Από το Ορόγραμμα 124:
Για τους όρους briefing και debriefing προτείνονται οι νεολογικές αποδόσεις:
brief (ουσ.)|σύνοψη
brief (ρήμα)|συνοψίζω, προσυνοψίζω (π.χ. όταν γίνεται πριν από μια στρατιωτική αποστολή)
briefing|συνόψιση, προσυνόψιση
debrief (ρήμα)|μετασυνοψίζω
debriefing|μετασυνόψιση...