αγανακτισμένος ή αγανακτημένος;

nikosl

Member
Στο Athens Review of Books (τεύχος Σεπτέμβρη) ο Χ.Ε. Μαραβέλιας γράφει μια συντριπτική κριτική για τη μετάφραση στο βιβλίο του Τζον Τσάντγουϊκ, Η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β, εκδ. Ενάλιος. Ωστόσο, αφού εντοπίσει δεκάδες (ή ίσως εκατοντάδες) μεταφραστικές γκάφες, γράφει:

Είχα τελειώσει το παρόν άρθρο, όταν με τσακισμένα νεύρα, συνάντησα στο δρόμο τον ομηριστή Β. Πανταζή. Αγανακτημένος (δεν υπάρχει ρήμα αγανακτίζω!) του ανέφερα για το προκείμενο κρούσμα.

Φυσικά, τα λεξικά καλά κάνουν και καταγράφουν τη λέξη αγανακτισμένος. Και νομίζω ότι το ζήτημα, παρότι το ρήμα δεν είναι σε -άρω, συνδέεται με τη συζήτηση περί σουτάρω/σουταρίζω που έγινε στου 40άκου. Κάνω λάθος;
 

nickel

Administrator
Staff member
Του αφιερώνουμε το παρακάτω πλαίσιο από το ΛΝΕΓ (κι ας μην περιλαμβάνει ούτε το αγανακτισμένος ούτε το σκαναρισμένος :confused: ):

-ισμένος: μετοχές ρημάτων που δεν λήγουν σε -ίζω. Αρκετά ρήματα σχηματίζουν τη (μεσοπαθητική) μετοχή τους σε –ισμένος, δηλ. κατά το πρότυπο των ρημάτων σε -ίζω, χωρίς να είναι ρήματα σε -ίζω. Αυτό συμβαίνει κυρίως με ρήματα τα οποία στον αόριστο τους (σε -ησα, π.χ. ευτύχησα, τυράννησα) ακούγονται το ίδιο με τα ρήματα σε -ίζω (-ισα: στόλισα, χτένισα), οπότε σχηματίζουν τη μετοχή τους όπως αυτά, δηλ. σαν να ήταν ρήματα σε -ίζω: ευτυχισμένος, τυραννισμένος κ.τ.ό., όπως στολισμένος, χτενισμένος. Μετοχές σε -ισμένος από ρήματα που δεν τελειώνουν σε -ίζω είναι: τραγουδισμένος, χιλιοτραγουδισμένος (τραγουδώ), απηυδισμένος (απαυδώ), λιγοθυμισμένος, λιποθυμισμένος (λιγοθυμώ / λιποθυμώ), βαρυγγωμισμένος (βαρυγγωμώ), τυραννισμένος (τυραννώ), ξαγρυπνισμένος (ξαγρυπνώ), αγρυπνισμένος (αγρυπνώ), ξενυχτισμένος (ξενυχτώ), ευτυχισμένος (ευτυχώ), δυστυχισμένος (δυστυχώ), ξεψυχισμένος (ξεψυχώ), λαχταρισμένος (λαχταρώ). Σε -ισμένος σχηματίζονται και τα φοβισμένος (φοβούμαι) από το φοβίζω, κοιμισμένος (κοιμούμαι) από το κοιμίζω και καθισμένος (κάθομαι) από το καθίζω, κοπανισμένος (κοπανώ) από το κοπανίζω και αρχινισμένος (αρχινώ) από επίδραση τού αρχίζω. Τέλος, σε -ισμένος σχηματίζονται τα (κυρ. ξενικής προέλευσης) ρήματα σε -άρω: μακιγιαρισμένος (μακιγιάρω), φρακαρισμένος (φρακάρω), αμπαλαρισμένος (αμπαλάρω), φιλτραρισμένος (φιλτράρω), γρασαρισμένος (γρασάρω), στραπατσαρισμένος (στραπατσάρω), πακεταρισμένος (πακετάρω), λιμαρισμένος (λιμάρω), μποτιλιαρισμένος (μποτιλιάρω), πουδραρισμένος (πουδράρω), μανταρισμένος (μαντάρω), φοδραρισμένος (φοδράρω), λανσαρισμένος (λανσάρω), σταμπαρισμένος (σταμπάρω), μαρκαρισμένος (μαρκάρω), στοκαρισμένος (στοκάρω), παρκαρισμένος (παρκάρω), καμουφλαρισμένος (καμουφλάρω), λαμπικαρισμένος (λαμπικάρω), μπαρκαρισμένος (μπαρκάρω), φρεσκαρισμένος (φρεσκάρω), λασκαρισμένος (λασκάρω), λουστραρισμένος (λουστράρω), ντεραπαρισμένος (ντεραπάρω), μοστραρισμένος (μοστράρω), μπλοκαρισμένος (μπλοκάρω), πικαρισμένος (πικάρω), καλμαρισμένος (καλμάρω), ντοπαρισμένος (ντοπάρω), πρεσαρισμένος (πρεσάρω), σκιτσαρισμένος (σκιτσάρω), παρκεταρισμένος (παρκετάρω), τουμπαρισμένος (τουμπάρω), μονταρισμένος (μοντάρω), φουνταρισμένος (φουντάρω), φορμαρισμένος (φορμάρω), ραφιναρισμένος (ραφινάρω), ντοκουμενταρισμένος (ντοκουμεντάρω), παρφουμαρισμένος (παρφουμάρω), κλαταρισμένος (κλατάρω) κ.ά., καθώς και τα φαλιρισμένος και γαρνιρισμένος από ρ. σε -ίρω (φαλίρω, γαρνίρω).


Μένει να σκανάρει κάποιος τη βιβλιοκριτική και να τη διαβάσουμε εδώ σκαναρισμένη, να δούμε αν πρέπει να νιώσουμε κι εμείς αγανακτισμένοι.
 

nikosl

Member
Το ανέβασα εδώ. Δεν πρόκειται για review, αλλά για κριτική μετάφρασης, οπότε νομίζω έχει ενδιαφέρον για όλους. Ελπίζω να μπορείτε να το διαβάσετε.
 

nickel

Administrator
Staff member
Θαυμάσια. Δεν ξέρω αν μπορώ ή αν είναι σωστό να το αντιγράψω με OCR, αλλά κάποια σημεία θα πρέπει να τα συζητήσουμε σε κατάλληλο νήμα. Ευχαριστώ!

 
Είμαι ευτυχημένος που το διάβασα (αφού δεν υπάρχει ρήμα ευτυχίζω δεν μπορείς να πεις ευτυχισμένος). Λίγο αυστηρός ο φίλος Μαραβέλιας, αλλά έχει ένα βουνό δίκιο (εκτός από το "αγανακτημένος").
 

nickel

Administrator
Staff member
Στην αρχή νόμιζα ότι είναι αυστηρός, αλλά σιγά σιγά άρχισα κι εγώ να αγανακτώ. Ας μην τα βάζουμε μόνο με τον μεταφραστή: το βιβλίο είχε και επιμελήτρια. Κανονικά το βιβλίο θα έπρεπε να έχει ένα δεύτερο μάτι για τη γλωσσική επιμέλεια και έναν ειδικό συνεργάτη για την επιστημονική θεώρηση. Δεν είναι δα και καμιά περιπέτεια του Νταν Μπράουν! Χίλια-δυο πράγματα θα ήθελα να προσθέσω, αλλά δεν έχω το χρόνο, οπότε θα αρκεστώ σε δύο: (1) Υπήρχε η μετάφραση του Τζωρτζίδη, του 1962, και δεν τη συμβουλεύτηκαν. Το επόμενο που περιμένει κανείς να ακούσει είναι ότι δεν συμβουλεύτηκαν το πρωτότυπο. Ή ότι δεν συμβουλεύτηκαν λεξικά. Διαβάζεις τη συνέχεια της κριτικής και αρχίζεις να υποψιάζεσαι ότι, πράγματι, δεν συμβουλεύτηκαν λεξικά. Αλλά (2) διαβάζεις και το παρακάτω και αναρωτιέσαι μήπως δεν συμβουλεύονταν συνέχεια το πρωτότυπο, μήπως ξέφευγε το μάτι σε άλλα βιβλία. Στην αρχή του 5ου κεφαλαίου γράφει (αντιγράφω από το πρωτότυπο, αλλά δεν έχω καμία από τις δύο μεταφράσεις): «in particular I already had a pretty clear notion what Mycenaean Greek should look like, and I doubted whether Ventris had». Τι γράφει η μετάφραση; «Εγώ είχα ήδη μια σαφή και καθαρή αντίληψη, ότι τα Μυκηναϊκά Ελληνικά πρέπει να έμοιαζαν με νεότερα ελληνικά».

Πολτοποίηση.
 
Συγνώμη, αλλά το δικό σου το εύρημα το βρίσκω πολύ πιο αποτρόπαιο από τα άλλα.
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλημέρα. Δεν είναι δικό μου το εύρημα, στις 4 σελίδες του Μαραβέλια το αλίευσα. Απλώς είναι ένα από τα λίγα που συνέκρινα με το πρωτότυπο. Στις περισσότερες περιπτώσεις έμεινα με την απορία: μήπως εδώ δεν αντιγράφει σωστά ο Μαραβέλιας και τους αδικεί; Ή κοίταζαν άλλο πρωτότυπο στη μετάφραση;

Πολτοποίηση.
 
Πολτοποίηση και πατάτες τηγανιστές για τον Μαραβέλια.
 
Πλάκα-πλάκα, παλιά λεγόταν "τηγανιστές" (π.χ. στον Παπαδιαμάντη, εκτός αν με ξεγελάει ο Αϊζενχάουερ)
 

spatholouro

New member
Πάντως, θαρρώ πως αν ήθελε να είναι πλήρως ορθοεπής ο Μαραβέλιας, έπρεπε να πει ή "ηγανακτημένος" (εφόσον επιλέγει το "αγανακτώ") ή "αγαναχτισμένος" (με χ, από το δημ. "αγαναχτίζω")
 

nickel

Administrator
Staff member
Τώρα που είναι στα πάνω τους οι Αγανακτισμένοι (Los Indignados), να μην αναστήσουμε το νήμα, να θυμηθούμε και το αυτονομημένο —ισμένος;
 

bernardina

Moderator
Ακουμπισμένος ή ακουμπημένος;
Καθώς φαίνεται, και τα δύο. Σίγουρα πάντως όχι *ακουμπησμένος.
Το πρώτο αντιστοιχεί στο ρήμα ακουμπίζω και το άλλο στο ρήμα ακουμπώ.

Ενώ όμως συνηθίζουμε περισσότερο το ρήμα ακουμπώ παρά το ακουμπίζω, προτιμάμε συνήθως τη μετοχή ακουμπισμένος και όχι ακουμπημένος.

Ο γενικός κανόνας, αν θυμάμαι καλά, είναι πως τα ρήματα σε -άω, ώ (όπως το ακουμπώ) φτιάχνουν μετοχές σε -ημένος. Πχ, Καλλιεργώ - καλλιεργημένος, αργοπορώ- αργοπορημένος,
ενώ τα σε -ίζω, φτιάχνουν μετοχές σε -ισμένος. Πχ. Εκνευρίζω - εκνευρισμένος, τηγανίζω - τηγανισμένος.
Τα είπα καλά, δάσκαλε;:)
Ελπίζω να μην έπεσα σε κανένα πανξουτόνι. :D
 
Ακουμπισμένος ή ακουμπημένος;
Καθώς φαίνεται, και τα δύο. Σίγουρα πάντως όχι *ακουμπησμένος.
Το πρώτο αντιστοιχεί στο ρήμα ακουμπίζω και το άλλο στο ρήμα ακουμπώ.

Ενώ όμως συνηθίζουμε περισσότερο το ρήμα ακουμπώ παρά το ακουμπίζω, προτιμάμε συνήθως τη μετοχή ακουμπισμένος και όχι ακουμπημένος.

Ο γενικός κανόνας, αν θυμάμαι καλά, είναι πως τα ρήματα σε -άω, ώ (όπως το ακουμπώ) φτιάχνουν μετοχές σε -ημένος. Πχ, Καλλιεργώ - καλλιεργημένος, αργοπορώ- αργοπορημένος,
ενώ τα σε -ίζω, φτιάχνουν μετοχές σε -ισμένος. Πχ. Εκνευρίζω - εκνευρισμένος, τηγανίζω - τηγανισμένος.
Τα είπα καλά, δάσκαλε;:)
Ελπίζω να μην έπεσα σε κανένα πανξουτόνι. :D

Η αλήθεια είναι ότι δεν ήξερα την ύπαρξη του ακουμπίζω. Άλλη μια χρήσιμη πληροφορία. Αλλά για τις μετοχές έχω να πω ότι ο κανόνας είναι αρκετά γενικός κι έχει πάμπολλες εξαιρέσεις, σε σημείο που να μην είναι και τόσο κανόνας, πια. Όπως: πετάω-πεταμένος (και πεταγμένος), αφαιρώ-αφαιρεμένος, αγανακτώ-αγανακτισμένος (κι όχι αγανακτημένος). Μετοχές σε -ισμένος που δεν έρχονται από ρήματα σε -ίζω είναι και οι: ξεψυχισμένος, δυστυχισμένος, ξαπγρυπνισμένος, κ.α.
 

nickel

Administrator
Staff member
Τα έφερα εδώ (τα #13 και 14) μια και είναι φιλικότερο το περιβάλλον. Στο νήμα Ποιο από τα δύο; θέλουμε λυμένα θέματα (με παραπομπές).
 
Top