δεν πρόκειται για ανύπαντρο άτομο, αλλά χωρισμένο και η επισήμανσή σου ίσως θα ήταν βολική.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Πάντως υπάρχουν ήδη ευρήματα για τα μονογονέας / μονογονιός / μονογονείς, πράγμα που σημαίνει ότι ο όρος σταδιακά εδραιώνεται (εμ, με τόσες μονογονεϊκές οικογένειες, ήταν αναπόφευκτο).
 

Zazula

Administrator
Staff member
Επειδή μάλλον είσαι λίγο της παλιάς σχολής (βλ. parenthood) να προσθέσω ότι το single parenting έχει 18πλάσιες γκουγκλεύσεις από το single parenthood. :p
 

Zazula

Administrator
Staff member
Και δε με λες τώρα, το μονογονικός αντιστοιχεί στο uniparous "producing only one offspring at a time"; :)
 

nickel

Administrator
Staff member
Στο #1 μπορεί να υπάρχει και λάθος δικής μου άγνοιας. Δηλαδή, στο ΠαπΛεξ:
μονογονία 1. η γένεση ενός νεογνού σε κάθε τοκετό· 2. (βιολ.) αγενής —δηλ. αφυλετική—, αναπαραγωγή, οπότε αποσπάται από το γονικό σώμα ένα τμήμα του και αναπτύσσεται μόνο του σε όμοιο οργανισμό.

Η μονογονική αναπαραγωγή που αναφέρω είναι η μονογονία (2): «η παραγωγή απογόνων, χωρίς τη συνένωση ειδικών γεννητικών κυττάρων, των γαμετών». Πάμε δηλαδή σε asexual reproduction και άρα single-parent. Μας την έφεραν...
 

Zazula

Administrator
Staff member
A, OK, επειδή κι εγώ βασίστηκα στον ορισμό τού #1 χωρίς να το κοιτάξω. Η δική μου πηγή αναφέρει:
μονογονία, η (βιολ.)· αναπαραγωγή χωρίς γαμέτες· στα φυτά συνίσταται στη δημιουργία σπορίων ή στην αποκοπή τμήματος από το μητρικό σώμα, που αναπτύσσεται σε όμοιο με τον γονέα άτομο· ο τρόπος αυτός παρατηρείται και στα πρωτόζωα μαζί με τη σχιζογονία· στα μετάζωα δεν παρατηρείται σποριογονία, αλλά μόνο σχιζογονία και βλαστογονία· η μονογονία συνήθως λέγεται και αγενής ή άφυλη ή βλαστική αναπαραγωγή.

Και από το Lexicon:
μονογονική αναπαραγωγή <βιολ> = asexual reproduction <biol>· επίσης: αγενής αναπαραγωγή, αγαμετική αναπαραγωγή
μονογονικότητα <βιολ> = monogeny <biol>
 

Zazula

Administrator
Staff member
Οι όροι μονογονεϊκός και μονογονεϊκότητα λημματογραφούνται κανονικά στο ΧΛΝΓ. Δεν υπάρχει ο όρος μονογονέας ή μονογονιός, αλλά τα ευρήματα για μονογονείς είναι πλέον χιλιάδες — και τη λέξη μπορείτε πλέον να την χρησιμοποιείτε άφοβα.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Έχω μια απορία εδώ, σχετικά με λέξη που χρειάστηκα (ευτυχώς σε άτυπο γραπτό) πρόσφατα. Πώς θα χαρακτηρίσουμε τη μονογονεϊκή οικογένεια όταν ο γονέας είναι η μητέρα ή ο πατέρας, αντίστοιχα; Είναι δόκιμα, άραγε, τα μητρογονεϊκός και πατρογονεϊκός, αντίστοιχα; (Εγώ χρειάστηκα --και χρησιμοποίησα-- το πρώτο από τα δύο.)
 
Top