(γενικές σκέψεις με αφορμή τους πολίτες)
Οι πολίτες μπορεί να έχουν μαύρα μεσάνυχτα, αλλά όταν ψηφίζουν αυτό που μας αρέσει τότε είναι ο σοφός λαός, έτσι δεν είναι;
Εγώ αυτό που βλέπω από απόσταση είναι ότι στην ελληνική πολιτική πάντα υπάρχουν δυο- τρεις υποθέσεις που η μία παράταξη χρησιμοποιεί για να κατηγορήσει την άλλη και το αντίστροφο. Οι υποθέσεις αυτές στο μυαλό του κάθε οπαδού είτε παίρνουν υπερφυσικές διαστάσεις είτε είναι αβάσιμη λασπολογία, άρα είναι ή 100 ή μηδέν, άσπρο- μαύρο. Θα νόμιζε ένας εξωγήινος παρατηρητής (εγώ π.χ.) ότι από την έκβαση των υποθέσεων αυτών κρέμεται η ύπαρξη της χώρας ή ότι έχουμε να κάνουμε με μυθομανείς. Εχουμε και τα κλισέ, άπλετο φως, να μιλήσει η δικαιοσύνη κλπ. Η δικαιοσύνη παρεμπιπτόντως είναι όπως είναι όλη η χώρα: μια σαλάτα που την ανεξαρτησία και την αμεροληψία της την αμφισβητούν οι πάντες ανάλογα με το τι τους συμφέρει κάθε φορά. Και φυσικά έχουμε και τους δημοσιογράφους, που ποτέ δεν έχουν ασχοληθεί με ερευνητική δημοσιογραφία, κι ας λένε το αντίθετο, που υπηρετούν όποιον τους δώσει τα περισσότερα, να το παίζουν ελεγκτές της δημοκρατίας, σε ΜΜΕ που δεν έχουν καταλάβει ότι έχουν όλο και λιγότερη επιρροή στην κοινωνία, κυρίως γιατί το 97% της θεματολογίας τους είναι αντιγραφές από ξένα ΜΜΕ χωρίς παράθεση πηγών, αναλύσεις επιπέδου καφενείου, τροφοδότηση της συνωμοσιολογίας, συνεντεύξεις της πλάκας και μπόλικα γραμματικά λάθη. Στο τέλος οι υποθέσεις ξεφουσκώνουν και προχωράμε στην επόμενη λίγο καιρό αργότερα.
Επειδή όταν ήρθα στο ΗΒ είχα ακριβώς αυτά τα μυαλά, η μόνιμη απορία μου ήταν γιατί εδώ περνάνε στο ντούκου σκάνδαλα που στην Ελλάδα θα έριχναν κυβέρνηση. Και φυσικά, γιατί εμείς έχουμε το όνομα ενώ άλλοι έχουν τη χάρη. Για αυτό το τελευταίο τώρα ξέρω: γιατί εμείς φτιάχνουμε την προς τα έξω εικόνα μας. Για το προηγούμενο, η απάντηση δεν είναι ότι ο κόσμος είναι ηλίθιος ή αμόρφωτος ή δεν αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα μιας κατάστασης. Απλά η χώρα σου δίνει τη δυνατότητα να ζήσεις μια καλή ζωή, κι όταν ζεις καλά ξέρεις ότι δεν έχεις τίποτα παραπάνω να κερδίσεις με το να δίνεις σημασία στις μηχανορραφίες πολιτικών.
Τώρα, για να πάμε στη Νοβάρτις, ο μέσος Έλληνας το ξέρει ότι ο γιατρός του τα παίρνει από τις φαρμακευτικές. Είτε γιατί οι μισοί έχουν συγγενή γιατρό, είτε γιατί οι Έλληνες γιατροί είναι όπως όλοι οι υπόλοιποι Έλληνες: μιλάνε πολύ. Και δήθεν εμπιστευτικά, αλλά περισσότερο για φιγούρα, σου λένε πόσα βγάζουν από το ένα ή το άλλο φάρμακο. Ομοίως κι οι φαρμακοποιοί, κι οι πάντες. μια χαρά ξέρουμε όλοι μας τί γίνεται με ένα σωρό άλλες μικροκομπίνες και μικροαπάτες που συσσωρεύονται, αλλά ποτέ δεν σκεφτόμαστε ότι συσσωρεύονται. Επίσης, δεν έχουμε σε μεγάλη εκτίμηση τους πολιτικούς μας (εκτός ίσως από αυτόν που θα μας κάνει κάποιο ρουσφέτι). Και ακόμα περισσότερο, ξέρουμε ή έχουμε δει πολύ χειρότερα. Επομένως αφήνουμε τους πολιτικούς να παίζουν μεταξύ τους τα παιχνίδια που παίζανε πάντα.