Οι μεθοδεύσεις είναι μια πολύ συνηθισμένη λέξη της εποχής, βασισμένη στη σημασία »μεταχειρίζομαι τεχνάσματα, πανουργίαν» (Δημητράκος) του μεθοδεύω. Το ουσιαστικό έχει σωστή μεταχείριση μόνο στο ΝΕΛ του Κριαρά:
Δεν τα πάνε πολύ καλύτερα τα ελληνοαγγλικά λεξικά. Έτσι στου Ρίζου βρήκα:
methodical approach
careful planning
ενώ στον Κοραή:
μεθόδευση ουσ θηλ = means, method (negative sense). Με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις προσπαθούν να πάρουν την εξουσία. = They are attempting to seize power by undemocratic means.
Τίποτα απ' αυτά δεν αποδίδει τις παρακάτω μεθοδεύσεις:
μεθοδεύσεις σε βάρος του Ελληνισμού, μεθοδεύσεις σε βάρος των εργαζόμενων, άθλιες μεθοδεύσεις σε βάρος της κυριακάτικης αργίας, μεθοδεύσεις σε βάρος εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Προτάσεις;
μεθόδευση η ουσ. α. το να γίνεται κάτι με μέθοδο, με προγραμματισμό: μεθόδευση για την ειρήνευση της περιοχής· β. η μεθοδική χρησιμοποίηση τρόπων και τεχνασμάτων για να επιτύχει κανείς ιδιοτελείς σκοπούς: μεθόδευση εύστοχη· μεθοδεύσεις για να δημιουργηθεί πλειοψηφία στη Βουλή.
Δεν τα πάνε πολύ καλύτερα τα ελληνοαγγλικά λεξικά. Έτσι στου Ρίζου βρήκα:
methodical approach
careful planning
ενώ στον Κοραή:
μεθόδευση ουσ θηλ = means, method (negative sense). Με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις προσπαθούν να πάρουν την εξουσία. = They are attempting to seize power by undemocratic means.
Τίποτα απ' αυτά δεν αποδίδει τις παρακάτω μεθοδεύσεις:
μεθοδεύσεις σε βάρος του Ελληνισμού, μεθοδεύσεις σε βάρος των εργαζόμενων, άθλιες μεθοδεύσεις σε βάρος της κυριακάτικης αργίας, μεθοδεύσεις σε βάρος εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Προτάσεις;