Ο φίλος Γιώργος Κλείτσας, με παγκόσμιες διακρίσεις σε πολλά πνευματικά αθλήματα, κάνει σήμερα στο ΦΒ την εξής παρατήρηση:
Καταρχήν, συμφωνώ με τη γραμματική ανάλυση του Γ.Κ. Παλιότερα, θυμάμαι ότι χρησιμοποιούσαμε εδώ τη μετοχή «παιζόμενο». Η κίνηση είναι παιζόμενη, η θέση είναι παιζόμενη. Είναι γεγονός ότι η χρήση της μετοχής μπορέι να είναι αμφιλεγόμενη, όπως π.χ. «εντάξει, ρε παιδί μου, παιζόμενο είναι, αλλά δεν είναι το καλύτερο, πού πας και μπλέκεις τώρα;»
Δυστυχώς, το παικτός (που έχει δώσει και το απολίθωμα παίζειν εν ου παικτοίς, να παίζεις με πράγματα που απαγορεύεται να παίζει κανείς) έχει ήδη νοηματοδοτηθεί διαφορετικά: είναι αυτός που (1) μπορούμε να παίξουμε μαζί του, που είναι δυνατόν να αστειευτούμε μαζί του ή (2) είναι κατάλληλος για ευθυμία και παιχνίδι.
Στο σκάκι, οι κινήσεις αξιολογούνται από πολύ καλές (μπορεί να τις δείτε να συνοδεύονται με δυό θαυμαστικά: !!) έως πολύ κακές, που ίσως καταστρέφουν τα πάντα μονομιάς (με δύο αγγλικά ερωτηματικά: ??) και με ενδιάμεση κλιμάκωση: ! είνα η καλή, !? είναι η ενδιαφέρουσα, ?! είναι η αμφίρροπη, ? η κακή κίνηση. Επομένως, τα προβλήματα είναι δύο. Πώς θα αποδώσουμε το αγγλικό playable (νομίζω ότι το παιζόμενο αρκεί) και αν θα μπορούσε η γλώσσα να προσφέρει κάτι περισσότερο.
Αφού ξεκαθαρίσω ότι κτγμ η εσωτερική σημασία των επιθέτων σε -τός και -τέος δεν συμβαδίζει με το σημερινό γλωσσικό κριτήριο, δηλαδή δεν παράγονται αυθόρμητα από φυσικούς ομιλητές, να πω ένα παράδειγμα πριν ζητήσω τις γνώμες σας. Ας δούμε έναν υποθετικό διάλογο:
-- Αυτό είναι παιζόμενο. Το λέω εγώ, ο πρωταθλητής.
-- Μα πώς να παιχτεί αυτό το πράγμα;
-- Μωρέ παίζεται και καλοπαίζεται.
Ενοχλεί κανέναν γλωσσικά το «καλοπαίζεται»; Ορίστε λοιπόν μια πιθανή επέκταση, προς καλοπαιζόμενες και κακοπαιζόμενες κινήσεις.
Παρακολούθησα με πολύ ενδιαφέρον τις μεταδόσεις από το τελευταίο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ομάδων στο σκάκι που έγινε στο Ρίο τις προηγούμενες μέρες (υπάρχουν και στο Youtube και είναι εξαιρετικά διδακτικές). Η Νίκη Ρήγα στα τεχνικά θέματα της μετάδοσης αλλά και ο GM Γιάννης Παπαϊωάννου, ίσως ο καλύτερος Έλληνας σκακιστής σήμερα, στο σχολιασμό των παρτίδων, ήταν εξαιρετικοί οικοδεσπότες.
Με ξένισε στην αρχή αν και στη συνέχεια τη συνήθισα, μια λέξη που ανήκει μάλλον στη σκακιστική αργκό, το επίθετο παικτέος (συνήθ. στις εκφράσεις "η τάδε κίνηση είναι παικτέα" και "η θέση είναι παικτέα"). Από τα συμφραζόμενα και από τα σκακιστικά διαγράμματα η έννοια του επιθέτου αυτού ήταν "η τάδε κίνηση μπορεί να παιχθεί" (δηλαδή είναι καλή) και αντίστοιχα "η θέση παίζεται" (είναι μια χαρά).
Το πρόβλημα είναι ότι από την άποψη της γραμματικής είναι ένα λανθασμένο ρηματικό επίθετο, δεν αποδίδει την έννοια, την οποία προορίζεται να δηλώσει. Τα εις -τέος ρηματικά επίθετα δηλώνουν ότι κάτι πρέπει να γίνει υποχρεωτικά (π.χ. πληρωτέος, παραδοτέος, τιμωρητέος, μειωτέος (στην αριθμητική), κλπ). Όμως, από την άλλη πλευρά, ηχεί ωραία ως αργκό (αλλιώς θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει κανείς το άχαρο επίθετο παιζόμενος ή κάποιο άλλο που δεν μπορούσα να φανταστώ ή κάποια περίφραση).
Τη λύση έδωσε η επίσκεψή μου στα ρηματικά επίθετα σε -τέος, τα οποία όμως δεν είναι μόνα τους, το σχετικό κεφάλαιο της γραμματικής αναφέρεται στα ρηματικά επίθετα σε -τός και -τέος. Παράλληλα ανέτρεξα στη μετάφραση στα ελληνικά του αγγλικού επιθέτου playable. Μετά από αυτά, αν και εξακολουθεί να με γοητεύει η λέξη παικτέος, θεωρώ ότι για λόγους αρχής θα πρέπει να χρησιμοποιείται η λέξη παικτός, η οποία αποδίδει με ακρίβεια σε συμφωνία και με τη γραμματική τη σχετική έννοια.
Καταρχήν, συμφωνώ με τη γραμματική ανάλυση του Γ.Κ. Παλιότερα, θυμάμαι ότι χρησιμοποιούσαμε εδώ τη μετοχή «παιζόμενο». Η κίνηση είναι παιζόμενη, η θέση είναι παιζόμενη. Είναι γεγονός ότι η χρήση της μετοχής μπορέι να είναι αμφιλεγόμενη, όπως π.χ. «εντάξει, ρε παιδί μου, παιζόμενο είναι, αλλά δεν είναι το καλύτερο, πού πας και μπλέκεις τώρα;»
Δυστυχώς, το παικτός (που έχει δώσει και το απολίθωμα παίζειν εν ου παικτοίς, να παίζεις με πράγματα που απαγορεύεται να παίζει κανείς) έχει ήδη νοηματοδοτηθεί διαφορετικά: είναι αυτός που (1) μπορούμε να παίξουμε μαζί του, που είναι δυνατόν να αστειευτούμε μαζί του ή (2) είναι κατάλληλος για ευθυμία και παιχνίδι.
Στο σκάκι, οι κινήσεις αξιολογούνται από πολύ καλές (μπορεί να τις δείτε να συνοδεύονται με δυό θαυμαστικά: !!) έως πολύ κακές, που ίσως καταστρέφουν τα πάντα μονομιάς (με δύο αγγλικά ερωτηματικά: ??) και με ενδιάμεση κλιμάκωση: ! είνα η καλή, !? είναι η ενδιαφέρουσα, ?! είναι η αμφίρροπη, ? η κακή κίνηση. Επομένως, τα προβλήματα είναι δύο. Πώς θα αποδώσουμε το αγγλικό playable (νομίζω ότι το παιζόμενο αρκεί) και αν θα μπορούσε η γλώσσα να προσφέρει κάτι περισσότερο.
Αφού ξεκαθαρίσω ότι κτγμ η εσωτερική σημασία των επιθέτων σε -τός και -τέος δεν συμβαδίζει με το σημερινό γλωσσικό κριτήριο, δηλαδή δεν παράγονται αυθόρμητα από φυσικούς ομιλητές, να πω ένα παράδειγμα πριν ζητήσω τις γνώμες σας. Ας δούμε έναν υποθετικό διάλογο:
-- Αυτό είναι παιζόμενο. Το λέω εγώ, ο πρωταθλητής.
-- Μα πώς να παιχτεί αυτό το πράγμα;
-- Μωρέ παίζεται και καλοπαίζεται.
Ενοχλεί κανέναν γλωσσικά το «καλοπαίζεται»; Ορίστε λοιπόν μια πιθανή επέκταση, προς καλοπαιζόμενες και κακοπαιζόμενες κινήσεις.