Τα ’χω χαμένα, την πάτησα, το ’σκασε

τα κάνω ρόιδο
τα κάνω σκατά
την κάναμε από κούπες
(Πολλή απαισιοδοξία κυκλοφορεί. Ένας Προκόπερμαν μάς σώζει.)
Υ.Γ. Έξοχο το ιοειδές, Εαρίωνα.
 

Earion

Moderator
Staff member
τα κάνω μαντάρα
τα κάνω θάλασσα
τα κάνω γης Μαδιάμ

τα μάζεψα (= απέσυρα, ακύρωσα τα λεγόμενά μου)

σου / του / της / τους τη φόρεσα


ιοειδώς, Θέμη, και ιοτρόπως. Βάζω και το σχετικό λεξιλίνκι.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Μήπως θα έπρεπε να διαχωρίζουμε (για συζήτηση) κάπως τις αδιαφανείς φράσεις από εκείνες όπου είναι λίγο πολύ εύλογο το νοούμενο;
 

Zazula

Administrator
Staff member
Για το «την έπαθα» νομίζω είναι προφανές: τη ζημιά (την κασκαρίκα, τη λαχτάρα).
 

nickel

Administrator
Staff member
Μήπως θα έπρεπε να διαχωρίζουμε (για συζήτηση) κάπως τις αδιαφανείς φράσεις από εκείνες όπου είναι λίγο πολύ εύλογο το νοούμενο;

Σκεφτόμουν να φτιάξω ένα συγκεντρωτικό κάποια στιγμή, αλλά φοβάμαι την γκρίζα περιοχή. Θα δούμε. Στη διάρκεια κάποιου Euro, ίσως.
 

nickel

Administrator
Staff member
Δεν την παλεύω άλλο (την κατάσταση, υποθέτω).
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Αφενός τις έχει ο Τζάρτζανος στο συντακτικό του όπως λέει πιο πάνω το σχόλιο του nickel. Αφετέρου, αν σκεφτούμε θα βρούμε κι εμείς παραδείγματα προπολεμικών χρήσεων, π.χ. "την πούλεψε κι ο Δεμερτζής" (σε τραγούδι του Μάρκου, 1936) ή "και την πουλεύεις πονηρά στη Βούλα τη Ραφήνα" (Καπνουλού, Μπαγιαντέρας).

Δεν την πουλεύουμε με τίποτε... (άλλη σημασία: δεν την γλιτώνουμε με τίποτε)
 
Νομίζω ότι όλες οι φράσεις που εννοούν θαλάσσωμα έχουν ως υπονοούμενο όνομα το "όλα" ή "πάντα". Π.χ.:

Τα 'κανα όλα θάλασσα/σκατά/ρόιδο/πουτάνα.

Αυτό το "όλα" περιλαμβάνει όχι μόνο ουδέτερα αλλά και αρσενικά και θηλυκά. Ας πούμε:

Τα πήγα χάλια στις εξετάσεις = πήγα χάλια σε όλα = στα μαθηματικά, στην έκθεση, στην βιολογία, στο δίκαιο, κτλ.
Μια μέρα έλειψε η γυναίκα μου και τα 'κανα όλα θάλασσα. Το μαγείρεμα, το σιδέρωμα, την καθαριότητα, κτλ.


Γενικά, το ουδέτερο άρθρο μάλλον υποκαθιστά την αόριστη έννοια "πράγμα".

Η φράση "τα χρειάστηκα", κατά την γνώμη μου υπονοεί κάτι που δίνει ασφάλεια ή ηρεμία: τα όπλα/άρματα; Τα ηρεμιστικά; τα πόδια για να τρέξω; Τα κότσια για να μείνω;
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Τελικά, τη σκαπουλάραμε. Και βγήκαμε και παραπονούμενοι στην αναφορά!
 
Πάντως τείνω να πιστέψω ότι η θηλυκή αντωνυμία πλέον έχει σημασία πασπαρτού, που απέκτησε εξαιτίας της απουσίας των ονομάτων σε παλιότερες εκφράσεις. Έτσι, η Χ φράση που λέγεται συχνά, π.χ. "την είπες", πασπαρτουποίησε (χικ!) την αντωνυμία, απουσία του ονόματος. Έτσι π.χ. μπορούμε να δούμε:

Την γλυτώσαμε. Φόρτωσαν σε άλλον την αγγαρεία // η αγγαρεία είναι το όνομα που λείπει ή ίσως η ανάθεση.
Την γλυτώσαμε. Δεν θα φάμε ξύλο // εδώ το όνομα που λείπει είναι το ξύλο, όπου όμως αν η σύνταξη το περιείχε, θα ήταν "το γλυτώσαμε το ξύλο". Εδώ το "την" παίζει ρόλο αόριστου γένους.

Πιστεύει κανείς πώς στέκει σαν λογική;
 
Πάντως πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα σε φράσεις όπου η αντωνυμία (συνήθως θηλυκή) δεν μεταβάλλει το νόημα του ρήματος και σε φράσεις όπου η προσθήκη της αντωνυμίας αλλάζει και το νόημα. Τα παραδείγματα του Τζάρτζανου ανήκουν τα περισσότερα στην πρώτη κατηγορία. Οι σύγχρονες φράσεις στη δεύτερη.
 

nickel

Administrator
Staff member
Την έχω καταβρεί με τις ενδιαφέρουσες διαστάσεις του θέματος.

Ελπίζω να μην έχω μόνο επαναλήψεις, αλλά δεν πειράζει κι αν έχω, θα φύγουν τα διπλά στο τελικό ξεκαθάρισμα:
θα τις φας (τις ξυλιές, υποθέτω). Αλλά είναι το πρώτο «τις» που βρίσκω, νομίζω.
μου την είπε
μου τη σπάει
του την άναψα
πώς την έχεις δει;
(την περίπτωση, την κατάσταση)
την κάτσαμε (τη βάρκα)
 
Εγώ θα κάνω κάτι διαφορετικό:

Θα τα ακούσουμε (τα λόγια) - Θα την ακούσουμε
Θα το δούμε (αυτό)- Θα την δούμε
Θα το παίξω Χ - θα τα παιξω
Τα έκανε πάνω του - την έκανε
Θα τα πιούμε - θα την πιούμε
Θα τα φάμε (στη μάπα) - θα την φάμε
Θα τον πάω (γαμιώντας) - την πάω την τύπισσα
Θα τα σπάσω όλα - θα την σπάσω στον γείτονα
 

nickel

Administrator
Staff member
Στην Comprehensive Grammar (Holton, Mackridge, Philippaki-Warburton, έκδοση του 1999) βρήκα τα παρακάτω:

ΙΙΙ. 2.8.1.1.1. (i)
The weak pronoun is used in various forms in colloquial idiomatic phrases where there is no explicit referent. This kind of construction is highly productive, and new expressions are constantly being coined, especially by younger speakers. Here are a few examples out of very many such expressions:

την κοπανάω. ‘I make off’
το παίρνω απόφαση ‘accept the inevitable’
τα βγάζω πέρα ‘I get by’ (esp. financially)
τη βγάζω [με] ‘I get by [with]’ (i.e. I survive)
τη βρίσκω [με] ‘I get a kick [out of]’
[μου] τη σπάει ‘S/he gets on [my] nerves’



Περισσότερα παραδείγματα από προηγούμενη σελίδα (μην παρασυρθείτε από τις κυριολεκτικές μεταφράσεις):

III. 1.1.1.6.
The use of the object clitic pronouns is very frequent and it often gives rise to idiomatic expressions consisting only of the verb and the clitic:
(3) a. Τα ’μαθες; ‘Have you heard (the news)?’
b. Ναι, τα ξέρω. ‘Yes, I know (the news)’
c. Τα ’χασα. Ί lost (my mind), I got confused’
d. Εμείς τα βρίσκουμε. ‘We find them [= we get on]’
e. Εμείς τη βρίσκουμε. ‘We find it [= we have a good time together]’
f. Τα λέμε πάλι. ‘We will talk again’
g. Τα φτιάξανε. ‘They fixed them [= they started a relationship]’
h. Τα χαλάσανε. ‘They spoilt them [= they fell out, they split up]’
i. Τα ’κανες θάλασσα. ‘You made them a sea [you made a mess of things]’
j. Του την πέσαμε. ‘To him we threw it down [= we made him a proposition]’
 
Top