Για μένα το βασικό πρόβλημα όλων των συλλογιστικών που επιχειρούν να συσχετίσουν (ως αιτιότητα) τη γνώση της αρχαίας ελληνικής με τη γνώση της κοινής νέας ελληνικής (και μάλιστα με τη μορφή προαπαιτούμενου) είναι ότι για τα αρχαία ελληνικά βάζουν τον πήχη πολύ ψηλά (δείχνοντας ότι όποιος ξέρει πάρα πολύ καλά αρχαία μπορεί να αντιληφθεί ευκολότερα κάποια στοιχεία ετυμολογίας, σύνθεσης, παθών κλπ στην ΚΝΕ), ενώ παραβλέπουν ότι όποιος ξέρει πάρα πολύ καλά νέα δεν θα έχει ούτως ή άλλως πρόβλημα στα εν λόγω σημεία.
Επίσης, το ότι υπάρχουν φυσικοί ομιλητές που δεν ξέρουν καλά τη νέα ελληνική, δεν σημαίνει αυτομάτως κι ότι θα μπορούσαν να μάθουν την ΚΝΕ πολύ καλύτερα αν μεσολαβούσε το να μάθουν ενδιάμεσα πάρα πολύ καλά την αρχαία. Ένας τέτοιος συλλογισμός είναι απλό σόφισμα, μια ακροβατική λογική πλάνη. Δεν υπάρχει τίποτα απολύτως που να μας διασφαλίζει ότι οι εν λόγω άνθρωποι θέλουν, επιθυμούν ή μπορούν να μάθουν πάρα πολύ καλά την αρχαία, κι απλώς δεν έκαναν το ίδιο και με τη νέα (δλδ το να την μάθουν πάρα πολύ καλά) διότι δεν είχε μεσολαβήσει η διδασκαλία της αρχαίας.
Επίσης, το ότι υπάρχουν φυσικοί ομιλητές που δεν ξέρουν καλά τη νέα ελληνική, δεν σημαίνει αυτομάτως κι ότι θα μπορούσαν να μάθουν την ΚΝΕ πολύ καλύτερα αν μεσολαβούσε το να μάθουν ενδιάμεσα πάρα πολύ καλά την αρχαία. Ένας τέτοιος συλλογισμός είναι απλό σόφισμα, μια ακροβατική λογική πλάνη. Δεν υπάρχει τίποτα απολύτως που να μας διασφαλίζει ότι οι εν λόγω άνθρωποι θέλουν, επιθυμούν ή μπορούν να μάθουν πάρα πολύ καλά την αρχαία, κι απλώς δεν έκαναν το ίδιο και με τη νέα (δλδ το να την μάθουν πάρα πολύ καλά) διότι δεν είχε μεσολαβήσει η διδασκαλία της αρχαίας.