Τον Ανδρέα Μπελεζίνη τον γνώρισα πριν από 37 χρόνια σχεδόν. Κοινές παρέες και φίλοι μάς έφεραν αρκετές φορές γύρω από τα ίδια τραπέζια σε ταβέρνες. Ήμουν νέος, με ενδιέφεραν πράγματα διαφορετικά από εκείνα που άρεσαν στον Μπελεζίνη. Όμως τον άκουγα πάντοτε κρεμασμένος από τα χείλη του, όπως πιστεύω πρέπει να συνέβαινε με τους πάμπολλους μαθητές που δίδαξε και που αποκλείεται να τον έχουν ξεχάσει. Το πάθος του για τη λογοτεχνία και η θεατρική του φωνή σε έκαναν να θες να μοιραστείς τα ενδιαφέροντά του. Το 1976 έφυγα, χαθήκαμε, τον παρακολουθούσα ελάχιστα από τα γραφτά του. Πού και πού μάθαινα νέα του από κοινούς φίλους. Χτες έφυγε αυτός για πάντα.
Ο χαρισματικός δάσκαλος και δραστήριος μέχρι τέλους μελετητής της λογοτεχνίας Ανδρέας Μπελεζίνης «έφυγε» το απόγευμα της Τετάρτης, στα 81 χρόνια του, στην Εντατική Μονάδα του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» όπου νοσηλευόταν τον τελευταίο ενάμιση μήνα.
Γεννημένος στην Πάτρα στις 28 Οκτωβρίου του 1929, μεγάλωσε στη συνοικία του Αγίου Ανδρέα και στην Αρόη. Τελείωσε το τότε οκτατάξιο γυμνάσιο στη Μέση Σχολή και τις δύο τελευταίες τάξεις στο Δ΄ Αρρένων Πατρών. Φοίτησε στο Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και συνέχισε, για ένα μικρό διάστημα, με μεταπτυχιακά στην ιστορία. Δίδαξε σε φροντιστήριο και για πέντε χρόνια σε δημόσιο σχολείο. Παραιτήθηκε το 1966, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και στράφηκε στην ιδιωτική εκπαίδευση. Το φροντιστήριό του στην οδό Κωλέττη, όπου τον θυμούνται λογοτέχνες και φίλοι, ήταν σημείο συνάντησης για χρόνια.
«Προαγωγός εις ποίησιν», όπως σημείωνε χαρακτηριστικά ο ίδιος, είπε πολλά, έγραψε λιγότερα και δημοσίευσε ελάχιστα. Εξέδωσε και συνδιηύθυνε τα περιοδικά «Όστρακο» (στην Πάτρα) και «Σπείρα» (στην Αθήνα). Ιδρυτικό μέλος του Συμποσίου Ποίησης στην Πάτρα, ήταν επίτιμος πρόεδρός του.
Χάρη στον φιλόλογο Παναγιώτη Γκίνη, καθηγητή του των Νέων Ελληνικών στη Μέση Σχολή, αγάπησε τη λογοτεχνία και ζητούσε από τον πατέρα του, τον υποδηματοποιό Ιωάννη Μπελεζίνη, να του φέρει βιβλία «πότε έναν από τους τρεις τόμους του “Λυρικού βίου” του Άγγελου Σικελιανού, μέσα στη διετία 1946-47, πότε, με πιέσεις και παρακάλια ώσπου να φτάσει στην Πάτρα ένα από τα αριθμημένα τριακόσια αντίτυπα, την “Κίχλη” του Γιώργου Σεφέρη το 1947, κι άλλοτε τη συλλογή “ΕΛΕΥΣΙΣ” του Νίκου Εγγονόπουλου», έλεγε ο ίδιος σε συνέντευξή του το 2007 στο ηλεκτρονικό λογοτεχνικό περιοδικό poeticanet.com.
Μελετητής με τεράστιο φιλολογικό υπόβαθρο και εντυπωσιακές γνώσεις, στράφηκε στην κριτική από πολύ νωρίς. Τον Σεπτέμβριο του 1947, νεοεισακτέος στη Φιλολογία, παίρνει το βάπτισμα του πυρός όταν αντικαθιστά τον Γκίνη σε μια ομιλία στην αίθουσα επιμελητηρίου στη Μεγάλη Πλατεία στην Πάτρα, με θέμα «Άγγελος Σικελιανός – Κώστας Καρυωτάκης: δύο αντίποδες». Άφησε εκατοντάδες δημοσιεύσεις και τόμους με κριτικά κείμενα, σχεδόν αποκλειστικά για την ποίηση, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους ποιητές του υπερρεαλισμού: «Εύσημοι και άσημοι λόγοι» (1986),«“Η νεολιθική νυχτωδία στην Κροστάνδη” του Νίκου Καρούζου. Κριτική ανάγνωση» (1987), «Κριτικό τρίπτυχο» (1991), «Ο όψιμος Ελύτης» (1999),«Παρουσιάσεις ποιητών» (2004), «Για τον Νίκο Εγγονόπουλο και τον υπερρεαλισμό: Ένα διακειμενικό δοκίμιο και άλλα μελετήματα» (2008), «Νίκος Φωκάς: Ένας "αναφορικός" ποιητής» (2009).
Τα τελευταία χρόνια, περιορισμένος σε αναπηρικό καροτσάκι λόγω του αυχενικού συνδρόμου που τον ταλαιπωρούσε, ζούσε μεταξύ Αμαρουσίου και Ωρωπού γράφοντας και δημοσιεύοντας αδιάλειπτα. Συνεργάστηκε ως κριτικός με εφημερίδες και περιοδικά («Αντί», «Διαβάζω», «Νέα Εστία», «Ο Πολίτης», «Σήμα», «Τομές», «Υδρία» κ.ά.).
Η κηδεία του θα γίνει την Παρασκευή 21 Ιανουαρίου, στις 13.30, από την εκκλησία του Αγίου Λαζάρου στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Από το Βήμα
Γεννημένος στην Πάτρα στις 28 Οκτωβρίου του 1929, μεγάλωσε στη συνοικία του Αγίου Ανδρέα και στην Αρόη. Τελείωσε το τότε οκτατάξιο γυμνάσιο στη Μέση Σχολή και τις δύο τελευταίες τάξεις στο Δ΄ Αρρένων Πατρών. Φοίτησε στο Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και συνέχισε, για ένα μικρό διάστημα, με μεταπτυχιακά στην ιστορία. Δίδαξε σε φροντιστήριο και για πέντε χρόνια σε δημόσιο σχολείο. Παραιτήθηκε το 1966, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και στράφηκε στην ιδιωτική εκπαίδευση. Το φροντιστήριό του στην οδό Κωλέττη, όπου τον θυμούνται λογοτέχνες και φίλοι, ήταν σημείο συνάντησης για χρόνια.
«Προαγωγός εις ποίησιν», όπως σημείωνε χαρακτηριστικά ο ίδιος, είπε πολλά, έγραψε λιγότερα και δημοσίευσε ελάχιστα. Εξέδωσε και συνδιηύθυνε τα περιοδικά «Όστρακο» (στην Πάτρα) και «Σπείρα» (στην Αθήνα). Ιδρυτικό μέλος του Συμποσίου Ποίησης στην Πάτρα, ήταν επίτιμος πρόεδρός του.
Χάρη στον φιλόλογο Παναγιώτη Γκίνη, καθηγητή του των Νέων Ελληνικών στη Μέση Σχολή, αγάπησε τη λογοτεχνία και ζητούσε από τον πατέρα του, τον υποδηματοποιό Ιωάννη Μπελεζίνη, να του φέρει βιβλία «πότε έναν από τους τρεις τόμους του “Λυρικού βίου” του Άγγελου Σικελιανού, μέσα στη διετία 1946-47, πότε, με πιέσεις και παρακάλια ώσπου να φτάσει στην Πάτρα ένα από τα αριθμημένα τριακόσια αντίτυπα, την “Κίχλη” του Γιώργου Σεφέρη το 1947, κι άλλοτε τη συλλογή “ΕΛΕΥΣΙΣ” του Νίκου Εγγονόπουλου», έλεγε ο ίδιος σε συνέντευξή του το 2007 στο ηλεκτρονικό λογοτεχνικό περιοδικό poeticanet.com.
Μελετητής με τεράστιο φιλολογικό υπόβαθρο και εντυπωσιακές γνώσεις, στράφηκε στην κριτική από πολύ νωρίς. Τον Σεπτέμβριο του 1947, νεοεισακτέος στη Φιλολογία, παίρνει το βάπτισμα του πυρός όταν αντικαθιστά τον Γκίνη σε μια ομιλία στην αίθουσα επιμελητηρίου στη Μεγάλη Πλατεία στην Πάτρα, με θέμα «Άγγελος Σικελιανός – Κώστας Καρυωτάκης: δύο αντίποδες». Άφησε εκατοντάδες δημοσιεύσεις και τόμους με κριτικά κείμενα, σχεδόν αποκλειστικά για την ποίηση, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους ποιητές του υπερρεαλισμού: «Εύσημοι και άσημοι λόγοι» (1986),«“Η νεολιθική νυχτωδία στην Κροστάνδη” του Νίκου Καρούζου. Κριτική ανάγνωση» (1987), «Κριτικό τρίπτυχο» (1991), «Ο όψιμος Ελύτης» (1999),«Παρουσιάσεις ποιητών» (2004), «Για τον Νίκο Εγγονόπουλο και τον υπερρεαλισμό: Ένα διακειμενικό δοκίμιο και άλλα μελετήματα» (2008), «Νίκος Φωκάς: Ένας "αναφορικός" ποιητής» (2009).
Τα τελευταία χρόνια, περιορισμένος σε αναπηρικό καροτσάκι λόγω του αυχενικού συνδρόμου που τον ταλαιπωρούσε, ζούσε μεταξύ Αμαρουσίου και Ωρωπού γράφοντας και δημοσιεύοντας αδιάλειπτα. Συνεργάστηκε ως κριτικός με εφημερίδες και περιοδικά («Αντί», «Διαβάζω», «Νέα Εστία», «Ο Πολίτης», «Σήμα», «Τομές», «Υδρία» κ.ά.).
Η κηδεία του θα γίνει την Παρασκευή 21 Ιανουαρίου, στις 13.30, από την εκκλησία του Αγίου Λαζάρου στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Από το Βήμα